H Ευρώπη κωλυσιεργεί, οι ανάγκες θα καλυφθούν με εγχώρια κεφάλαια…

Με το ενδεχόμενο παράτασης του lockdown να είναι πιο ορατό από ποτέ και την επιστροφή στην κανονικότητα να μοιάζει-τη δεδομένη στιγμή- με άπιαστο όνειρο, η πραγματική οικονομία και το εγχώριο επιχειρείν βρίσκονται παγιδευμένα, ασφυκτιώντας για μια ανάσα «ζωής». Τα πολυπόθητα ευρωπαϊκά κεφάλαια, μέσω κυρίως του Ταμείου Ανάκαμψης, που θα αποτελούσαν ένεση ρευστότητας και κεφαλαιώδες στήριγμα για την ελληνική οικονομία, δεν πρόκειται να έρθουν άμεσα, κι αυτό εξαιτίας των μνημειωδών κωλυσιεργιών και καθυστερήσεων που διέπουν το «βασίλειο» των Βρυξελλών.

Γράφει ο Νώντας Βλάχος

Οι σχετικές και καθόλα απαιτούμενες υπογραφές δεν έχουν «πέσει» από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και έτσι τα ευρωπαϊκά κονδύλια βρίσκονται επί του παρόντος μόνο στα χαρτιά και όχι στα ταμεία των ευρωπαϊκών χωρών, ανάμεσα στις οποίες και η Ελλάδα. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι οι ήδη δοκιμαζόμενες ελληνικές επιχειρήσεις και κυρίως οι κλάδοι που ως επί το πλείστον έχουν πληγεί από τα lockdown, ελέω πανδημίας, συνεχίζουν να βρίσκονται αίολες, μετέωρες, χωρίς ουσιαστικό αποκούμπι και αφετηρία ελπίδας για τη συνέχεια. Η λύση που  θα προωθήσει η κυβέρνηση, για να σώσει ό,τι περισώζεται στην παρούσα φάση και παράλληλα να κερδίσει τον απαιτούμενο χρόνο, έως ότου έρθουν τα ευρωπαϊκά κονδύλια (Ταμείο Ανάκαμψης) στη χώρα, είναι να πληρώσει η ίδια-μέσω εθνικών πόρων- τις τρέχουσες ανάγκες και να χρηματοδοτήσει από τον κρατικό κορβανά τα έργα άμεσης προτεραιότητας, που έχουν ήδη προϋπολογιστεί στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης.

Πρόκειται για μία λύση ανάγκης, ενδεχομένως να αποτελεί και μονόδρομο, που εμπεριέχει τα ρίσκα του, από τη στιγμή που ουδείς μπορεί να προδικάσει με ασφάλεια πότε η χώρα θα εισπράξει τα χρήματα από το Ταμείο Ανάκαμψης. Η μεταβλητότητα σε κάθε τέτοιου είδους πρόβλεψη είναι έντονη, πόσω μάλλον αν συνυπολογίσει κανείς, τις αστοχίες των Βρυξελλών στο μείζον ζήτημα των εμβολίων, που «πλήγωσαν» συθέμελα τον ευρωπαϊκό προγραμματισμό για την αντιμετώπιση της πανδημίας αλλά και την εν γένει αδυναμία που επιδεικνύει η Ε.Ε. να «τρέξει» με ταχύτητα και επάρκεια τα προγράμματα ενίσχυσης των πληγεισών χωρών.

Η χρηματοδότηση με εγχώρια κεφάλαια έργων και project, καθώς και η κάλυψη των τρεχουσών αναγκών, είναι μια «γενναία» απόφαση, η οποία προφανώς και ελήφθη, υπό το βάρος της τρέχουσας κατάστασης και βεβαίως εξαιτίας της έκδηλης αδυναμίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης να εφαρμόσει το πρόγραμμα βοήθειας και ενίσχυσης χωρών, επιχειρήσεων και εργαζομένων. Προφανώς η Ελλάδα, αλλά και οι άλλες χώρες που τελούν υπό το «καθεστώς» της πανδημίας και των αλλεπάλληλων lockdown, δεν δύνανται να κάτσουν με σταυρωμένα χέρια, περιμένοντας το μοιραίο. Το γεγονός, ωστόσο, ότι η Ε.Ε, εξαιτίας των «παθογενειών» αλλά και της ισχνής ηγεσίας της, αναγκάζει χώρες όπως για παράδειγμα η Ελλάδα, να επιλύσουν-έστω προσωρινά- τα τρέχοντα προβλήματα, με κρατικούς πόρους, αποτελεί άλλη μια απόδειξη αποτυχίας των Βρυξελλών.

Από πού θα αντληθούν τα κεφάλαια;

Από πού, όμως, θα προέρθουν τα χρήματα για την εξυπηρέτηση των τρεχουσών αναγκών (καταβολή εθνικής σύνταξης, πρωτογενή ελλείμματα, μέτρα στήριξης εργαζομένων, κτλ) και λοιπών έργων (ενέργεια), που αποτιμούνται σε 5,5 δισεκατομμύρια ευρώ για το επόμενο διάστημα; Μήπως ανοίγει πάλι η κουβέντα για το  «μαξιλάρι» ασφαλείας των 37 δισ.ευρώ και τη χρησιμοποίησή του; Η κυβέρνηση αποκλείει εκ νέου και κατηγορηματικά ότι θα «πειραχθούν» χρήματα που αφορούν το περιβόητο «μαξιλάρι» και προκρίνει ως λύση, τη δοκιμασμένη συνταγή της εξόδου στις αγορές και της άντλησης σημαντικών κεφαλαίων. Προς αυτή την κατεύθυνση, λοιπόν, ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, θα δοκιμάσει και πάλι την τύχη του στις αγορές, με στόχο να αντλήσει κεφάλαια άνω των 12 δισ.ευρώ, τα οποία θα καλύψουν περίπου το 70% του ετήσιου προγράμματος χρηματοδότησης.

Μη γελιόμαστε, η εν λόγω κυβερνητική πρωτοβουλία και οι σχετικές προσπάθειες, δεν έχουν ως αντικείμενο τη δημιουργία προϋποθέσεων για την ανάκαμψη και την επιστροφή στην κανονικότητα. Η ανάκαμψη, όπως διαφαίνεται και για το 2021, αποτελεί όνειρο απατηλό… Είναι ζήτημα ζωής και θανάτου για τις επιχειρήσεις, που πέρασαν τα πάνδεινα το 2020 και αποζητούν εναγωνίως ένα στήριγμα, για να παραμείνουν ενεργές και την τρέχουσα χρονιά, πριν οι δυνάμεις τους, τις εγκαταλείψουν οριστικά.

Τα στοιχεία για τη λαίλαπα που υπέστησαν την περασμένη χρονιά, κυρίως οι επιχειρήσεις του λιανεμπορίου, είναι αποκαλυπτικά. Συγκεκριμένα απώλεσαν τζίρο της τάξης των 4,5 δισ,ευρώ. Όπως αναφέρει η Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία, ο συνολικός τζίρος στις επιχειρήσεις του λιανεμπορίου, ανήλθε σε 47,25 δισ. ευρώ, έναντι 51,72 δισ. ευρώ το 2019. Ειδικότερα οι δραστηριότητες με τη μεγαλύτερη μείωση στον κύκλο εργασιών ήταν οι κλάδοι «λιανικό εμπόριο ρολογιών και κοσμημάτων σε ειδικευμένα καταστήματα», με μείωση 46,8% καθώς και το «λιανικό εμπόριο κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων, ενδυμάτων και υποδημάτων σε υπαίθριους πάγκους και αγορές» με πτώση 39,8%.

Αν συνυπολογίσει κανείς τους κλάδους της εστίασης, όπως επίσης και αυτού του τουρισμού, που «πλέουν τα λοίσθια», γίνεται αντιληπτή η δυσχέρεια της κατάστασης και η ανάγκη για άμεση ενίσχυση επιχειρήσεων αλλά και φυσικά εργαζομένων.

 

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα