Τέλος για την Ελλάδα η ενισχυμένη εποπτεία- Ποια η επόμενη μέρα;

Μέρα ορόσημο για την Ελληνική οικονομία η 16η Ιουνίου καθώς η Ελλάδα είδε το πράσινο φως για την έξοδο από την ενισχυμένη μεταμνημονιακή εποπτεία. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως σταματά οποιαδήποτε μορφή ελέγχου για το ελληνικό χρέος. Για το 2022 το ελληνικό χρέος εκτιμάται ότι θα αποκλιμακωθεί στο 183% ΑΕΠ, ωστόσο είναι φανερό ότι παραμένει υπέρογκο. Έτσι, η Ελλάδα από τον Αύγουστο και μετά εισέρχεται στην φάση της κανονικής εποπτείας, στην οποία και θα παραμείνει μέχρι να εξυπηρετηθεί το 75% του χρέους, γεγονός που υπολογίζεται ότι θα υλοποιηθεί στο μακρινό 2059.

Γράφει η *Δάφνη Γρηγοριάδη

Το πέρασμα από την ενισχυμένη στην κανονική εποπτεία έχει σημαντικές αλλαγές. Κατ’ αρχάς, η Ελλάδα θα έχει μεγαλύτερη ευελιξία όσον αφορά το τι είδους οικονομικές πολιτικές θα εφαρμόσει στην πραγματική οικονομία. Δεύτερον, χαλαρώνουν περαιτέρω χρονικά οι δεσμεύσεις μας για συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις. Τρίτον και κυριότερο οι αξιολογήσεις της χώρας θα πραγματοποιούνται κάθε 6μηνο αντί για κάθε τρίμηνο.

Οι τόσο συχνές αξιολογήσεις, ειδικά στην αρχή της εφαρμογής της ενισχυμένης εποπτείας το 2018, πολλές φορές έβαζαν σε στάση αναμονής τους επενδυτές οι οποίοι περίμεναν κάθε τρίμηνο τα νέα πορίσματα ώστε να λάβουν τις ανάλογες αποφάσεις. Εφεξής, με τις αξιολογήσεις μόνο 2 φορές τον χρόνο και την χαλάρωση της εποπτείας, θα υπάρξει περαιτέρω αποκατάσταση της επενδυτικής εμπιστοσύνης.
Κατ’ επέκταση σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα θα προσελκύσουμε περισσότερες επενδύσεις. Τι σημαίνει αυτό για την πραγματική οικονομία; Bελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας- που την χρειαζόμαστε άλλωστε- καθώς και νέες θέσεις εργασίας. Με την έξοδο από την ενισχυμένη εποπτεία, έρχεται πιο κοντά και η απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, η οποία θα ενισχύσει περαιτέρω την οικονομική αξιοπιστία της Ελλάδας.

Στον αντίποδα, οι προκλήσεις εξακολουθούν να υπάρχουν. Οι αυξήσεις των επιτοκίων για την καταπολέμηση του πληθωρισμού, έχουν τίμημα στην πραγματική οικονομία βραχυπρόθεσμα. Το κόστος εξυπηρέτησης των δανείων κυμαινόμενου επιτοκίου πρόκειται να αυξηθεί, κάτι το οποίο θα είναι ιδιαίτερα ορατό από το φθινόπωρο, τόσο στα νοικοκυριά όσο και στις επιχειρήσεις. Υπό αυτό το πρίσμα αλλά και των μελλοντικών νέων αυξήσεων στα επιτόκια, θα παρατηρήσουμε στροφή των ενδιαφερόμενων – κυρίως των επιχειρήσεων- στην εύρεση πόρων από το ταμείο ανάκαμψης, καθώς οι όροι δανεισμού είναι ευνοϊκότεροι.

Έντονη αναμένεται η ζήτηση το προσεχές διάστημα και για άλλα προγράμματα όπως για πχ το νέο ΕΣΠΑ. Χθες η Ελλάδα ήταν η πρώτη χώρα στην ΕΕ της οποίας εγκρίθηκε το ΕΣΠΑ. Το μεγάλο ερώτημα είναι πόσο γρήγορα θα δούμε τους καρπούς αυτών των προγραμμάτων στην πραγματική οικονομία; H νέα έκθεση του Ιουνίου της παγκόσμιας τράπεζας προβλέπει πάντως πως μέχρι το 2024 η ανάπτυξη θα είναι αργή παγκοσμίως. Αναθεώρησε μάλιστα προς τα κάτω την πρόβλεψη για την αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ 2022 σε 2,9% από 4,1% όπου ήταν η πρόβλεψη τον Ιανουάριο.

Ένα απαραίτητο συστατικό για την αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων είναι η καινοτομία. Όχι μόνο η καινοτομία που συνδέεται με την τεχνολογία, αλλά η κοινωνική καινοτομία καθώς και η πολιτική καινοτομία. Η εύρεση δηλαδή νέων – καινοτόμων τρόπων αντιμετώπισης των κοινωνικών και πολιτικών προκλήσεων. Σε αυτή την κατεύθυνση προσπαθεί να στραφεί η Ε.Ε μέσα από την ανακοίνωσή της για την δημιουργία ενός νέου εργαλείου κατά του κατακερματισμού, χωρίς ωστόσο να γνωρίζουμε ακόμη λεπτομέρειες. Θα καταφέρει η Ε.Ε να δημιουργήσει ένα καινοτόμο εργαλείο οικονομικής πολιτικής για να ενισχύσει την ενωτική δυναμική της Ευρώπης ;

*Δάφνη Γρηγοριάδη- Οικονομική Αναλύτρια

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα