Με μεγάλες απώλειες του Dow Jones έκλεισε η Wall Street

Η άνοδος του πληθωρισμού στις ΗΠΑ τον Απρίλιο σε υψηλό 13 ετών αναζωπύρωσε τους φόβους επενδυτών και αναλυτών για συντομότερη του αναμενόμενου σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής από τη Federal Reserve οδηγώντας σε νέο sell-off την Τετάρτη, με τον Dow Jones μάλιστα να σημειώνει τη χειρότερη ημερήσια πτώση του από τον Οκτώβριο του 2020.

Το κλίμα στην αγορά ήταν σήμερα από την αρχή βαρύ, καθώς τα στοιχεία που ανακοίνωσε πριν από την έναρξη της συνεδρίασης το υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ έδειξαν ότι ο δείκτης τιμών καταναλωτή αυξήθηκε κατά 0,8% τον Απρίλιο από τον προηγούμενο μήνα, μετά από άνοδο 0,6% τον Μάρτιο. Χωρίς την ενέργεια και τα τρόφιμα, ο δομικός δείκτης ενισχύθηκε 0,9% μετά από άνοδο 0,3% τον Μάρτιο.

Σημειώνεται ότι οι μέσες εκτιμήσεις των αναλυτών σε δημοσκόπηση του Reuters έκαναν λόγο για αύξηση του συνολικού δείκτη κατά μόλις 0,2%, με τον δομικό δείκτη να σκαρφαλώνει 0,3%.

Σε ετήσια βάση, ο δείκτης εκτινάχθηκε σε υψηλό 13 ετών στο 4,2% τον Απρίλιο, με τον δομικό δείκτη να σκαρφαλώνει στο 3% που είναι το υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 26 ετών.

Η άνοδος αυτή του πληθωρισμού επανέφερε στο προσκήνιο το ενδεχόμενο η Federal Reserve να αναγκαστεί να εγκαταλείψει νωρίτερα από το αναμενόμενο την πολιτική των μηδενικών επιτοκίων προκειμένου να αντιμετωπίσει το ράλι των τιμών.

Παρότι δε ο αντιπρόεδρος της Fed Richard Clarida προσπάθησε για μια ακόμη φορά σήμερα να καθησυχάσει τους επενδυτές επαναλαμβάνοντας την εκτίμηση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ ότι η άνοδος των τιμών θα είναι προσωρινή, οι επενδυτές δεν φαίνεται να πείστηκαν.

Την ίδια τύχη είχαν και οι δηλώσεις των πιο ψύχραιμων εκ των αναλυτών που τονίζουν ότι η μεγάλη ετήσια αύξηση οφείλεται στο γεγονός ότι την αντίστοιχη περσινή περίοδο οι τιμές κατέρρεαν εν μέσω της κρίσης της πανδημίας, οπότε είναι φυσιολογικό να καταγράφεται τόσο μεγάλη άνοδος το επόμενο έτος.

Κι αυτό γιατί οι επενδυτές φοβούνται ότι μια ταχύτερη του αναμενόμενου σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής από τη Fed θα υπονομεύσει την εύθραυστη ακόμη οικονομική ανάκαμψη, ενώ παράλληλα ανησυχούν και για τις άμεσες επιπτώσεις που μπορεί να έχει σε επίπεδο επιχειρήσεων.

Πιο συγκεκριμένα, οι επενδυτές φοβούνται ότι η άνοδος των τιμών καταναλωτή μπορεί να επηρεάσει τα περιθώρια εταιρικού κέρδους εάν οι εταιρείες δεν είναι σε θέση να μετακυλίσουν το κόστος στους καταναλωτές, αλλά και τις αποτιμήσεις των μετοχών, οι οποίες τείνουν να είναι χαμηλότερες όταν ο πληθωρισμός είναι υψηλός. Οι μετοχές τεχνολογίας, ιδίως, είναι ευάλωτες λόγω των υψηλών αποτιμήσεών τους και του ρυθμού ανάπτυξης που αναμένεται στο μέλλον.

Δείκτες – στατιστικά
Εν μέσω αυτού του κλίματος, ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones απώλεσε σήμερα 681,50 μονάδες ή σχεδόν 2% (-1,99%), κλείνοντας στις 33.587,66 μονάδες. Πρόκειται για τη χειρότερη ημερήσια επίδοση του δείκτη από τις 28 Οκτωβρίου 2020, όταν είχε χάσει 943 μονάδες.

Ισχυρές απώλειες κατέγραψε και ο ευρύτερος S&P 500 που τερμάτισε στις 4.062,88 μονάδες με πτώση 2,15%, ελαφρώς υψηλότερα από τον κινητό μέσο όρο των 50 ημερών στις 4.049,95 μονάδες, επίπεδο που είχε να προσεγγίσει από τις 25 Μαρτίου σύμφωνα με τη FactSet.

Ακόμη ισχυρότερες πιέσεις δέχθηκε ο τεχνολογικός Nasdaq, που με απώλειες 357,75 μονάδων ή 2,67% έκλεισε στις 13.031,68 μονάδες.

Από τις 30 μετοχές του δείκτη των blue chips μόνο δύο έκλεισαν σε θετικό έδαφος, η Merck με +0,70% και η Chevron με +0,63%, ενώ όλες οι υπόλοιπες τερμάτισαν την ημέρα με απώλειες από 0,22% έως 4,13% για την Home Depot.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα