Ευέλπιδες και καλόγεροι του Πολυτεχνείου…

Η Εξέγερση του Πολυτεχνείου πριν 45 ακριβώς χρόνια, το Νοέμβρη του 1973 αποτελεί μία από τις κορυφαίες στιγμές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, τουλάχιστον των τελευταίων 70 ετών. Υπήρξε η πιο μαζική αντιδικτατορική έκφραση της ελληνικής κοινωνίας και ουσιαστικά έστρωσε το δρόμο στην πτώση της χούντας των συνταγματαρχών, η οποία από τις 21 Απριλίου 1967 είχε επιβάλλει καθεστώς στυγνής δικτατορίας στη χώρα.
Πολλοί από αυτούς που βίωσαν μέσα και έξω από το Πολυτεχνείο τις ιστορικές εκείνες μέρες και νύχτες, τις γεμάτες ηρωισμό απλών ανθρώπων, κυρίως νέων, φοιτητών, σπουδαστών, εργατών, υπαλλήλων, επαγγελματιών, που αποφάσισαν να σηκώσουν ψηλά τις γροθιές τους, να δώσουν ακόμη και τη ζωή τους για να έρθει ένα τέλος στη τυραννία, βρίσκονται ακόμα εδώ. Ζουν ανάμεσά μας…

Παρά το γεγονός ότι προκαλεί οργή, δεν προκαλεί έκπληξη το προχθεσινό παραλήρημα μέσα στη Βουλή των απογόνων του ναζισμού, των θαυμαστών της ντόπιας χουντικής εκδοχής του φασισμού και άξιων σύγχρονων εκφραστών του στην Ελλάδα. Οι άνθρωποι αυτοί αδίστακτα επιχείρησαν να αμφισβητήσουν -για άλλη μια φορά- τα θύματα της εξέγερσης της 17 Νοέμβρη 1973.

Την ίδια τακτική ακολουθούν 45 ακριβώς χρόνια από τότε όλοι εκείνοι που ήταν στην καλύτερη περίπτωση γι αυτούς απόντες, όταν αυτοί η οι γονείς τους δεν ήταν θλιβεροί βαστάζοι των χουντικών… Δυστυχώς γι αυτούς τα πράγματα δεν έγιναν όπως τα παρουσίαζε λίγες ώρες αργότερα δημόσια, πατώντας πάνω στα συντρίμμια που είχαν αφήσει οι ερπύστριες του τανκ, ο τότε εφήμερος κυβερνητικός εκπρόσωπος του Παπαδόπουλου και του Μαρκεζίνη, Ζουρνατζής.

Στην ατομική και συλλογική μνήμη έχει καταγραφεί ότι από την Τετάρτη 14 Νοέμβρη 1973, ο κόσμος πύκνωνε έξω από το Πολυτεχνείο της Αθήνας κάθε μέρα που περνούσε. Τα συνθήματα «συμπαράσταση Λαέ», «Ελευθερία», «Δημοκρατία» που διαπερνούσαν με τις ώρες τον αέρα, ξεσήκωναν τις μουδιασμένες, ακόμα και τις μέχρι τότε βολεμένες συνειδήσεις.

Εκείνη τη νύχτα, τέσσερις φοιτητές ήταν μπροστά στο Πολυτεχνείο. Το ετερόκλητο πλήθος γέμιζε ασφυκτικά όλη τη γύρω περιοχή. Από την Ομόνοια μέχρι κοντά στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, όσο μπορούσε να δει κανείς μέσα στη νύχτα. Ο προβολέας από την ταράτσα του ξενοδοχείου «Ακροπόλ Παλλάς» απέναντι, σάρωνε ασταμάτητα το πλήθος. Πολύ αργότερα κάποιοι εξήγησαν ότι φώτιζε τους συγκεντρωμένους για λογαριασμό κάποιου ξένου καναλιού τηλεόρασης… Μόνο που ποτέ δεν έφθανε μέχρι τη γωνιά Πατησίων και Στουρνάρη.

Εκεί, στο νότιοανατολικό πεζοδρόμιο μια ομάδα αμίλητων ανδρών και στη μέση ένας παπάς. Ήταν αυτοί που λίγη ώρα αργότερα θα αναλάμβαναν δράση. Ο… θεοσεβής ιερώμενος, γεμάτος ιερή αγανάκτηση για τα «κουμούνια» που σήκωναν κεφάλι, μάθαμε αργότερα ότι είχε οργανώσει με θρησκευτική επιμέλεια και ευλάβεια στο σπίτι του κάπου στην Καλλιθέα ολόκληρο οπλοστάσιο, διαθέσιμο για τέτοιες περιστάσεις, χρήσιμο για τη δράση του όταν κυκλοφορούσε εκτός μοναστηριού…

Και έπειτα ξεκίνησε η επίθεση ενάντια στους συγκεντρωμένους. Στην αρχή με γκλομπς, δακρυγόνα και σφαίρες ντουμ-ντουμ. Στη συνέχεια τα πράγματα δυσκόλευαν. Οι πραγματικές σφαίρες που σφύριζαν πλέον στον αέρα ήταν φανερό ότι αποτελούσαν θανάσιμο πραγματικό κίνδυνο για όλους όσους είχαν βρεθεί έξω από το χώρο της εξέγερσης . Εκεί βρισκόταν ο άμεσος κίνδυνος.

Το ποδοβολητό από γυναίκες και άνδρες που δέρνονταν αδίστακτα από μπάτσους με πολιτικά η στολές και καλογέρους ενώ προσπαθούσαν να απομακρυνθούν από την Πατησίων, δημιουργούσε ένα αλλόκοτο ηχητικό πανδαιμόνιο που σε έσπρωχνε μακριά.

Οι τέσσερις φοιτητές κινήθηκαν μαζί προς την οδό Ηπείρου, εκεί που ένας από αυτούς έμενε σε ένα μικρό διαμέρισμα του 2ου ορόφου. Παιδί γνωστής οικογένειας από τα Δωδεκάνησα, τεταρτοετής τότε της σχολής των Ευελπίδων, είχε επιλέξει, με όλους τους αυτονόητους κινδύνους, να βρίσκεται εκεί, να είναι παρών.

Υπήρχαν ήδη ακίνητοι άνθρωποι πεσμένοι στα πεζοδρόμια και τραυματισμένοι φοιτητές σε κάθε σημείο του σώματος σε όλο το μήκος της διαδρομής. Το μικρό διαμέρισμα γρήγορα μετατράπηκε σε πρόχειρο ιατρείο και οι τέσσερις φίλοι ανέβαζαν πάνω τους τραυματίες που έτρεχαν στο δρόμο η σερνόντουσαν τοίχο –τοίχο για να αποφεύγουν τις σφαίρες που κάθε τόσο σφύριζαν γύρω τους.

Ώρες αργότερα, στις τρείς το πρωί της 17 Νοέμβρη είχε έλθει η αρχή του τέλους για τη χούντα. Η εκκωφαντική σιωπή που κυριάρχησε εκείνο το ξημέρωμα στο κέντρο της Αθήνας έδινε την ευκαιρία σε όσους το αποφάσιζαν, με χίλιες προφυλάξεις, για το φόβο μπάτσων και καλογέρων που αλώνιζαν φιλότιμα στους γύρω δρόμους, τοίχο-τοίχο, να φεύγουν από την περιοχή της μεγάλης σφαγής. Έτσι απλά. Απλοί φοιτητές και ευέλπιδες είχαν εκείνη τη νύχτα σταθεί όρθιοι σαν πολίτες, σαν άνθρωποι, χωρίς στη συνέχεια να διεκδικήσουν τίποτε…

Μια φοιτήτρια, δύο φοιτητές, μαζί με τον εξάδελφο σπουδαστή από την Ευελπίδων, παιδιά που δεν ήταν τότε μεγαλύτερα από 23 χρόνων.
Δεν πρόκειται να ξεχάσουμε ποτέ εκείνη τη νύχτα σε πείσμα όλων των λαγών και κάποιων καλογέρων…

Γράφει ο Ανταίος

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα