777CE9447A5388C03DEC7FA40CBBAD50Ο πρέσβης της Τουρκίας στην ΕΕ, Σελίμ Γιενέλ, σε συνέντευξή του στη διαδικτυακή πύλη EurActiv,εξέφρασε την άποψη ότι η ΕΕ δεν μπορεί να κάνει υποδείξεις στην Τουρκία για ανοιχτά σύνορα, όταν κλείνει τα δικά της .

Συγκεκριμένα,σχετικά με το συνωστισμό προσφύγων στα σύνορα της Τουρκίας και της Συρίας, ο Τούρκος πρέσβης αναφέρει πως η Τουρκία έχει διατηρήσει επί μακρόν τα σύνορά της ανοιχτά, αλλά λόγω της αθρόας προσέλευσης προσφύγων έπρεπε να εισαγάγει μια πολιτική θεωρήσεων για τους Σύρους προς αποφυγή εισόδου εξτρεμιστών ισλαμιστών στο έδαφός της. «Δεν νομίζω ότι η ΕΕ είναι σε θέση να μας υποδεικνύει να ανοίξουμε των σύνορά μας, όταν κλείνει τα δικά της. Θεωρώ ότι είναι αρκετά ειρωνικό. Εμείς έχουμε βοηθήσει τους ανθρώπους αυτούς και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε», σημειώνει χαρακτηριστικά.

Αναφορικά με το Σχέδιο Δράσης Τουρκίας-ΕΕ, σημειώνει πως η Τουρκία έχει αντιληφθεί πως η ΕΕ χρειάζεται τη «βοήθειά» της, γιατί είναι σε μια «δύσκολη κατάσταση» και «βρίσκεται σε πανικό». «Βοηθήσαμε τους Σύρους και τώρα θα βοηθήσουμε και την ΕΕ», προσθέτει.

«Η μεγαλύτερη ανησυχία της ΕΕ είναι οι αριθμοί. Τα κράτη μέλη θέλουν οι αριθμοί να μειωθούν. Η ΕΕ θέλει να δείξει στην κοινή γνώμη ότι η συμφωνία με την Τουρκία θα μειώσει τον αριθμό των προσφύγων. Η συμφωνία λειτουργεί και έχουμε υιοθετήσει μια σειρά μέτρων. Αλλά αυτά τα πράγματα παίρνουν χρόνο», αναφέρει ο Σ. Γιενέλ και συμπληρώνει πως η χρηματοδοτική βοήθεια της ΕΕ υπέρ των Σύρων προσφύγων στην Τουρκία ύψους 3 δισ. ευρώ, αν και δεν έχει ακόμα καταβληθεί, θα βοηθήσει να ανακουφιστούν οι ανάγκες τους. Σύμφωνα με τον ίδιο, η Τουρκία έχει δαπανήσει ήδη 9 δισ. υπέρ των προσφύγων. Εντούτοις, αναφέρει, η μόνη λύση στο πρόβλημα είναι να τεθεί τέλος στο συριακό εμφύλιο.

Ως προς τους ελέγχους στα σύνορα Ελλάδας – Τουρκίας, υποστηρίζει πως έχει βελτιωθεί η συνεργασία με την Ελλάδα και την ελληνική ακτοφυλακή, καθώς η Τουρκία έχει αγοράσει «περισσότερα σκάφη με σκοπό την καλύτερη προστασία των συνόρων». «Ο κύριος σκοπός κάθε ακτοφυλακής δεν είναι να αποτρέψει τους ανθρώπους που εισέρχονται, είναι να τους προστατεύσει. Θα πρέπει να ελέγξουμε καλύτερα τα θαλάσσια σύνορα με σκάφη. Θα πρέπει επίσης να αποτρέψουμε τους ανθρώπους από το να επιβιβάζονται σε μικρά βαρκάκια» υπογραμμίζει και συμπληρώνει πως προς το σκοπό αυτό, συλλαμβάνονται όλο και περισσότεροι διακινητές, αλλά βρίσκουν πάντα νέους τρόπους και μεθόδους για να συνεχίσουν τη διακίνηση ανθρώπων. «Πρέπει να είμαστε πιο εφευρετικοί από αυτούς και για το λόγο αυτό είναι τόσο σημαντική η βελτιωμένη συνεργασία με τη Βουλγαρία και την Ελλάδα, καθώς και τη Frontex. Χρειάζεται ωστόσο χρόνος», επισημαίνει ο Τούρκος πρέσβης.

Στην ερώτηση κατά πόσο διαμοιράζονται πληροφορίες με τις ελληνικές αρχές, ο ίδιος απαντά θετικά σημειώνοντας: «Αυτό συμβαίνει, αλλά με αργούς ρυθμούς. Γνωρίζουμε ποιος φεύγει και οι Έλληνες γνωρίζουν ποιος περνάει [σε ελληνικό έδαφος]. Ξέρουμε ποιους έχουμε εμποδίσει και ξέρουν τι δεν έχουμε καταφέρει να αποτρέψουμε».

Σχετικά, τώρα, με τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας, ο ίδιος αναφέρει ότι η προσφυγική / μεταναστευτική κρίση, αλλά και ο κίνδυνος που αντιπροσωπεύει η Ρωσία, αποτέλεσαν ευκαιρία αναθέρμανσης τους και αναφέρεται ειδικότερα στην επιτάχυνση της διαδικασίας για την απελευθέρωση των θεωρήσεων, σημειώνοντας ότι η ενταξιακή πορεία της Τουρκίας έχει πλέον μπει σε διαδικασία «ομαλοποίησης».

Τέλος, ως προς το Κυπριακό, ο ίδιος σημειώνει ότι η επίλυσή του είναι το «κλειδί», ενώ τονίζει πως παρά τις δυσκολίες, τώρα υπάρχει «βούληση» και από τις δύο πλευρές. «Μπορούμε να επιλύσουμε αυτό το ζήτημα, επί του οποίου εργαζόμαστε καλά με τους Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους συναδέλφους μας. Υπάρχουν ακόμα δυσκολίες και προκλήσεις, αλλά υπάρχει βούληση και από τις δύο πλευρές. Ελπίζουμε ότι θα συμβεί. Αν αυτό γίνει, οι σχέσεις Τουρκίας-ΕΕ θα ανθίσουν, γιατί θα είμαστε σε θέση να ανοίξουμε περισσότερα κεφάλαια. Αν όχι, τότε το πλαίσιο που έχουμε δημιουργήσει θα τεθεί υπό πίεση. Ενδέχεται να έχουμε την απελευθέρωση των θεωρήσεων, αλλά όχι πολλά περισσότερα. Υπάρχουν τόσα πολλά ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν, αλλά τώρα υπάρχει η θέληση», αναφέρει ο Σ. Γιελέν και καταλήγει: «Περιμένουμε τη λύση κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους. Και οι δύο ηγέτες τη θέλουν, η Ελλάδα τη θέλει, η Τουρκία τη χρειάζεται, η ΕΕ χρειάζεται μια ιστορία επιτυχίας. Ο ΟΗΕ επίσης τη χρειάζεται. Είμαι πολύ αισιόδοξος, έχω δει τα κείμενα των διαπραγματεύσεων και πηγαίνει καλά. Είμαι σίγουρος ότι στο τέλος θα έχουμε ένα πακέτο. Είναι εφικτό».