Αναβαθμίζει Alpha Bank και Πειραιώς η Moody’s – Διαφοροποιήσεις στις προοπτικές

Μετά την Εθνική και την Eurobank, σειρά πήραν σήμερα η Alpha Bank και η Πειραιώς από τη Moody’s τις οποίες ο οίκος αναβάθμισε κατά μία βαθμίδα, ξεπερνώντας πλέον κατά ένα επίπεδο το investment grade.

Η Moody’s αναβάθμισε την Alpha Bank στο «Baa2» από «Baa3», αλλάζοντας και τις προοπτικές σε θετικές από σταθερές. Αντίστοιχη αναβάθμιση έγινε και για την Πειραιώς, με τον οίκο να θέτει σταθερό outlook.

Το BCA της Alpha Bank αναβαθμίστηκε σε ba1 από ba2, αντικατοπτρίζοντας περαιτέρω βελτιώσεις στην ποιότητα των δανειακών χαρτοφυλακίων της τράπεζας με τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματά της (NPEs) να μειώνονται στο 3,8% των ακαθάριστων δανείων τον Δεκέμβριο του 2024 από 6% τον Δεκέμβριο του 2023. Αν και ο δείκτης αυτός εξακολουθεί να είναι υψηλότερος από τις αντίστοιχες άλλες συστημικές ενσωματώνει ορισμένα ληξιπρόθεσμα δάνεια εγγυημένα από το ελληνικό δημόσιο και το στοκ σε ακίνητα (REOs) που είναι το χαμηλότερο από τις υπόλοιπες με περίπου 400 εκατ. ευρώ.

Ο οίκος αναμένει περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού της Alpha Bank, με τη διοίκηση να στοχεύει σε δείκτη NPE κάτω του 3% έως το 2027. Ταυτόχρονα, η τράπεζα αύξησε επίσης την κάλυψη προβλέψεων στο 53% το 2024 από 45% το 2023. Η αναβάθμιση BCA της τράπεζας αποτυπώνει επίσης το βελτιωμένο προφίλ επαναλαμβανόμενων κερδών της (αναφερόμενη απόδοση των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων της τάξεως του 14% το 2024 από 13,1% το 2023), τη μέτρια βάση κόστους της (αναλογία κόστους προς έσοδα στο 38,6% το 2024) και ιδίως τις προσδοκίες των αναλυτών για τη διατήρηση της κερδοφορίας στο μέλλον. Τα καθαρά έσοδα από τόκους της τράπεζας είναι τα λιγότερο ευαίσθητα μεταξύ των τοπικών ομολόγων της. H Moody’s αναμένει επίσης σταδιακή αύξηση των μη επιτοκιακών εσόδων της τράπεζας από την εμπορική συνεργασία της τράπεζας με την UniCredit στον τομέα της διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων και των τραπεζοασφαλιστικών δραστηριοτήτων της.

Η Alpha Bank αναμένει να αυξήσει περαιτέρω τον δείκτη CET1 σε επίπεδα υψηλότερα του 17% έως τα τέλη του 2027 και να μειώσει το στοκ των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTC) σε περίπου 23% του CET1, από 49% το 2024, με τον οίκο να θεωρεί ότι το DTC έχει πιο περιορισμένα χαρακτηριστικά απορρόφησης ζημιών από τα κοινά ίδια κεφάλαια.

 

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα