Wall Street: Εβδομάδα… πιέσεων στη σκιά των νέων ανησυχιών για τα επιτόκια

Με μεικτά πρόσημα ολοκλήρωσε τη σημερινή συνεδρίαση η Wall, αφού ο Dow κατάφερε να αντιστρέψει το πρόσημο στα τελευταία στάδια των συναλλαγών. Στη γενική εικόνα, οι ανανεωμένες ανησυχίες των traders επικράτησαν, αφού μετά τα μακροοικονομικά στοιχεία των τελευταίων ημερών, οι περισσότεροι παράγοντες της αγοράς εκτιμούν πως η Fed θα χρειαστεί να συσφίξει ακόμη περισσότερο και για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα τη νομισματική πολιτική με αυξήσεις επιτοκίων, προκειμένου να χαλιναγωγήσει τον πληθωρισμό.

Έτσι, στο ταμπλό, ο βιομηχανικός Dow Jones πρόσθεσε 0,39% ή 130 μονάδες στις 33.826,69, ο ευρύτερος S&P 500 κατέγραψε απώλειες 0,28%, στις 4.079,09 μονάδες και ο τεχνολογικά σταθμισμένος Nasdaq υποχώρησε κατά 0,58% στις 11.787,27 μονάδες.

Σε εβδομαδιαία βάση ο Dow υποχώρησε κατά 0,1%, στο τρίτο διαδοχικό 5νθήμερο απωλειών, που είναι και το μεγαλύτερο αρνητικό σερί από τον περασμένο Σεπτέμβριο. Ο S&P 500 έχασε 0,3% καταγράφοντας το πρώτο back-to-back αρνητικό 5νθήμερο για το έτος, ενώ ο Nasdaq διατηρήθηκε σε θετικό έδαφος με κέρδη 0,6%.

Από τις 30 μετοχές που απαρτίζουν τον βιομηχανικό δείκτη 17 έκλεισαν με θετικό πρόσημο και 13 με αρνητικό. Στην κορυφή βρέθηκε η Merck με άνοδο 2,81%, ακολούθησε η Amgen στο +2,69% και η United Health στο +2,41%. Στον πυθμένα με απώλειες άνω του 2% η Chevron και η Intel.

Το ενδιαφέρον των επενδυτών παραμένει εστιασμένο στη μελλοντική πορεία των επιτοκίων της Fed. Την Παρασκευή, η αξιωματούχος της Fed Michelle Bowman εξέφρασε την ανησυχία της ότι ο πληθωρισμός δεν υποχωρεί αρκετά γρήγορα, πράγμα που σημαίνει ότι η αμερικανική κεντρική τράπεζα θα πρέπει να συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια. “Δεν νομίζω ότι βλέπουμε αυτό που πρέπει, ιδίως όσον αφορά τον πληθωρισμό”, τόνισε.

Στο ίδιο μήκος κύματος, η πρόεδρος της Federal Reserve Bank of Cleveland, Loretta Mester, δήλωσε χθες ότι ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ παραμένει πολύ υψηλός και θα χρειαστούν και νέες αυξήσεις των επιτοκίων για να επανέλθει στον επίσημο στόχο του 2%. Η Fed “έχει κάνει πολλά για να φέρει την πολιτική της από μια πολύ διευκολυντική στάση σε μία περιοριστική, ωστόσο θεωρώ ότι έχουμε περισσότερη δουλειά να κάνουμε”, είπε η Mester.

“Τα εισερχόμενα δεδομένα δεν έχουν αλλάξει την άποψή μου ότι θα χρειαστεί να φέρουμε το τελικό επιτόκιο πάνω από το 5% και να το διατηρήσουμε εκεί για κάποιο χρονικό διάστημα ώστε να είναι αρκετά περιοριστικό προκειμένου να διασφαλιστεί ότι ο πληθωρισμός βρίσκεται σε βιώσιμη πορεία για να επιστρέψει στο 2%”, πρόσθεσε σε ομιλία της.

Στο μεταξύ, οι οικονομολόγοι της Bank of America και της Goldman Sachs έχουν προσαρμόσει τις προβλέψεις τους για την αύξηση των επιτοκίων και αναμένουν αυξήσεις 25 μονάδων βάσης τον Μάρτιο, τον Μάιο και τον Ιούνιο.

Η καθυστερημένη άφιξη της ύφεσης στις ΗΠΑ θα επιφέρει πλήγμα στις μετοχές το δεύτερο εξάμηνο του έτους σύμφωνα με τους αναλυτές της Bank of America, που θεωρούν ότι η ανθεκτικότητα της οικονομίας μέχρι τώρα σημαίνει υψηλότερα επιτόκια για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

Ειδικότερα, ομάδα ανάλυσης της BofA υπό τον Μάικλ Χάρτνετ προβλέπει ότι αντί της λεγόμενης “ήπιας προσγείωσης” της οικονομίας (δηλαδή μία κάμψη της ανάπτυξης χωρίς ύφεση) που επιδίωκε η Fed δεν θα συμβεί καμία “προσγείωση” στο πρώτο εξάμηνο, με την ανάπτυξη να παραμένει εύρωστη και τις κεντρικές τράπεζες να συνεχίζουν επιθετικά.

Ωστόσο, αυτό μάλλον θα οδηγήσει σε “σκληρή προσγείωση” στο δεύτερο μισό του έτους, όπως έγραψαν οι αναλυτές της αμερικανικής τράπεζας σε σημείωμά τους με ημερομηνία 16 Φεβρουαρίου.

Με την επιφυλακτική προσέγγιση Χάρτνετ συμφωνούν αρκετοί αναλυτές, μεταξύ των οποίων και ο Μάικλ Γουίλσον της Morgan Stanley που προειδοποίησε αυτή την εβδομάδα ότι έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για ένα sell-off στην Wall Street καθώς οι επενδυτές τιμολόγησαν πρόωρα το ενδεχόμενο να σταματήσει τις αυξήσεις των επιτοκίων της η Fed.

Η Goldman Sachs δήλωσε ότι αναμένει πλέον πως η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ θα αυξήσει τα επιτόκιά της ακόμα τρεις φορές εντός του 2023, κατά 0,25% η καθεμία, καθώς τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν αυτήν την εβδομάδα έδειξαν τάσεις επιμονής του πληθωρισμού και ανθεκτικότητα της οικονομίας.

Η αμερικανική τράπεζα βλέπει πλέον αυξήσεις 25 μονάδων βάσης (0,25%) τον Μάρτιο, τον Μάιο και τον Ιούνιο. Κάτι που σημαίνει ότι κόστος δανεισμού στις ΗΠΑ θα κορυφωθεί στο εύρος του 5,25% με 5,5% (από το 4,5% με 4,75% που βρίσκεται σήμερα).

“Υπό το πρίσμα της ισχυρότερης ανάπτυξης και των πιο σταθερών μετρήσεων για τον πληθωρισμό, προσθέτουμε στις προβλέψεις μας μία αύξηση των επιτοκίων κατά 25 μ.β. τον Ιούνιο, με ανώτατο επιτόκιο 5,25 – 5,5%,” έγραψαν σε σημείωμα οικονομολόγοι της Goldman με επικεφαλής τον Γιαν Χάτζιους.

Παρομοίως, σε σημερινό τους σημείωμα οι αναλυτές της Barclays ανέφεραν ότι το ράλι των μετοχών διατηρείται υπό περιορισμό λόγω του επίμονου πληθωρισμού. Οι δείκτες έχουν ομαλοποιηθεί “και είναι λιγότερο υποστηρικτικοί πλέον” αν και όπως σημειώνουν οι αναλυτές της τράπεζας “ούτε δίνουν όμως σαφή σήματα πώλησης”.

Σημειώνεται ότι επί του παρόντος, τα σχετικά futures δείχνουν ότι οι αγορές περιμένουν κορύφωση των επιτοκίων της Fed στο 5,3%.

Στο πεδίο των αποτελεσμάτων κέρδη και έσοδα που ξεπέρασαν τις εκτιμήσεις σημείωσε η AMC Networks στο δ’ τρίμηνο, ωστόσο ο τίτλος της σημείωσε μικρές απώλειες 0,2%.

Με υπερδιπλασιασμό της κερδοφορίας της ολοκλήρωσε το τρίμηνο η Deere, καθώς η εξομάλυνση των συνθηκών στις εφοδιαστικές αλυσίδες επέτρεψε στον κολοσσό των γεωργικών μηχανημάτων να καλύψει την ισχυρή ζήτηση για τρακτέρ και θεριστικές μηχανές. Η μετοχή της κέρδισε 7,54% στις σημερινές συναλλαγές.

Στην αγορά ομολόγων, το 10ετές κρατικό των ΗΠΑ έχασε 1,5 μονάδα βάσης υποχωρώντας στο 3,827% Στην εβδομάδα, όμως, σκαρφάλωσε κατά 8,4 μονάδες βάσης. Η απόδοση του 2ετούς κινήθηκε ελαφρώς ανοδικά στο 4,621%, σημειώνοντας τη δεύτερη καλύτερη επίδοση του έτους έως τώρα. Σε εβδομαδιαία βάση το 2ετές κέρδισε 11 μονάδες βάσης. Ενισχυμένο και το δολάριο, που σε εβδομαδιαία βάση κέρδισε 0,3%.

Οι τιμές εισαγωγών υποχώρησαν για έβδομο διαδοχικό μήνα τον Ιανουάριο
Στα μάκρο της ημέρας, σε πτωτική τροχιά που ξεκίνησε τον περασμένο Ιούνιο παρέμειναν οι τιμές εισαγωγών τον Ιανουάριο στις ΗΠΑ, αμβλύνοντας κάπως τις ανησυχίες για την πορεία του πληθωρισμού, αν και η μέτρηση χωρίς τα καύσιμα εμφάνισε άνοδο.

Ειδικότερα, το κόστος των εισαγόμενων αγαθών υποχώρησε 0,2% τον Ιανουάριο, συμπληρώνοντας επτά διαδοχικούς πτωτικούς μήνες, όπως έδειξαν τα στοιχεία που ανακοίνωσε σήμερα το υπουργείο Εργασίας των ΗΠΑ. Οι μέσες εκτιμήσεις των αναλυτών σε δημοσκόπηση της Wall Street Journal ήταν για πτώση 0,1% τον Ιανουάριο.

Παράλληλα, το υπουργείο αναθεώρησε καθοδικά τα στοιχεία του Δεκεμβρίου σε πτώση 0,1%, αντί για άνοδο 0,4% που ήταν η αρχική εκτίμηση.

Οι τιμές εισαγωγών χωρίς τα καύσιμα αυξήθηκαν πάντως 0,3% τον Ιανουάριο, μετά από άνοδο 0,4% τον Δεκέμβριο, με οδηγό τις αυξήσεις στα τρόφιμα, τα κεφαλαιουχικά αγαθά, τα αυτοκίνητα και τα καταναλωτικά αγαθά.

Συνολικά, οι τιμές εισαγωγών έχουν υποχωρήσει 4,9% από τον Ιούνιο. Σε ετήσια βάση, οι τιμές αυξήθηκαν 0,8% εμφανίζοντας τη μικρότερη άνοδο από τον Δεκέμβριο του 2020.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα