Ανάλυση Stratfor για τα θέματα που θα αντιμετωπίσει η επόμενη κυβέρνηση

Η ανάλυση του Stratfor για την Ελλάδα, εστιάζει στο γεωπολιτικό περιβάλλον, το Σκοπιανό, την οικονομία και την κατάσταση που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 7ης Ιουλίου.

Σύμφωνα με την ανάλυση: Για πρώτη φορά εδώ και δέκα χρόνια, οι Έλληνες θα εκλέξουν κυβέρνηση χωρίς η χώρα τους να είναι ενταγμένη σε πρόγραμμα διάσωσης. Οι αγορές αντέδρασαν θετικά στην προκήρυξη εκλογών για τις 7 Ιουλίου, αφού οι δημοσκοπήσεις φέρουν τη Νέα Δημοκρατία να εξασφαλίζει άλλη μια νίκη, μετά την άνετη επικράτησή της επί του ΣΥΡΙΖΑ στις ευρωεκλογές. Ωστόσο, παρά τις υποσχέσεις για επιτάχυνση της οικονομικής ανάκαμψης με εφαρμογή φιλικών προς την επιχειρηματικότητα πολιτικών, η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας θα διαπιστώσει σύντομα ότι τα σύνθετα ζητήματα στα οποία οφείλεται η οικονομική κακοδαιμονία της Ελλάδας και οι γεωπολιτικοί περιορισμοί δεν πρόκειται να επιλυθούν στην διάρκεια μιας κυβερνητικής θητείας, ή και πολλών.

Τα τρία προηγούμενα χρόνια η λιτότητα έφθειρε την δημοτικότητα του ΣΥΡΙΖΑ, με τις δημοσκοπήσεις να τον φέρουν περίπου δέκα μονάδες πίσω από τη Νέα Δημοκρατία.

Ως ένα βαθμό, ο ΣΥΡΙΖΑ πληρώνει και το τίμημα της συμφωνίας των Πρεσπών. Με την συμφωνία αυτή εξαλείφθηκε μια εστία πολιτικής έντασης στα Δυτικά Βαλκάνια, ενώ οι Βρυξέλλες και οι ΗΠΑ την εξήραν. Η «Βόρεια Μακεδονία» (έτσι αποκελεί τα Σκόπια η ανάλυηση) έκανε ένα βήμα προς την ένταξή της στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ.

Όμως η αλλαγή της ονομασίας δυσαρέστησε πολλούς Έλληνες ψηφοφόρους, που ένιωσαν προδομένοι από την κυβέρνησή τους. Η Νέα Δημοκρατία ήταν εξαρχής αντίθετη. Θέλοντας πάση θυσία να βελτιώσει την φθίνουσα δημοφιλία της κυβέρνησής του, ο Τσίπρας ανακοίνωσε φορολογικές ελαφρύνσεις και μπόνους για τους συνταξιούχους. Η κίνηση σύντομα αποδείχθηκε ανεπαρκής αφού η Νέα Δημοκρατία έλαβε 33% στις ευρωεκλογές (σε σύγκριση με το 24% του ΣΥΡΙΖΑ) και κέρδισε 12 από τις 13 Περιφέρειες, τον έλεγχο Δήμο της Αθήνας και άλλων σημαντικών πόλεων. Ενόψει τν εθνικών εκλογών, η εκστρατεία της Νέας Δημοκρατίας εστιάζεται στη μείωση της φορολόγησης, την μείωση των δημοσίων δαπανών, την επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και την εξάλειψη των γραφειοκρατικών εμποδίων που περιορίζουν την οικονομική ανάπτυξη.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει υποσχεθεί να ενισχύσει το κράτος πρόνοιας μετά από πολλά δύσκολα χρόνια περικοπών και φορολογικών επιβαρύνσεων. Όμως, ανεξάρτητα από το κόμμα που θα βρίσκεται στην εξουσία, η επόμενη κυβέρνηση θα έχει να αντιμετωπίσει μια άνιση οικονομική ανάκαμψη σε μια χώρα που ακόμη δεν έχει συνέλθει από την δεκαετή κρίση.

Η ελληνική οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί άνω του 2% φέτος – ρυθμός διπλάσιος του αντίστοιχου της ευρωζώνης – όμως το μέγεθός της παραμένει σημαντικά μικρότερο από το 2009, όταν εκδηλώθηκε η κρίση. Το ίδιο ισχύει και για την αγορά εργασίας. Η ανεργία είναι στο 18%, 10 μονάδες χαμηλότερη από εποχή της κορύφωσής της το 2015, όμως σημαντικά υψηλότερη από τα προ κρίσης επίπεδα, όταν κυμαινόταν στο 9%. Συγκρινόμενη με τους εταίρους της στην ΕΕ, Η Ελλάδα έχει την υψηλότερη ανεργία στους νέους με 40%, όπως και την χαμηλότερη συμμετοχή των γυναικών στο εργασιακό δυναμικό με 45%. Επίσης, η ανεπίσημη οικονομία επιβαρύνει την δημοσιονομική υγεία της χώρας.

Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου του Tubingen που δημοσιεύθηκε το 2017, οι σκιώδεις οικονομικές δραστηριότητες εκτιμήθηκαν στο 21,5% του ΑΕΠ, ποσοστό που είναι το υψηλότερο στον ανεπτυγμένο κόσμο. Για την Ελλάδα, η άτυπη απασχόληση είναι δίκοπο μαχαίρι. Από τη μια σημαίνει ότι πολλοί άνθρωποι που θεωρούνται άνεργοι, στην πραγματικότητα εργάζονται. Από την άλλη σημαίνει ότι χιλιάδες Έλληνες εργάζονται κάτω από επισφαλείς συνθήκες, δεν καταβάλλουν εισφορές και δύσκολα αποταμιεύουν ή έχουν πρόσβαση στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Μακροπρόθεσμα ωστόσο η ελληνική οικονομία και η αγορά εργασίας αντιμετωπίζουν μια κρίση υπαρξιακού χαρακτήρα. Σύμφωνα με την Eurostat, μεταξύ των ετών 2009 και 2018 ο πληθυσμός της Ελλάδας μειώθηκε από τα 11 στα 10,7 εκατομμύρια, κυρίως λόγω της μετανάστευσης. Σε κάποιο βαθμό το γεγονός αυτό συνέβαλε στο να μειωθούν οι πιέσεις στην αγορά εργασίας, αφού λιγότεροι εργαζόμενοι διεκδικούν τις θέσεις εργασίας. Με την πάροδο του χρόνου όμως αυτή η συνεχής έξοδος των ανθρώπων θα συρρικνώσει τόσο το μέγεθος, όσο και τις δεξιότητες του εργατικού δυναμικού, καθώς οι υψηλής εκπαίδευσης εργαζόμενοι εγκαταλείπουν την χώρα και πολλοί δεν επιστρέφουν, με αποτέλεσμα οι ελληνικές επιχειρήσεις να δυσκολεύονται να βρουν ταλαντούχο προσωπικό.

Η διαδικασία της γήρανσης και της μείωσης του πληθυσμού είναι ιδιαίτερα προβληματική στην Ελλάδα, που έχει έναν από τους χαμηλότερους δείκτες γεννήσεων και έναν από τους υψηλότερους δείκτες προσδόκιμου ζωής στον κόσμο. Κατά τις προσεχείς δεκαετίες η γήρανση του πληθυσμού, συνδυαζόμενη με το φθίνον εργατικό δυναμικό, θα επιβαρύνει το ασφαλιστικό σύστημα και το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης και θα περιορίσει τον χώρο για βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη. Αυτό θα δυσκολέψει ακόμη περισσότερο την Ελλάδα να απαλλαγεί από το τεράστιο βάρος του χρέους της. Η επόμενη κυβέρνηση και αυτές που θα την διαδεχθούν, θα επωμίζονται το συσσωρευόμενο χρέος επί δεκαετίες.

