Βραβεία Grammy: Ένας Έλληνας «απειλεί» τη Μισέλ Ομπάμα – Η λίστα με τις υποψηφιότητες

Ήταν Μάιος του 1998, όταν ένας 25χρονος Ελληνοαμερικανός συνθέτης, με καταγωγή από την Κρήτη, ξεκίνησε να γράφει, στο στούντιο του σπιτιού του, στο Μαϊάμι, ένα νέο μουσικό έργο – Την ίδια εκείνη εβδομάδα είχε προγραμματίσει να κάνει την πρώτη του χημειοθεραπεία, η οποία σηματοδοτούσε την έναρξη της μεγαλύτερης μάχης που είχε κληθεί να δώσει, έως τότε: αυτής για τη ζωή του!

Η νίκη του ήταν διπλή καθώς όχι μόνον κατάφερε να νικήσει τον καρκίνο, και μάλιστα δύο φορές, αλλά εξασφάλισε, παράλληλα, την επίσημη είσοδό του στην παγκόσμια μουσική βιομηχανία. Σήμερα, 22 ολόκληρα χρόνια μετά, ο Έρικ Αλεξανδράκης διεκδικεί, με το ίδιο αυτό έργο, το «Eric I.V. Catatonia: 20 Years As A Two-Time Cancer Survivor», στην εξελιγμένη του μορφή, μία ακόμη νίκη. Σε λίγες ώρες θα κάθεται ανάμεσα στους διάσημους καλλιτέχνες που διεκδικούν ένα βραβείο Γκράμι και θα διαγωνιστεί στην κατηγορία «Καλύτερο Άλμπουμ Προφορικού Λόγου» στην οποία είναι μεταξύ άλλων υποψήφια και η πρώην Πρώτη Κυρία της Αμερικής, Μισέλ Ομπάμα, για το μπεστ σέλερ της, «Survivor».

Ο ανταγωνισμός μπορεί να φαίνεται και να είναι, πράγματι, σκληρός παρόλα αυτά τίποτε δεν μπορεί να φοβίσει έναν άνθρωπο που τα έχει βάλει με τον θάνατο και επιπλέον διαθέτει ατρόμητη ελληνική ψυχή: «Είμαι πολύ αισιόδοξος και πιστεύω ότι όλα είναι δυνατά!» λέει στο protothema.gr ο Ελληνοαμερικανός συνθέτης, ο οποίος βρίσκεται τις τελευταίες ημέρες στο Λος Άντζελες και ανυπομονεί να έρθει η ώρα για την μεγάλη βραδιά. Το γεγονός, δε, ότι συνυποψήφιά του θα είναι μια γυναίκα σημαντική, όπως η Μισέλ Ομπάλα, την οποία ο ίδιος εκτιμά και θαυμάζει απεριόριστα, τον κάνει να νιώθει ακόμα μεγαλύτερο ενθουσιασμό.

Δεν διστάζει μάλιστα να μάς αποκαλύψει πώς στα όνειρά του υπήρχε πάντα μια θέση για ένα βραβείο Γκράμι: «Αυτή η υποψηφιότητα αποτελεί κάτι εξαιρετικά πολύτιμο για μένα και παράλληλα είναι το εφαλτήριο για μια σειρά από νέες σημαντικές ευκαιρίες που θα παρουσιαστούν στο μέλλον. Πάντα πίστευα πως κάποια στιγμή θα διεκδικήσω ένα Γκράμι. Φυσικά δεν ήξερα πότε και για τί ακριβώς. Και κάτι μέσα μου μού λέει πως θα υπάρξουν κι άλλες σημαντικές στιγμές για μένα στο μέλλον».

Είναι πράγματι συγκλονιστική η αισιόδοξη ματιά με την οποία ατενίζει το μέλλον ένας άνθρωπος που γνώρισε τη σκληρή, την άδικη πλευρά της ζωής πολύ πρόωρα. Γιατί η διαδρομή του Έρικ Αλεξανδράκη, από το χωριό του στο Ρέθυμνο, όπου περνούσε ξέγνοιαστα τα καλοκαίρια των παιδικών του χρόνων, μέχρι την αποψινή λαμπερή τελετή απονομής των μουσικών βραβείων Γκράμι, εκτός από όμορφες στιγμές, είχε και, μεγάλες δοκιμασίες. Είχε εμπόδια πολλά και αγώνες σκληρούς και μακροχρόνιους που δύσκολα ένας άνθρωπος, και μάλιστα σε τόσο νεαρή ηλικία, μπορεί να αντιμετωπίσει μετουσιώνοντάς τα σε δημιουργία, σε μουσική.

«Αυτό το έργο είναι η ιστορία των σκοτεινών περιόδων της ζωής μου και παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο αυτές οι δύσκολες εποχές με επηρέασαν και με έκαναν τον άνθρωπο που είμαι σήμερα. Ποτέ δεν αισθανόμουν άνετα με το να συμπεριλαμβάνω προσωπικές πληροφορίες έργα μου. Ωστόσο, είναι εξαιρετικά σημαντικό για μένα που πολλοί άνθρωποι οι οποίοι παλεύουν με τον καρκίνο αλλά και άνθρωποι που έχουν πλέον θεραπευτεί επηρεάστηκαν θετικά από το συγκεκριμένο έργο» εξομολογείται ο ίδιος και συμπληρώνει με νόημα: ««Η ενασχόληση με αυτό το πρότζεκτ, κατά την διάρκεια της ασθένειάς μου, με βοήθησε πάρα πολύ. Με αποσπούσε από την σκληρή πραγματικότητα, με έκανε να ξεχνώ, για λίγο, τί μού συμβαίνει και πώς θα καταλήξει όλο αυτό. Με αυτή την αφορμή, εξάλλου, ξεκίνησε και η επαγγελματική σταδιοδρομία μου καθώς προέκυψε η πρώτη μου συνεργασία με τον Τζον Τέιλορ των Duran Duran αλλά και με το ΜΤV το οποίο άρχισε, τότε, να χρησιμοποιεί τη μουσική μου σε διάφορα σόου του».

Όσο για το αν πιστεύει πως η μουσική είναι πράγματι θεραπευτική όπως ισχυρίζονται πολλοί; Η απάντησή του στο παραπάνω ερώτημα είναι μάλλον αναμενόμενη: «Πιστεύω ακράδαντα πώς οι μουσική έχει τεράστιες θεραπευτικές ιδιότητες. Αρκεί να ακούσεις το κατάλληλο τραγούδι την κατάλληλη στιγμή. Κάθε τραγούδι εξάλλου έχει τη δύναμη να εξορκίζει μια ανάμνηση είτε αυτή είναι ευχάριστη είτε δυσάρεστη. Εξάλλου, υπάρχουν πλέον, σε ολόκληρο τον κόσμο μουσικές θεραπείες που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της άνοιας. Έπειτα η μουσική μπορεί να ενώσει τους ανθρώπους όσο τίποτα άλλο. Είτε πρόκειται για ένα τραγούδι που τραγουδιέται από 20.000 κόσμου σε μια συναυλία είτε για έναν εθνικό ύμνο ή για ένα κομμάτι όπως το «Don’t Look Back In Anger», των Oasis, που έγινε το σήμα-κατατεθέν ενάντια στην τρομοκρατία μετά την πολύνεκρη επίθεση στο Μάντσεστερ».
Η στενή σχέση με την Ελλάδα

Η προσωπική ιστορία του Έρικ Αλεκανδράκη θυμίζει σενάριο κινηματογραφικής ταινίας με έντονο άρωμα Ελλάδας. Οι Ναζί εκτέλεσαν τον Κρητικό παππού του ενώ ο θείος του ήταν εκείνος που πυρπόλησε το Αρκάδι όταν οι Τούρκοι εισέβαλαν με μανία στην Μονή όπου είχαν συγκεντρωθεί οι συντοπίτες του προκειμένου να μην πέσουν στα χέρια του εχθρού. Οι γονείς του, εξαιρετικά μορφωμένοι και οι δύο – φυσικός που πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Πανεπιστημίου Κρήτης ο πατέρας του και πολυγραφότατη φιλόσοφος η μητέρα του – μετανάστευσαν στην Αμερική και έστησαν εκεί τη ζωή τους.

Κανείς από τους δύο δεν είχε ιδιαίτερη σχέση με τη μουσική ο μικρός Έρικ, ωστόσο, έδειξε, από τους πρώτους κιόλας μήνες της ζωής του, πως ήταν γεννημένος μουσικός καθώς τραγουδούσε πριν καν ακόμη μιλήσει και είχε μια απίστευτη ικανότητα να χειρίζεται τα μουσικά όργανα. Παρότι η αρχική του μουσική εκπαίδευση ήταν κλασική ο ίδιος επηρεάστηκε αργότερα από τη δύναμη του ποπ ρεύματος και ακολούθησε ανάλογα μουσικά μονοπάτια κάνοντας, μάλιστα, συνεργασίες με διάσημους καλλιτέχνες μεταξύ των οποίων οι Duran Duran, ο Τζον Μάλκοβιτς, η Γιόνο Όνο κ.α.

Στο μεταξύ όμως είχε απολαύσει πολλά ελληνικά καλοκαίρια στην Κρήτη ενσωματώνοντας, μοιραία, στο χαρακτήρα του τις ελληνικές επιρροές: Η Ελλάδα είναι στο αίμα μου… Και θεωρώ πως έχουν περάσει σε μένα πολλά ελληνικά χαρακτηριστικά όπως οι έννοιες της φιλοξενίας, της περηφάνιας αλλά και η αγάπη για την ελληνική υγιεινή διατροφή. Τα παιδικά μου χρόνια ήταν πολύ όμορφα και άμεσα συνδεδεμένα με την Ελλάδα. Κάθε καλοκαίρι πήγαινα στην Κρήτη. Μάλιστα έζησα στο Ηράκλειο για έναν ολόκληρο χρόνο, το 1978, όταν ο πατέρας του δούλευε για την δημιουργία του Πανεπιστημίου Κρήτης» περιγράφει ο ίδιος.

Οι στενοί δεσμοί του με την Ελλάδα δεν διαταράχθηκαν ποτέ. Ο ίδιος φρόντισε ώστε να μην συμβεί αυτό επιλέγοντας, σταθερά, ως ιδανικό προορισμό των διακοπών του την Κρήτη, τον τόπο που αποτελεί για εκείνον την απαρχή της ιστορίας του αλλά και το διαχρονικό καταφύγιό του: « Η Κρήτη είναι το πιο αγαπημένο μου μέρος στον κόσμο. Απολαμβάνω να αφήνω πίσω τις ανοησίες του αμερικάνικου τρόπου ζωής και να ζω με έναν πιο απλό τρόπο. Να φανταστείς δεν έχουμε καν τηλεόραση στο σπίτι μας στο Ρέθυμνο…! Μου αρέσει να πηγαίνω στα χωράφια και να ασχολούμαι με τις καλλιέργειες, να πηγαίνω στην παραλία, να κολυμπώ, να συζητάω με τις ώρες με τους φίλους μου και να διαβάζω όσο περισσότερο ελληνική ιστορία μπορώ. Κυρίως μού αρέσει να νιώθω πως περιβάλλομαι από την μεγάλη ελληνική ιστορία».

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα