Η bull market των ελληνικών μετοχών και το “θαύμα” των ομολόγων

Η πολύ καλή εικόνα της οικονομίας, η οποία και “επισφραγίζεται” και από τις αναλύσεις, τις αναβαθμίσεις και τις προβλέψεις των διεθνών οίκων, τα ισχυρά αποτελέσματα των εταιρειών –η χρήση 2023 αναμένεται να είναι μαζί με τη χρήση 2022 οι δύο καλύτερες της τελευταίας 15ετίας για τις εισηγμένες–, και τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης, έχουν αφυπνίσει την κινητικότητα στην αγορά και έχουν στρέψει τα βλέμματα τα ελληνικά assets. Το Χρηματιστήριο Αθηνών αλλά και τα ελληνικά ομόλογα, καταγράφουν από τις καλύτερες επιδόσεις διεθνώς, μία πορεία που φαίνεται πως θα έχει και συνέχεια, με πολλούς “ποιοτικούς” και μακροπρόθεσμους επενδυτές να αναμένεται να “επιβιβαστούν” σταδιακά στο ελληνικό success story.

Μέχρι στιγμής, παρά τη νέα αναβάθμιση της Ελλάδας, την επίσημη πια ένταξη των ελληνικών ομολόγων στους διεθνείς δείκτες, και την πολύ υψηλή ανταπόκριση των επενδυτών στο πρόσφατο ελληνικό roadshow στο Λονδίνο, οι επενδυτές δεν προχώρησαν σε αποφασιστικές κινήσεις στο Χ.Α. αλλά περιορίστηκαν σε μετρημένες τοποθετήσεις.

Πάντως, στα πολύ θετικά, παρατηρήθηκε διάχυση του ενδιαφέροντος στις μικρότερες κεφαλαιοποιήσεις. Σε αυτό σημαντικό ρόλο έχει παίξει και η δράση της ίδιας της ΕΧΑΕ με τα roadshow που διοργάνωσε φέτος σε τρεις ευρωπαϊκές πόλεις (Γενεύη, Παρίσι, Φρανκφούρτη), για την προώθηση των mid-caps.

Η υποτονικότητα του τελευταίου διαστήματος, με το Χ.Α. για μία ακόμη φορά να μην κεφαλαιοποιεί τις θετικές εξελίξεις, έχει μία πολύ σημαντική εξήγηση, ωστόσο, η οποία και ενισχύει τις προοπτικές του επόμενου διαστήματος.

Η κίνηση των τελευταίων ημέρων δείχνει πως η αγορά περισσότερο συσσώρευε δυνάμεις παρά έδειχνε σημάδια αδυναμίας, σύμφωνα με εγχώριους αναλυτές, εν αναμονή των placements και των δημόσιων προσφορών του επόμενου διαστήματος. Κατά τους ίδιους, η ανοδική τάση δεν έχει χαθεί, ενώ ο Γενικός Δείκτης “άνετα” μπορεί να στοχεύσει να κλείσει το έτος σε νέα υψηλά. Άλλωστε, όπως παρατηρούν, ο Γενικός Δείκτης δεν είχε κανέναν αρνητικό Δεκέμβριο από το 2019 και εκτός απροόπτου, δεν υπάρχει λόγος ο φετινός Δεκέμβριος να κλείσει με απώλειες. Παράλληλα, προβλέπουν πως για το 2024 είναι εφικτό να κατακτηθούν και οι 1.600 μονάδες. Άλλωστε, πολλοί μεγάλοι επενδυτικοί οίκοι, όπως οι J.P. Morgan, HSBC και Morgan Stanley, έχουν τοποθετήσει τις ελληνικές μετοχές στα κορυφαία “στοιχήματά” τους για το επόμενο έτος.

Το “θαύμα” των ελληνικών ομολόγων συνεχίζεται

Το Χ.Α. και οι αποτιμήσεις των μετοχών έχουν πάντως στο πλευρό του τις εξαιρετικές επιδόσεις που σημειώνουν τα ελληνικά ομόλογα, με την απόδοση του 10ετούς να έχει υποχωρήσει (3,32%) στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Ιούλιο το 2022 και το spread (114 μ.β) να έχει μειωθεί στο… μισό από τις αρχές του έτους. Παράλληλα, το ελληνικό 10ετές απέχει μία ανάσα από το αντίστοιχο ισπανικό, αφού τα “χωρίζουν” μόλις 14 μονάδες βάσης.

Η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στους διεθνείς δείκτες, που θα ξεκινήσει από τις αρχές του 2024, έχει δώσει νέα ώθηση στην αγορά, με τους μεγάλους “παίκτες” να έχουν βάλει την Ελλάδα στα ραντάρ τους. Ο πάροχος διεθνών δεικτών κρατικών ομολόγων, ο Bloomberg Index Services, είναι ο πρώτος που ανακοίνωσε το eligibility της Ελλάδας την περασμένη εβδομάδα. Ειδικότερα, όπως δήλωσε, με την πρόσφατη αναβάθμιση του ελληνικού δημόσιου χρέους από τη Fitch σε “BBB-“, η οποία και ακολούθησε αντίστοιχη αναβάθμιση από την S&P τον Οκτώβριο του 2023 σε “BBB-“, το χρέος του Ελληνικού Δημοσίου θεωρείται πλέον επενδυτικής βαθμίδας. Συνεπώς, καθίσταται επιλέξιμο για τους κορυφαίους δείκτες του και συγκεκριμένα τους: Bloomberg Series-L Euro Treasury, Euro Aggregate, Global Treasury και Global Aggregate Indices, Series-B και Series-E, καθώς και τους σχετικούς υπο-δείκτες και προσαρμοσμένους δείκτες.

Αυτό αφορά 17 ελληνικά ομόλογα με τρέχουσα αξία αγοράς 73 δισ. ευρώ, δηλαδή όλη την ελληνική καμπύλη. Λόγω της χαμηλής ρευστότητας που συνηθίζει να υπάρχει στη διεθνή αγορά ομολόγων στο τέλος του έτους, τα ελληνικά ομόλογα θα εισέλθουν στο σύμπαν των δεικτών Bloomberg στις αρχές Ιανουαρίου 2024, ενώ θα συμβάλουν στις αποδόσεις των συγκεκριμένων δεικτών από την 1η Φεβρουαρίου 2024, σύμφωνα με την ανακοίνωση του Bloomberg.

Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, η επιλεξιμότητα των ελληνικών ομολόγων θα οδηγήσει αυτομάτως σε εισροές 6-10 δισ. ευρώ, όση δηλαδή θα είναι περίπου και η εκδοτική δραστηριότητα του ελληνικού Δημοσίου το επόμενο έτος (7-10 δισ. ευρώ).

Δεν είναι τυχαίο πως όλοι οι μεγάλοι επενδυτικοί οίκοι “αγοράζουν” ελληνικά ομόλογα για το 2024.

Η Société Générale τοποθετεί στα κορυφαία επενδυτικά “στοιχήματα” του 2024, το κτίσιμο θέσεων στα ελληνικά 10ετή ομόλογα έναντι των 10ετών ιταλικών. Η γαλλική τράπεζα εκτιμά πως η ανοικοδόμηση της εμπιστοσύνης των επενδυτών στα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας, θα οδηγήσουν σίγουρα σε νέο σταδιακό ράλι στους ελληνικούς κρατικούς τίτλους.

“Ψήφο εμπιστοσύνης” στα ελληνικά ομόλογα δίνουν και οι Goldman Sachs, JP Morgan και Citi.

H Goldman Sachs συνέστησε στους επενδυτές να τοποθετηθούν στα ελληνικά ομόλογα το 2024, χαρακτηρίζοντάς τα “καλής ποιότητας” τίτλους, ενώ αναμένει πως θα συνεχίσουν την υπεραπόδοσή τους χάρη στη χαμηλή εκδοτική δραστηριότητα του Ελληνικού Δημοσίου το επόμενο έτος, στην ισχυρή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας και στο γεγονός ότι οι αγορές αναμένεται να ανταμείψουν τους κρατικούς τίτλους των χωρών που σημειώνουν βελτίωση στα δημοσιονομικά τους μεγέθη.

Η J.P. Morgan τόνισε ότι στις βασικές τις τοποθετήσεις για το 2024 είναι οι θέσεις στα ελληνικά ομόλογα έναντι των ιταλικών, λόγω των εισροών που θα φέρει η ένταξη τους στους διεθνείς δείκτες.

H Citi παραμένει θετική για τα ελληνικά ομόλογα στο μεσοπρόθεσμο διάστημα και τα έχει στο ραντάρ της για το 2024, ενώ εκτιμά πως το ελληνικό spread έναντι των γερμανικών θα ισοφαρίσει σύντομα το ισπανικό spread.

Στηρίξεις από το μέτωπο των επιτοκίων

Παράλληλα, και το κλίμα στις διεθνείς αγορές “συνηγορεί” υπέρ ενός καλού τέλους του έτους και ένα επίσης θετικό 2024 για το Χ.Α., τη στιγμή που ήδη βρίσκεται στην πρώτη τριάδα των αποδόσεων διεθνώς από τις αρχές του 2023, με κέρδη 37%. Οι επενδυτές εμφανίζονται πιο αισιόδοξοι για μειώσεις επιτοκίων της Fed στις αρχές του νέου έτους έπειτα από την πορεία του πληθωρισμού αλλά και τα νέα στοιχεία που δείχνουν ότι η αγορά εργασίας “χαλαρώνει”.