Επιπλέον, οι ελληνικές τράπεζες μόλις έχουν αρχίσει να ανακάμπτουν από την κρίση. Μολονότι το ποσοστό των επισφαλών δανείων έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια, εξακολουθεί να ισούται με το 45% του συνόλου των δανείων. Το γεγονός αυτό θα εξακολουθήσει να εμποδίζει την ικανότητα των τραπεζών να παρέχουν πιστώσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα την εξασθένιση ενός από τους κυ΄ριους μοχλούς της οικονομικής ανάπτυξης. Προκειμένου να βελτιωθούν οι χρηματοπιστωτικές συνθήκες, η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να συνεργαστεί με τις τράπεζες στην εκπόνηση σχεδίων για να επισπευσθεί η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Εκτός από την εύθραυστη ανάκαμψη, η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να κινηθεί μέσα σε ένα περίπλοκο γεωπολιτικό περιβάλλον. Η συμφωνία με την «Βόρεια Μακεδονία» (σ.σ. εννοεί τα Σκόπια)  θα τηρηθεί κατά πάσα πιθανότητα, ασχέτως του ποιος θα αναδειχθεί νικητής στις εκλογές, λόγω των πιέσεων από την ΕΕ και τις ΗΠΑ. Μια συντηρητική κυβέρνηση ωστόσο ίσως έχει ψυχρότερες σχέσεις με την βόρεια γείτονα από εκείνες της αριστερής κυβέρνησης του Τσίπρα. Έχοντας συμφωνήσει στην αλλαγή της ονομασίας της, η «Βόρεια Μακεδονία» (σ.σ. τσ Σκόπια)  επιδιώκει να ενταχθεί στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, οργανισμούς των οποίων η Ελλάδα είναι μέλος. Μολονότι είναι μάλλον απίθανο να μπλοκάρει η Αθήνα τις αιτήσεις των Σκοπίων, είναι ενδεχόμενο μια κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας να μην είναι και τόσο ενθουσιώδης με την πορεία της Βόρειας Μακεδονίας προς την ενσωμάτωσή της στους Δυτικούς θεσμούς.

Ταυτόχρονα, η επόμενη κυβέρνηση θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια όλο και περισσότερη περίπλοκη κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι τεταμένες σχέσεις της Ελλάδας με την Τουρκία παραμένουν σε εύθραυστη ισορροπία. Οι δύο χώρες συνεργάζονται σε συγκεκριμένα ζητήματα, όπως ο ρόλος που έχει αναλάβει η Τουρκία για να αποτρέπει αιτούντες ασύλου να εισέρχονται στην Ελλάδα. Όμως συχνά συγκρούονται για άλλα ζητήματα, όπως η Κύπρος και οι διαφορές τους σχετικά με τον εναέριο χώρο και το Αιγαίο. Ιδιαίτερα το Κυπριακό επανήλθε πρόσφατα στο προσκήνιο λόγω των διενέξεων για τα ενεργειακά κοιτάσματα. Η Τουρκία αμφισβητεί τα δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας σε τμήματα της κυπριακής ΑΟΖ, με το επιχείρημα ότι δικαιώματα εκμετάλλευσης έχει και η Βόρεια Κύπρος. Οι συνομιλίες για την επανένωση της νήσου διακόπτονται και επαναλαμβάνονται και τα προσεχή χρόνια μάλλον θα συνεχίσουν να ταλαιπωρούν τις ελληνικές κυβερνήσεις, καθώς δεν σημειώνεται πρόοδος σε ζητήματα όπως η πολιτική οργάνωση της Κύπρου, η παρουσία ξένων στρατευμάτων και η αποζημίωση των περιουσιών. Η παρούσα κυβέρνηση έχει επιδιώξει στενότερες πολιτικές, οικονομικές και στρατιωτικές σχέσεις με τις ΗΠΑ, θέλοντας να εκμεταλλευτεί τις τεταμένες σχέσεις του Λευκού Οίκου με την Τουρκία, στρατηγική που μάλλον δεν θα αλλάξει με τη νέα κυβέρνηση.

Ανεξαρτήτως αποτελέσματος, οι εκλογές της 7ης Ιουλίου θα σηματοδοτήσουν ένα ακόμη βήμα προς την αργή επιστροφή της Ελλάδας στην κανονικότητα μετά την δεκαετή κρίση. Ακόμη όμως και αν, όπως είναι αναμενόμενο, κερδίσει Νέα Δημοκρατία, η αλλαγή κυβέρνησης δεν φέρει σύντομα και ως εκ θαύματος την ανάκαμψη, δεδομένου του μεγέθους και της κλίμακας των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Ελλάδα στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.

Πηγή: Τhe President

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα