Ζαν Κοέν: Μια ουσιαστική συνεργασία μεταξύ Ελλάδας – Ισραήλ θα είχε επιτυχίες σε πολλά επίπεδα

Στις 4 Ιουνίου 2019 πραγματοποιήθηκε εκδήλωση με θέμα την τριμερή συνεργασία Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ από το τμήμα ICARUS HJ36 της ελληνοαμερικανικής οργάνωσης A.H.E.P.A (American Hellenic Educational Progressive Association) στο New York College. Βασικός ομιλητής της εκδήλωσης ήταν ο δημοσιογράφος Ζαν Κοέν, ο οποίος μίλησε για τη στρατηγική συνεργασία μεταξύ των τριών αυτών χωρών, η οποία ξεκίνησε επίσημα πριν τρία χρόνια με στόχο την περαιτέρω ανάπτυξη της σταθερότητας, της ασφάλειας, της οικονομικής ανάπτυξης και της συνεργασίας στον ενεργειακό τομέα στην Ανατολική Μεσόγειο.

Στην ομιλία του αυτή ο δημοσιογράφος, τόνισε τις μέχρι τότε διαφορές στις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου με το Ισραήλ, καθώς και τους βασικότερους λόγους και γεγονότα που οδήγησαν στις τεταμένες σχέσεις στην περίπτωση της Ελλάδας και του Ισραήλ και στην τάση για αντισημιτισμό από μέρους της ελληνικής κοινωνίας. Κλείνοντας, αν και εξέφρασε κάποιες επιφυλάξεις όσον αφορά το μέλλον αυτής της συνεργασίας, ακριβώς λόγω αυτού του κλίματος αντισημιτισμού, επέμεινε στην άποψη ότι μία τέτοια συνεργασία θα απέφερε σημαντικούς καρπούς σε όλους τους τομείς.

Παρακάτω παρουσιάζονται τα κυριότερα σημεία της ομιλίας του Jean Cohen:

«Οι σχέσεις της Ελλάδας με το Ισραήλ ήταν πάντοτε τελείως διαφορετικές απ’ αυτές που διατηρούσε η Κύπρος με τη συγκεκριμένη χώρα. Η Κύπρος ανέκαθεν ήταν στενά συνδεδεμένη με το Ισραήλ, ιδιαίτερα μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με τη χώρα τότε να αποτελεί γέφυρα μεταξύ της Ευρώπης και της τότε Παλαιστίνης για τους επιζώντες Εβραίους του ολοκαυτώματος.

Η Κύπρος τότε, δεχόμενη έστω και προσωρινά τους Εβραίους, πέρα από επίγνωση της κατάστασης, επέδειξε και τρομερή ανθρωπιά. Ο άνθρωπος που συνέβαλε περισσότερο σε αυτή την προσπάθεια ήταν ο Ελληνοκύπριος Πρόδρομος Παπαβασιλείου, ο οποίος βοήθησε με πολλούς τρόπους τους Εβραίους είτε παρέχοντάς τους φαγητό είτε βοηθώντας τους να αποδράσουν από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Συγκεκριμένα, από τους 53.000 κρατουμένους, ο Πάπας, όπως τον αποκαλούσαν χαρακτηριστικά οι Εβραίοι, βοήθησε 1.800 άτομα να αποδράσουν. Για τον λόγο αυτό, προς τιμήν του, δόθηκε το όνομά του σε μία πλατεία στη Χάιφα του Ισραήλ, την Πλατεία «Πάπα», της οποίας τα εγκαίνια έγιναν στις 30 Απριλίου 2018.

Επίσης, την περίοδο της Τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, οι Ισραηλινοί, σε αντάλλαγμα της βοήθειας που τους προσέφερε, τον βοήθησαν να μεταβεί στο Ισραήλ κι από εκεί να γυρίσει πίσω στη Βόρεια Κύπρο. Αυτό αποτελεί ένα μόνο παράδειγμα της στενής σχέσης και συνεργασίας μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ, η οποία αντέχει στον χρόνο.

Στην περίπτωση της σχέσης της Ελλάδας με το Ισραήλ είναι λίγο διαφορετικά ,καθώς μερίδα της κοινωνίας είχε πρόβλημα με τους Εβραίους που κατοικούσαν σ’ αυτήν. Για παράδειγμα, στη Θεσσαλονίκη υπήρχαν άνθρωποι που κατέδιδαν Εβραίους, έπαιρναν τις περιουσίες τους και δεν τις επέστρεφαν ποτέ. Ανάμεσα σ’ αυτούς, βέβαια, υπήρχαν και 20.000 άτομα, τα οποία θυσιάστηκαν προκειμένου να σώσουν εβραϊκές οικογένειες. Άλλα σημαντικά παραδείγματα αποτελούν ο Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός, ο οποίος έστειλε την περίφημη επιστολή στον Γερμανό Διοικητή, καταδικάζοντας την εβραϊκή εξόντωση από τους Ναζί, καθώς και ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος στην Ζάκυνθο, μέσω του οποίου σώθηκαν όλοι οι Εβραίοι του νησιού, αφού φρόντισε να τους φυγαδεύσει όταν οι γερμανικές αρχές του ζήτησαν να τους καταδώσει.

Η ελληνική κυβέρνηση δεν μπόρεσε ποτέ να αναπτύξει μια ουσιαστική σχέση εμπιστοσύνης και συνεργασίας με το Ισραήλ. Ήταν μάλιστα η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που το 1947 ψήφισε εναντίον της ίδρυσης του κράτους του Ισραήλ. Ωστόσο το 1990, με την ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, αναγνωρίστηκε επίσημα το κράτος του Ισραήλ από την ελληνική κυβέρνηση. Επίσης, την περίοδο έπειτα από τον πόλεμο, πολλοί Εβραίοι που εγκατέλειπαν τα βουνά μαζί με το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ) δέχθηκαν εκβιασμούς από την ελληνική κυβέρνηση, η οποία επέμενε ότι είτε θα έπρεπε να μεταφερθούν στην Παλαιστίνη και να απαρνηθούν την ελληνική τους ιθαγένεια είτε να περάσουν από στρατοδικείο, λόγω της συνεργασίας τους με τους κομμουνιστές. Με λίγα λόγια, τους εκδίωξαν, επιδεικνύοντας μια εμφανή τάση προς τον αντισημιτισμό.

Επομένως, οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών υπήρξαν πάντοτε κάπως τεταμένες και ειδικότερα τη δεκαετία του 1980, κατά την περίοδο της διακυβέρνησης του Ανδρέα Παπανδρέου και του Σιμόν Πέρες. Υπήρχε τότε ένα μίσος και μια τεράστια αντιπαλότητα μεταξύ των δύο, κάτι που συνέβαλε στην ακόμη μεγαλύτερη αύξηση του αντισημιτισμού στην Ελλάδα, χωρίς αυτό να συνεπάγεται ότι και ο ίδιος ο Παπανδρέου ήταν αντισημίτης. Γνώριζε απλώς πως να χειραγωγεί τα πλήθη και ήξερε ότι τα οφέλη θα ήταν μεγαλύτερα αν έπαιρνε το μέρος της αραβικής πλευράς.

Παρά τις τεταμένες σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών, ωστόσο, τη δεκαετία του ‘90 η κυβέρνηση του Ισραήλ πρότεινε στην τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ μια στρατηγική συνεργασία και συμμαχία, η οποία όμως αρνήθηκε την πρόταση αυτή. Οι Ισραηλινοί στράφηκαν λοιπόν προς την Τουρκία, που εκείνη την εποχή δεν βρισκόταν στην κατάσταση που βρίσκεται τώρα επί Ερντογάν. Μία δεύτερη προσπάθεια της ισραηλινής κυβέρνησης να προτείνει συμμαχία στην Ελλάδα ήταν περισσότερο επιτυχημένη από την προηγούμενη, αφού έγινε δεκτή από τον τότε Υπουργό Εθνικής Άμυνας, Γεράσιμο Αρσένη, χωρίς όμως ποτέ να τεθεί ουσιαστικά σε ισχύ.

Όσον αφορά την Τουρκία, με τη έλευση του Ταγίπ Ερντογάν, η χώρα στράφηκε προς το ισλάμ και προς πιο συντηρητικές τακτικές και ο ίδιος άρχισε να έχει μεγαλύτερες βλέψεις, θέλοντας να αποκτήσει περισσότερη δύναμη στη Μέση Ανατολή, αλλά και στον μουσουλμανικό κόσμο γενικότερα. Αυτή του η στάση δυσαρέστησε ιδιαίτερα το Ιράν, το οποίο επίσης ήθελε να αποκτήσει ηγετική θέση στον μουσουλμανικό κόσμο. Ξεκίνησε, συνεπώς, μια διαμάχη μεταξύ των δύο χωρών και ο Ερντογάν, στην προσπάθειά του να δείξει ότι η Τουρκία είναι αυτή που έχει τον έλεγχο, επιτέθηκε στο Ισραήλ και ταυτόχρονα πήρε με το μέρος του την Παλαιστίνη, κάτι που επιδείνωσε ακόμα περισσότερο τις σχέσεις Τουρκίας – Ισραήλ.

Το Ισραήλ, λοιπόν, έχοντας χάσει έναν πολύτιμο σύμμαχο, έστρεψε το ενδιαφέρον του προς την Ελλάδα, προτείνοντας μια συμμαχία, η οποία έγινε τελικά αποδεκτή και η οποία φαίνεται να λειτουργεί σωστά μέχρι και σήμερα, ιδιαιτέρως λόγω των συμφερόντων και των δύο χωρών στον ενεργειακό τομέα. Συνεπώς, τα δύο κράτη έχουν συσφίξει πλέον τις σχέσεις τους, με την επικοινωνία μεταξύ τους να έχει βελτιωθεί σε όλα τα επίπεδα, από πολιτικό και οικονομικό μέχρι και στρατιωτικό. Ωστόσο, ο δρόμος είναι ακόμα πολύ μακρύς διότι ο ελληνικός λαός διατηρεί ακόμα τις επιφυλάξεις του όσον αφορά το κράτος του Ισραήλ και δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι το θετικό κλίμα θα εξακολουθήσει να υπάρχει και στο μέλλον. Κάτι τέτοιο, βέβαια, θα φάνταζε ιδανικό, καθώς οι δύο αυτές χώρες μοιράζονται έναν κοινό τρόπο σκέψης και μια κοινή νοοτροπία και, επομένως, μια ουσιαστική συνεργασία μεταξύ των δύο θα οδηγούσε σε επιτυχίες σε πολλά επίπεδα.»

Λαμβάνοντας υπόψιν λοιπόν τα όσα τόνισε στην ομιλία του ο Jean Cohen αλλά και καθαρά ιστορικά γεγονότα, παρατηρούμε ότι μερίδα της κοινωνίας στην Ελλαδα εμφανίζει μια τάση προς τον αντισημιτισμό, με αποτέλεσμα να μην γίνονται κατανοητά τα οφέλη από την τριμερή συνεργασία μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ. Αυτό που χρειάζεται να κάνει η ελληνική κοινωνία είναι να ακολουθήσει το παράδειγμα της Κύπρου και να απολέσει το κομμάτι του αντισημιτισμού, υιοθετώντας μια πιο θετική στάση απέναντι στον λαό αυτό, ώστε η σχέση της Ελλάδας με το Ισραήλ να βελτιωθεί ουσιαστικά και η ίδια να αποκτήσει έναν σταθερό σύμμαχο. Μόνο κατ΄ αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει αυτή η τριμερής συνεργασία να αποφέρει σημαντικούς καρπούς στον οικονομικό, πολιτικό και ενεργειακό τομέα και να οδηγήσει σε κλίμα ευημερίας και σταθερότητας τα τρία κράτη.

Δείτε το βίντεο και τις φωτογραφίες από την εκδήλωση:

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα