Σταθερές, σε γενικές γραμμές παραμένουν οι τάσεις σε σχέση με τις προσδοκίες των επιχειρήσεων για το επόμενο εξάμηνο, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας επιχειρήσεων του «Βαρόμετρου Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδας (ΚΕΕΕ)».
Πιο συγκεκριμένα, το 21% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα αναμένουν ότι το επόμενο εξάμηνο θα είναι καλύτερο από το αντίστοιχο περσινό (24% στην έρευνα του Νοεμβρίου 2023), ενώ το ποσοστό όσων αναμένουν ότι το επόμενο εξάμηνο θα είναι χειρότερο από το αντίστοιχο περσινό βρίσκεται στο 32% (έναντι 35% τον Νοέμβριο 2023). Παράλληλα, αυξάνεται το ποσοστό των επιχειρήσεων που αναμένουν ότι το επόμενο εξάμηνο θα είναι περίπου ίδιο με το αντίστοιχο περσινό (40% έναντι 35% τον Νοέμβριο 2023). Η εικόνα είναι σαφώς καλύτερη στις νησιωτικές Περιφέρειες Βορείου και Νοτίου Αιγαίου, όπου οι αισιόδοξες εκτιμήσεις υπερτερούν σαφώς των απαισιόδοξων, ενώ το υψηλότερο ποσοστό απαισιόδοξων εκτιμήσεων καταγράφεται στις Περιφέρεις Ηπείρου και Δυτικής Μακεδονίας. Οι αισιόδοξες εκτιμήσεις υπερτερούν – έστω και οριακά – των απαισιόδοξων μόνο στον τομέα των Κατασκευών. Η αισιοδοξία επικρατεί στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις (όσες έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών άνω του 1.000.000 ευρώ και απασχολούν από 10 εργαζόμενους και πάνω), ενώ στον αντίποδα απαισιοδοξία επικρατεί στις πολύ μικρές επιχειρήσεις (όσες απασχολούν μέχρι 4 εργαζόμενους και έχουν κύκλο εργασιών μέχρι 100.000 ευρώ ετησίως, κυρίως ατομικές και μη κεφαλαιουχικές επιχειρήσεις).
Επιδείνωση καταγράφεται σε σχέση με τις εκτιμήσεις για την οικονομική κατάσταση της χώρας το επόμενο εξάμηνο, καθώς το ποσοστό όσων αναμένουν βελτίωση μειώνεται, από το 15% τον Νοέμβριο του 2023 στο 12% σήμερα, ενώ το ποσοστό όσων αναμένουν επιδείνωση, αυξάνεται από το 50% του Νοεμβρίου 2023, στο 56% σήμερα.
Σχεδόν σταθερές, σε σχέση με τον Νοέμβριο 2023, παραμένουν οι εκτιμήσεις για την εξέλιξη των πωλήσεων υπηρεσιών/προϊόντων κατά το επόμενο εξάμηνο: το 25% των επιχειρήσεων αναμένουν αύξηση των πωλήσεών τους κατά το επόμενο εξάμηνο (27% το Νοέμβριο 2023), ενώ μείωση προβλέπουν το 29% των επιχειρήσεων (όσο και τον Νοέμβριο 2023). Ο τομέας των Κατασκευών καταγράφει τη μεγαλύτερη αισιοδοξία (28% αναμένουν αύξηση, έναντι 19% που αναμένουν μείωση πωλήσεων το επόμενο εξάμηνο), ενώ σημαντική απαισιοδοξία καταγράφεται στον τομέα του Εμπορίου (21% αναμένουν αύξηση πωλήσεων το επόμενο εξάμηνο έναντι 38% που αναμένουν μείωση). Η απαισιοδοξία τροφοδοτείται κυρίως από τις πολύ μικρές επιχειρήσεις (ατομικές, μη κεφαλαιουχικές επιχειρήσεις, που απασχολούν μέχρι 4 εργαζόμενους και έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών μέχρι 100.000 ευρώ), ενώ στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις (όσες απασχολούν πάνω από 5 εργαζόμενους και έχουν κύκλο εργασιών άνω του 1.000.000 ευρώ κυριαρχούν αισιόδοξες εκτιμήσεις). Σαφώς αισιόδοξες είναι οι εκτιμήσεις και των επιχειρήσεων με εξαγωγικό χαρακτήρα, καθώς το 38% αναμένουν αύξηση πωλήσεων κατά το επόμενο εξάμηνο, έναντι 16% που αναμένουν μείωση.
Ελαφρά θετικό είναι το ισοζύγιο των εκτιμήσεων για την εξέλιξη της συνολική απασχόλησης στις επιχειρήσεις, καθώς το 13% αναμένουν αύξηση έναντι 10% που αναμένουν μείωση της απασχόλησης (χωρίς σημαντικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τον Νοέμβριο 2023). Η ισχυρότερη εκτίμηση για αύξηση της απασχόλησης καταγράφεται στην Περιφέρεια Αττικής (19% αναμένουν αύξηση της απασχόλησης στην επιχείρησή τους έναντι μόλις 7% που αναμένουν μείωση) ενώ η πιο αρνητική εικόνα καταγράφεται στις Περιφέρειες Ηπείρου και Δυτικής Μακεδονίας (10% αναμένουν αύξηση της απασχόλησης, έναντι 21% που αναμένουν μείωση). Κι εδώ ο τομέας των Κατασκευών καταγράφει την υψηλότερη προσδοκία αύξησης της απασχόλησης, ενώ στο τομέα του Εμπορίου καταγράφεται αρνητικό ισοζύγιο εκτιμήσεων. Οι μεγάλες και πολύ μεγάλες είναι αυτές που αναφέρουν σε πολύ υψηλά ποσοστά ότι αναμένουν αύξηση της απασχόλησης στο επόμενο εξάμηνο (51% σε όσες απασχολούν τουλάχιστον 50 εργαζόμενους και 42% σε όσες έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών πάνω από 5.000.000 ευρώ).
Σχετικά σταθερή εικόνα καταγράφεται και στις εκτιμήσεις των επιχειρήσεων για την ρευστότητά τους κατά το επόμενο εξάμηνο: το 16% αναμένουν αύξηση της ρευστότητάς τους (όσο και τον Νοέμβριο 2023), έναντι 33% που αναμένουν μείωση ρευστότητας (από 36% τον Νοέμβριο 2023) και 46% που εκτιμούν ότι η ρευστότητά τους το επόμενο εξάμηνο θα παραμείνει αμετάβλητη (από 43% τον Νοέμβριο 2023). Βελτιωμένη εικόνα καταγράφεται κι εδώ στον τομέα των Κατασκευών (25% εκτιμούν ότι η ρευστότητά τους θα ενισχυθεί το επόμενο εξάμηνο έναντι 23% που αναμένου μείωση ρευστότητας), ενώ ο τομέας του Εμπορίου καταγράφει και σ αυτή την περίπτωση την αρνητική εικόνα (12% αναμένουν αύξηση ρευστότητας, έναντι 43% που αναμένουν μείωση). Και σε αυτή την περίπτωση το υψηλότερο ποσοστό όσων επιχειρήσεων αναμένουν αύξηση της ρευστότητας καταγράφεται στις επιχειρήσεις που απασχολούν από 50 εργαζόμενους και πάνω και έχουν κύκλο εργασιών άνω των 5.000.000 ευρώ (35%).
Αυξάνεται εκ νέου (σταθερά αυξητική τάση από τον Νοέμβριο του 2022 και την έναρξη των μετρήσεων του «Βαρόμετρου ΚΕΕΕ») το ποσοστό των επιχειρήσεων που δηλώνουν ότι οι δανειακές τους ανάγκες θα παραμείνουν αμετάβλητες κατά το επόμενο εξάμηνο, φθάνοντας πλέον στο 75%, ενώ μειώνεται στο 14% (από 18% τον Νοέμβριο 2023) το ποσοστό των επιχειρήσεων που αναμένουν αύξηση των δανειακών τους αναγκών το επόμενο εξάμηνο και παραμένει σχεδόν σταθερό το ποσοστό όσων αναμένουν μείωση (7% έναντι 8% τον Νοέμβριο 2023).
Μειώνεται εκ νέου (σταθερά πτωτική τάση από τον Νοέμβριο του 2022 και την έναρξη των μετρήσεων του «Βαρόμετρου ΚΕΕΕ») το ποσοστό των επιχειρήσεων που αναμένουν ότι η ικανοποίηση των δανειακών τους αναγκών θα γίνεται με δυσμενέστερους όρους κατά το επόμενο εξάμηνο (28% έναντι 31% τον Νοέμβριο του 2023 και 37% τον Νοέμβριο του 2022), χωρίς ωστόσο να αυξάνεται το ποσοστό όσων θεωρούν ότι η ικανοποίηση των δανειακών αναγκών τους θα πραγματοποιείται με ευνοϊκότερους όρους το επόμενο εξάμηνο (7% σήμερα έναντι 8% τον Νοέμβριο 2023).
Η πλειοψηφία των επιχειρήσεων εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν απαισιόδοξα το μέλλον του κλάδου τους για το επόμενο εξάμηνο: το ποσοστό όσων αναμένουν δυσμενέστερη κατάσταση αυξάνεται από το 53% το Νοέμβριο του 2023, στο 57% σήμερα, και το συνολικό ποσοστό όσων προβλέπουν βελτίωση της κατάστασης ή σταθερότητα μειώνεται αθροιστικά στο 41%, έναντι 44% τον Νοέμβριο του 2023. Η καλύτερη εικόνα καταγράφεται στον τομέα των Κατασκευών (56% αναμένουν στασιμότητα ή βελτίωση, έναντι 41% που αναμένουν επιδείνωση) και η χειρότερη στον τομέα του Εμπορίου (33% σταθερότητα ή βελτίωση έναντι 65% επιδείνωση). Και στο δείκτη αυτό η καλύτερη εικόνα καταγράφεται στις μεγαλύτερες επιχειρήσεις (όσες απασχολούν πάνω από 25 εργαζόμενους και έχουν ετήσιο κύκλο εργασιών πάνω από 1.000.000 ευρώ) και σε όσες έχουν εξαγωγικό χαρακτήρα.
Μειωμένο, σε σχέση με το Νοέμβριο του 2023, εμφανίζεται το ποσοστό των επιχειρήσεων που σχεδιάζει να προχωρήσει σε κάποιου είδους επένδυση, όπως αγορά ακινήτου ή πάγιο εξοπλισμό ή επέκταση δραστηριοτήτων κτλ., κατά το επόμενο εξάμηνο: από 28% το Νοέμβριο του 2023, στο 22% σήμερα. Τα υψηλότερα ποσοστά, όσων σχεδιάζουν κάποια επένδυση κατά το επόμενο εξάμηνο, καταγράφονται στους τομείς των Κατασκευών, στις επιχειρήσεις που απασχολούν από 5 εργαζόμενους και πάνω (και κυρίως σε όσες απασχολούν πάνω από 50 εργαζόμενους) και στις επιχειρήσεις με κύκλο εργασιών άνω των 100 χιλ. ευρώ (και κυρίως σε όσες έχουν ετήσιο τζίρο πάνω από 1.000.000 ευρώ).
Η πλειοψηφία των επιχειρήσεων προβλέπουν ότι οι τιμές των προϊόντων – υπηρεσιών τους κατά το επόμενο εξάμηνο θα παραμείνουν σταθερές (50%, έναντι 47% τον Νοέμβριο 2023), ενώ το 4% αναμένει μείωση των τιμών (όσο και τον Νοέμβριο 2023). Στον αντίποδα, 40% των επιχειρήσεων αναμένουν αύξηση των τιμών (έναντι 43% το Νοέμβριο του 2023), είτε στο επίπεδο του τρέχοντος πληθωρισμού (18%), είτε πάνω από το επίπεδο του τρέχοντος πληθωρισμού (17%), είτε κάτω από το επίπεδο του τρέχοντος πληθωρισμού (5%).