Ανάλογη είναι και η αισιοδοξία στην Ευρωζώνη, με την Deutsche Bank να προβλέπει πλέον πως η ΕΚΤ θα μειώσει τα επιτόκια κατά 150 μ.β το 2024, 50 μ.β. περισσότερο από την προηγούμενη πρόβλεψή της, μετά την απότομη επιβράδυνση του πληθωρισμού, ξεκινώντας με μείωση 50 μ.β τον Απρίλιο.

Από την πλευρά της η Citi, στο βασικό της σενάριο βλέπει μία πρώτη μείωση των επιτοκίων τον Ιουνίου ύψους 50 μ.β., ενώ δεν αποκλείει ότι μπορεί να έλθει νωρίτερα, τον Μάρτιο, καθώς η συνεδρίαση θα συνοδεύεται από τις νέες προβλέψεις του προσωπικού της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό, την αγορά εργασίας και την ανάπτυξη. Σε ένα τέτοιο σενάριο, η Citi πιστεύει ότι η μείωση θα είναι της τάξης των 25 μονάδων βάσης, ενώ θα ακολουθήσουν παρόμοιες μειώσεις τον Απρίλιο και τον Ιούνιο.

Η Goldman Sachs εκτιμά πως η πρώτη μείωση των επιτοκίων θα γίνει στο β’ τρίμηνο του 2024 αντί του γ’ που προέβλεπε πριν. Σύμφωνα με την Goldman, ο τριμηνιαίος ετήσιος ρυθμός του ονομαστικού πληθωρισμού έχει πλέον μειωθεί από 4,1% το καλοκαίρι σε 0,8% τον Νοέμβριο, πολύ χαμηλότερα κάτω από τον στόχο της ΕΚΤ. Έτσι, εκτιμά πως ο ονομαστικός πληθωρισμός θα βρεθεί στο 2,3% σε ετήσια βάση στα μέσα του 2024 και στο 2% στο τέλος του 2024.

Το μεγάλο bull market και οι 1.600 μονάδες

Όπως σχολιάζει και ο Πέτρος Στεριώτης, CEO κυπριακής ΑΕΠΕΥ, στα επίπεδα που βρίσκονται οι διεθνείς αλλά και ο ελληνικός Γενικός Δείκτης μπορούμε να μιλήσουμε για το μεγάλο bull market της χρονιάς που ολοκληρώνεται, κόντρα στα προγνωστικά.

Το Χ.Α. έχει ανέβει στο “αλεξίπτωτο” και το βλέμμα του στρέφεται προς τα υψηλά δεκαετίας, με τις αναβαθμίσεις του κρατικού αξιόχρεου και τις εξελίξεις στον τραπεζικό κλάδο να δημιουργούν αισιοδοξία για το νέο έτος.

Η αμερικανική οικονομία, σηματωρός της παγκόσμιας, όχι μόνον απέφυγε την ύφεση αλλά σημειώνει και “συμπαθητικούς” ρυθμούς ανάπτυξης, με δυναμική αγορά εργασίας.

Αντίστοιχα, στην Ευρωζώνη οι επίσημες μετρήσεις πληθωρισμού δείχνουν ότι το “τέρας” καταπολεμήθηκε, ειδικά με τις τιμές του πετρελαίου να έχουν πέσει σε πολύμηνα χαμηλά, στα 70 δολάρια/βαρέλι. Αυτό είναι άλλο ένα παράδειγμα του απρόβλεπτου χαρακτήρα των αγορών, ειδικά ενόσω οι συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή συνεχίζονται.

Πάντως, όπως τονίζει ο κ. Στεριώτης, η διαχείριση του ρίσκου επιβάλλεται ακόμη και όταν ένα Χρηματιστήριο κινείται επίμονα προς μια κατεύθυνση και οι διορθώσεις του μοιάζουν απλά “διακοσμητικές”.

Είμαστε στον τελευταίο μήνα του χρόνου, σε μία χρονιά που έχει μοιράσει σημαντικά κέρδη στους συμμετέχοντες, σχολιάζει ο Ηλίας Ζαχαράκης της Fast Finance. Πλέον και με τη βούλα, τα ελληνικά ομόλογα είναι στο στόχαστρο των επενδυτών. Ήδη οι τιμές είχαν προεξοφλήσει το γεγονός, παρ’ όλα αυτά πλέον οι αγοραστές αυξάνονται σε κάθε περίπτωση έχοντας μάλιστα διάρκεια στον χρόνο χωρίς μεγάλα σκαμπανεβάσματα.

Ουσιαστικά η χώρα πλέον έχει τη μεγαλύτερη μείωση του χρέους, μειώνει ακόμα περισσότερο το κόστος δανεισμού της, ενώ παράλληλα υπερ-αποδίδει σε ανάπτυξη σε σχέση με όλες τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης, επισημαίνει ο αναλυτής. Ο τραπεζικός κλάδος πλέον μπορεί να δανείζει πιο εύκολα και με καλύτερο κόστος ενώ η αξιοπιστία της χώρας βρίσκεται στο καλύτερο επίπεδο των τελευταίων 20 ετών.

Το χρηματιστήριο ακολουθεί και μάλιστα με αργά και σταθερά βήματα με τα placements των τραπεζών να παίζουν τον ρόλο τους ενώ ανοίγει ο δρόμος για μία ακόμα μία πετυχημένη χρηματιστηριακή χρονιά μιας και όπως όλα δείχνουν δύσκολα θα μας λείπουν τα καλά νέα και αναβαθμίσεις. Σίγουρα οι εξωγενείς παράγοντες μπορεί να προβληματίσουν αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το ελληνικό χρηματιστήριο έχει να φοβηθεί κάτι με τόσο θετικά δεδομένα.

Τεχνικά, όπως τονίζει ο κ. Ζαχαράκης, η τάση παραμένει κραταιά με τη ζώνη των 1.300 μονάδων σε πρώτη φάση, και των 1.350 μονάδων σε δεύτερη, να είναι τα κοντινά επίπεδα για τον Γενικό Δείκτη. Όπως μάλιστα εκτιμά, η μεγάλη εικόνα πάντως δείχνει ότι το 2024 θα μπορούσε να στοχεύσει στη ζώνη των 1.600 μονάδων.

Οι θετικές εξελίξεις δεν οδήγησαν στην αναμενόμενη ανοδική κίνηση του Γενικού Δείκτη που αρνήθηκε να αναμετρηθεί με τις 1.300 μονάδες στην παρούσα φάση, παρατηρεί και ο Δημήτρης Τζάνας, σύμβουλος διοίκησης της Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ. Αντιθέτως, όπως προσθέτει, οι ρευστοποιήσεις τραπεζών και δεικτοβαρών τίτλων παραβίασαν ενδοσυνεδριακά τη στήριξη των 1.270 μονάδων με την κίνηση του Ελληνικού Χρηματιστηρίου να παρουσιάζει τη συνήθη ασύμμετρη συμπεριφορά λόγω των ιδιαιτεροτήτων του, προσπερνώντας την αναμενόμενη περαιτέρω βελτίωση των μεγεθών των σημαντικότερων εισηγμένων εταιρειών για το 2024.

Ωστόσο, υπάρχει και άλλη εξήγηση, επισημαίνει ο αναλυτής. Οι θετικές εξελίξεις σε σχέση με την ελληνική αναβάθμιση είχαν προεξοφληθεί, ενώ δεν συνεπάγονται την αυτόματη αύξηση νέων κεφαλαιακών ροών από επενδυτές μακράς πνοής, που ωστόσο έκαναν την παρουσία τους στη δημόσια προσφορά της Εθνικής Τράπεζας.

Κατά την Beta Securities, οι προοπτικές του Χ.Α. για το επόμενο διάστημα έχουν πολλές στηρίξεις. Ο Νοέμβριος ήταν ο καλύτερος μήνας του 2023 όχι γιατί έκλεισε με κέρδη 6,9% και είχε τη μεγαλύτερη μέση ημερήσια συναλλακτική δραστηριότητα των τελευταίων 94 μηνών αλλά γιατί δημιούργησε θετικό κλίμα και προϋποθέσεις επιτυχίας για όσα ακολουθούν και τα οποία είναι πολλά, σημειώνει χαρακτηριστικά. Το ενδεχόμενο επίσπευσης της μείωσης των επιτοκίων σε Ευρώπη και Αμερική μετά τις τελευταίες επίσημες μετρήσεις του πληθωρισμού καθώς και τα καλύτερα των αναμενομένων κέρδη των εταιρειών του S&P-500 μετρίασαν τις επιφυλάξεις και στο εξωτερικό με τις αγορές να σημειώνουν τις καλύτερες μηνιαίες αποδόσεις τους από το καλοκαίρι του 2022.

Τεχνικά ο Γενικός Δείκτης ανέβηκε ένα ακόμα σκαλοπάτι συναντώντας, ωστόσο, την αντίσταση των πωλητών στην προσέγγιση με τη βασική αντίσταση των 1.300 μονάδων. Η διατήρηση των συναλλαγών πάνω από τα 100 εκατ. ευρώ υποστήριξαν τη μετριοπαθώς ανοδική κίνηση ωστόσο από εδώ και πέρα θα χρειαστεί περισσότερη ένταση για την ανοδική διαφυγή της αγοράς, όπως εκτιμά.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα