

Ο Κιρ Στάρμερ φιλοξενεί τη Δευτέρα την πρώτη σύνοδο κορυφής Ηνωμένου Βασιλείου-ΕΕ μετά το Brexit, καθώς η κυβέρνηση πιέζει για την “επανεκκίνηση” της σχέσης με τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Βρετανίας για την τόνωση της οικονομίας της χώρας.
Σχεδόν μια δεκαετία μετά το δημοψήφισμα για την ΕΕ και πέντε χρόνια από την επίσημη αποχώρηση της Βρετανίας, υπάρχουν σαφείς οικονομικές προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν, ενώ η δημόσια απογοήτευση για τη συμφωνία που διαπραγματεύτηκαν οι Συντηρητικοί του Μπόρις Τζόνσον αυξάνεται τόσο μεταξύ των ψηφοφόρων των Τόρις όσο και όσων απομακρύνθηκαν από το κόμμα.
Ο Guardia αναλύει τα πέντε χρόνια του Brexit μέσα από πέντε διαγράμματα που αναδεικνύουν το οικονομικό πλαίσιο της σημερινής Συνόδου.
Οι Βρετανοί τάσσονται υπέρ των στενότερων σχέσεων
Η δημόσια υποστήριξη για το Brexit έχει μειωθεί μετά το 52%-48% στο δημοψήφισμα του 2016. Δημοσκόπηση της YouGov νωρίτερα φέτος διαπίστωσε ότι μόνο το 30% των Βρετανών πιστεύει πλέον ότι η ψήφος υπέρ της αποχώρησης από την ΕΕ ήταν σωστή, έναντι 55% που λέει ότι ήταν λάθος.
Η πλειοψηφία υποστηρίζει τις στενότερες σχέσεις τις Βρυξέλλες. Περισσότεροι από έξι στους 10 (62%) εκτιμούν ότι το Brexit δεν απέδωσε, συμπεριλαμβανομένου περίπου του ενός τρίτου των ψηφοφόρων που ψήφισαν υπέρ της αποχώρησης. Η πλειοψηφία πιστεύει ότι το Brexit έβλαψε την οικονομία, το εμπόριο του Ηνωμένου Βασιλείου και το κόστος ζωής.

Όπως επισημαίνει το βρετανικό μέσο, δεν είναι εύκολο να απομονώσουμε τον οικονομικό αντίκτυπο του Brexit, δεδομένων άλλων τεκτονικών αλλαγών, όπως η πανδημία της Covid-19, ο πόλεμος στην Ουκρανία και ο κατακερματισμός του παγκόσμιου εμπορίου.
Ορισμένοι οικονομολόγοι προειδοποιούσαν για καταστροφή πριν από την ψηφοφορία του 2016, ενώ άλλοι προέβλεπαν μια αναγέννηση για την Βρετανία.
Η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Παρόλα αυτά, τα στοιχεία για την οικονομική ζημία συσσωρεύονται. Σύμφωνα με τον ανεξάρτητο φορέα Office for Budget Responsibility του Υπουργείου Οικονομικών, το Ηνωμένο Βασίλειο αναμένεται να δεχθεί πλήγμα 15% στο εμπόριο και 4% στα εισοδήματα μακροπρόθεσμα.
Αρνητικό εμπορικό σοκ
Το Brexit ήρθε μαζί με την επιβολή εμποδίων στο εμπόριο, γεγονός που έπληξε τις εξαγωγές αγαθών. Ωστόσο, τα εμπόδια θα μπορούσαν να μειωθούν μέσω διαπραγμάτευσης και με συμβιβασμούς. Η ΕΕ είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος του Ηνωμένου Βασιλείου: το 2024, οι βρετανικές εξαγωγές προς την ΕΕ ανήλθαν σε 358 δισ. στερλίνες (41% του συνόλου των βρετανικών εξαγωγών) και οι εισαγωγές 454 δισ. (51% του συνόλου).
Από τη λήξη της μεταβατικής περιόδου της ΕΕ στις 31 Δεκεμβρίου 2020, η αύξηση των εξαγωγών αγαθών του Ηνωμένου Βασιλείου έχει υποχωρήσει σημαντικά σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της G7.
Το 2024, οι εξαγωγές αγαθών προς την ΕΕ ήταν κατά 18% χαμηλότερες από το επίπεδο του 2019 σε πραγματικούς όρους.
Ωστόσο, οι εξαγωγές υπηρεσιών – όπου το Ηνωμένο Βασίλειο αποτελεί παγκόσμια δύναμη – έχουν σημειώσει καλύτερες επιδόσεις. Το OBR εκτιμά ότι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η συμφωνία του Brexit δημιούργησε περισσότερες τριβές για το εμπόριο αγαθών παρά για τις υπηρεσίες, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο εξαρτάται επίσης λιγότερο από την ΕΕ για τις εξαγωγές υπηρεσιών σε σύγκριση με τα αγαθά.

Πλήγμα στις επενδύσεις
Χωρίς σαφές σχέδιο από την κυβέρνηση και έπειτα από μια μακρά διαμάχη για το πώς ακριβώς θα έπρεπε να μοιάζει το Brexit, η πολιτική αναταραχή που προκλήθηκε οδήγησε τις επιχειρήσεις να βάλουν τα επενδυτικά τους σχέδια στον πάγο. Ελλείψει σαφήνειας σχετικά με τη μελλοντική σχέση του Ηνωμένου Βασιλείου με την ΕΕ, οι επενδύσεις έπεσαν στο κενό – επιδεινώνοντας ένα ήδη αδύναμο περιβάλλον για δαπάνες σε εξοπλισμούς και υποδομές.

Το Εθνικό Ινστιτούτο Οικονομικών και Κοινωνικών Ερευνών (Niesr) εκτιμά ότι οι επενδύσεις υποχώρησαν κατά 13% στο 2023 σε σχέση με το σενάριο της παραμονής. Ενώ αναμένει ότι η απώλεια αυτή θα μειωθεί σε περίπου 8% έως το 2035, καθώς οι επιχειρήσεις θα προσαρμόζονται, εξακολουθεί να αντιστοιχεί σε απώλειες ύψους 5-6% στο ΑΕΠ.
Αύξηση της μετανάστευσης
Μετά το Brexit, παρά τις υποσχέσεις εκείνων που τάσσονταν υπέρ της αποχώρησης αλλά και της κυβέρνησης των Συντηρητικών, η καθαρή μετανάστευση προς το Ηνωμένο Βασίλειο αυξήθηκε απότομα, φθάνοντας σε υψηλό επίπεδο ρεκόρ σχεδόν 1 εκατ. το έτος έως τον Ιούνιο του 2023.

Σχεδόν το 90% των αφίξεων προέρχεται από χώρες εκτός ΕΕ, ενώ η καθαρή μετανάστευση από το μπλοκ των 27 χωρών έχει μειωθεί. Οι εργοδότες αντιμετωπίζουν έλλειψη ανθρωπίνου δυναμικού καθώς το Brexit απομάκρυνε τους Ευρωπαίους εργαζόμενους – ιδίως στις κατασκευές, την εστίαση και τη μεταποίηση.
Και τώρα;
Οι Εργατικοί δεσμεύτηκαν στο μανιφέστο τους να σφυρηλατήσουν στενότερους δεσμούς με τις Βρυξέλλες, αλλά δεσμεύτηκαν επίσης σε μια σειρά από “κόκκινες γραμμές” για να αποφύγουν την “επαναφορά των διαιρέσεων” που έφερε στην επιφάνεια η ψηφοφορία του 2016 για το Brexit, συμπεριλαμβανομένης της υπόσχεσης ότι δεν θα επιστρέψουν στην ενιαία αγορά της ΕΕ, στην τελωνειακή ένωση ή στην ελεύθερη κυκλοφορία.
Αυτό θα περιορίσει το πεδίο εφαρμογής των θεμάτων που τίθενται σήμερα στη Σύνοδο του Λονδίνου.
Ο Τζέιμς Σμιθ, διευθυντής ερευνών στο Ίδρυμα Resolution, δήλωσε ότι οι συμφωνίες για την άμυνα και την ασφάλεια, τα αλιευτικά δικαιώματα, ένα πρόγραμμα κινητικότητας των νέων κ.α. θα μπορούσαν να ενισχύσουν την οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Τζον Σπρίνγκφορντ, συνεργάτη του Centre for European Reform, οι απαιτήσεις του Ηνωμένου Βασιλείου και της ΕΕ υποδηλώνουν ότι η επανεκκίνηση θα μπορούσε να ενισχύσει το βρετανικό ΑΕΠ κατά ένα περιορισμένο ποσό, μεταξύ 0,3% και 0,7%. Πολύ λιγότερο από την εκτιμώμενη από το OBR μακροπρόθεσμη μείωση του ΑΕΠ κατά 4%.

Ωστόσο, οι οικονομολόγοι λένε ότι η επανεκκίνηση είναι σημαντική σε μια εποχή αυξημένης αβεβαιότητας εν μέσω του παγκόσμιου εμπορικού πολέμου του Ντόναλντ Τραμπ.
“Μια εμπορική συμφωνία με την ΕΕ είναι πολύ πιο πιθανό να έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο από ό,τι οι συμφωνίες με την Ινδία και τις ΗΠΑ”, δήλωσε ο Στίβεν Μίλαρντ, αναπληρωτής διευθυντής του Niesr. Πολλά θα εξαρτηθούν από τις λεπτομέρειες οποιασδήποτε συμφωνίας, πρόσθεσε. “Αλλά οποιαδήποτε κίνηση προς την κατεύθυνση της στενότερης [σχέσης] με τους Ευρωπαίους γείτονές μας είναι καλή, δεδομένου ότι θα πρέπει να αυξήσει το ΑΕΠ και, έτσι, να βοηθήσει τα δημόσια οικονομικά”.
Σχετικά Νέα
Ο Τραμπ συνομίλησε με τον Ζελένσκι πριν από την κλήση του με τον Πούτιν
Ο Ντόναλντ Τραμπ συνομίλησε, για λίγο, με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι πριν από την κλήση.
Ιταλία: Φορτηγό συγκρούστηκε με σχολικό λεωφορείο – Νεκρή μία δασκάλα
Ένα τροχαίο δυστύχημα σημειώθηκε σήμερα γύρω πριν από τις 17:00 σε μια σήραγγα στο.
Η Revolut επενδύει €1 δισ. για την επέκτασή της στη Γαλλία
Η βρετανική Revolut ανακοίνωσε τη Δευτέρα ότι σχεδιάζει να επενδύσει 1 δισ, ευρώ τα.
Περικοπές από τα υπουργεία ζητά ο Κλινγκμπάιλ
Ενόψει της παρουσίασης του σχεδίου προϋπολογισμού για το 2025 τον ερχόμενο Ιούνιο, ο Σοσιαλδημοκράτης.