Τζανακόπουλος: Να δημιουργήσουμε μια ριζικά νέα πολιτική παράδοση

Ο Δημήτρης Τζανακόπουλος μιλάει στην “ΑΥΓΗ” για τα στρατηγικά ερωτήματα της εποχής μας και τον ρόλο της Αριστεράς και του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι σε αυτές τις πρωτόγνωρες και απαιτητικές προκλήσεις.

Κάνει λόγο για την ανάγκη δημιουργίας μιας ριζικά νέας πολιτικής παράδοσης, μιας ριζοσπαστικής αριστερής λαϊκής δύναμης, που θα είναι ταυτόχρονα και δύναμη διακυβέρνησης εντός ενός δυσμενούς συσχετισμού δύναμης, για την αμφίπλευρη διεύρυνση και την πλούσια παράδοση από την οποία προέρχεται και πορεύεται το κόμμα. Τονίζει πως το ΚΙΝ.ΑΛΛ. οφείλει σύντομα να καταλήξει στην πολιτική απόφαση, με ποια πλευρά της όχθης θα βρεθεί.

Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία υπογραμμίζει τις αρχές μιας προοδευτικής εξωτερικής πολιτικής στον αντίποδα των εθνικιστικών προσεγγίσεων και μιλά για την επόμενη μέρα της πανδημίας, τα κινήματα και την κοινωνική κίνηση, στη χώρα μας και διεθνώς.

Αναφέρεται ακόμα στην ανάγκη υπεράσπισης της δημοκρατίας, που υπονομεύεται από την προπαγάνδα, τα fake news, αλλά και στην αδιαμεσολάβητη επαφή του ΣΥΡΙΖΑ με την κοινωνία.

Η Προοδευτική Συμμαχία είναι μια σημερινή αναλογία της ΕΑΜικής παράταξης, κάτι σαν τους «μη προνομιούχους»; Είναι ένα αντίστοιχο εγχείρημα με τον ΣΥΡΙΖΑ; Πώς θα την ορίζατε;

Δεν νομίζω ότι στην περίπτωση αυτή οι ιστορικές αναλογίες μπορούν να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε αλλά και να σχεδιάσουμε τα επόμενα βήματα του εγχειρήματος. Βεβαίως, ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία είναι αποτέλεσμα και της κληρονομιάς του, η οποία είναι ετερόκλητη σαν όλες τις κληρονομιές, όπως σημειώνει εύστοχα σε ένα κείμενό του ο Άκης Γαβριηλίδης.

Ετερόκλητες κληρονομιές του κομμουνιστικού κινήματος, των λαϊκών μετώπων, της άκρας Αριστεράς της Μεταπολίτευσης, της Σοσιαλδημοκρατίας, της ανανεωτικής και της ριζοσπαστικής Αριστεράς, του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος συναντώνται στον πολιτικό μας φορέα και δημιουργούν μια νέα μορφή. Και αυτή η μορφή δεν θεωρώ ότι έχει την ανάγκη μιας ιστορικής αναλογίας για να οριστεί. Προέκυψε μέσα στην πολιτική μάχη -θυμηθείτε ότι τα πρώτα βήματα για τη συγκρότηση της Προοδευτικής Συμμαχίας έγιναν με αφορμή τη Συμφωνία των Πρεσπών- και στην πολιτική μάχη θα συνεχίσει να διαμορφώνεται.

Με δεδομένο δε ότι η περίοδος των Μνημονίων αλλά και η περίοδος της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ δημιούργησε νέες πολιτικές ταυτότητες, νέα ερωτήματα και νέες ανάγκες, έχουμε σήμερα την ευκαιρία αλλά και την υποχρέωση να δημιουργήσουμε μια ριζικά νέα πολιτική παράδοση: Αυτήν μιας ριζοσπαστικής αριστερής λαϊκής δύναμης, που θα είναι ταυτόχρονα και δύναμη διακυβέρνησης εντός ενός δυσμενούς συσχετισμού δύναμης. Δεν είναι καθόλου εύκολο αλλά σήμερα παραδόξως (;) είναι εφικτό.

Η σύγκλιση προοδευτικών και αριστερών δυνάμεων που προέρχονται από διαφορετικές ιστορικές και πολιτικές διαδρομές είναι λοιπόν αναγκαία συνθήκη αυτής της προσπάθειας. Δεν είναι αρκετή για να δημιουργήσει αυτή τη νέα πολιτική παράδοση αλλά είναι σίγουρα ένα βήμα προς αυτή την κατεύθυνση.

Η συνέντευξη:

Από τις πρωτοβουλίες που έχετε αναλάβει δεν προκύπτει αμφίπλευρο άνοιγμα. Θεωρείτε ότι ο εκτός ΣΥΡΙΖΑ κόσμος της Αριστεράς δεν χωράει στο εγχείρημα;

Δεν νομίζω ότι είναι έτσι. Η προσπάθεια διεύρυνσης του ΣΥΡΙΖΑ κινητοποιεί δυνάμεις που προέρχονται από την άκρα Αριστερά μέχρι και τη Σοσιαλδημοκρατία. Πάρα πολλοί από τους ανθρώπους που οργανώνονται σήμερα στο κόμμα μας προέρχονται από το ριζοσπαστικό φοιτητικό κίνημα της προηγούμενης δεκαετίας και από οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, οι οποίες δεν συμμετείχαν στις προηγούμενες φάσεις της διαμόρφωσης του ΣΥΡΙΖΑ.

Σε πολλούς μαζικούς χώρους αυτή η προοπτική μιας ριζοσπαστικής αριστερής αλλά και ταυτόχρονα κυβερνητικής δύναμης δίνει διέξοδο σε δυνάμεις που αντιλαμβάνονται ότι είναι αναγκαία η συμμετοχή σε έναν φορέα που θα έχει κυβερνητική προοπτική και δεν θα περιορίζεται σε επιμέρους αγώνες, που, αν και πολλές φορές έχουν συγκεκριμένα αποτελέσματα, δεν οδηγούν σε μια συνολικότερη αλλαγή συσχετισμών δύναμης.

Και η γνώμη μου είναι ότι αυτές οι δυνάμεις, με τη μεγάλη πολιτική και κινηματική εμπειρία αλλά και την προσήλωση στην παραγωγή άμεσων αποτελεσμάτων, είναι εξαιρετικά πολύτιμες στη διαδικασία παραγωγής της νέας πολιτικής παράδοσης για την οποία έκανα λόγο προηγουμένως.

Ψηφίσατε την απλή αναλογική, συνεπώς είναι αναγκαία μια συμμαχία με το ΚΙΝ.ΑΛΛ., το οποίο όμως παραμένει εχθρικό προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Μήπως φταίει το ότι η διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ καταλαμβάνει τον ζωτικό του χώρο;

Η απλή αναλογική από μόνη της παράγει ένα νέο πολιτικό πεδίο. Αλλάζει τις συντεταγμένες της πολιτικής σύγκρουσης καθώς εξαναγκάζει όλους τους πολιτικούς χώρους, ή τουλάχιστον αυτούς που δεν επιλέγουν τον πολιτικό αναχωρητισμό, να σκεφτούν το ζήτημα των συμμαχιών και της διακυβέρνησης.

Οι αμφιταλαντεύσεις του ΚΙΝ.ΑΛΛ. οφείλονται ακριβώς σε αυτή τη νέα πολιτική συνθήκη, που τροφοδοτεί την εσωτερική του σύγκρουση. Διότι το ερώτημα είναι αμείλικτο: Σε ποια όχθη βρίσκεται; Με τη μεριά του καθεστώτος Μητσοτάκη ή με τη μεριά των προοδευτικών δυνάμεων; Αυτή η εσωτερική σύγκρουση είμαι σίγουρος ότι θα διαρκέσει πολύ. Δεν είναι κάτι απλό να επιλυθεί ή να οδηγηθεί σε κατίσχυση της μιας πλευράς έναντι της άλλης. Το σίγουρο όμως είναι ότι ο χρόνος πιέζει και το ΚΙΝ.ΑΛΛ. δεν θα έχει για πολύ ακόμη τη δυνατότητα να αναβάλλει την τελική του απόφαση.

Στην εξωτερική πολιτική δεν έχουμε πάντοτε και σε όλα δίκιο

Το επόμενο διάστημα αναμένεται να έρθουν τα ελληνοτουρκικά στο προσκήνιο. Είναι ευκολότερο για την Αριστερά να τοποθετείται στο κοινωνικό πεδίο; Τα λεγόμενα εθνικά ζητήματα είναι ναρκοθετημένο έδαφος; Ποια είναι η στρατηγική μιας σύγχρονης πατριωτικής Αριστεράς στον αντίποδα του εθνολαϊκισμού και των εθνικιστικών κραυγών που ακούμε συχνά;

Για την Αριστερά τίποτα δεν είναι εύκολο. Σε κάθε πεδίο η τοποθέτησή της βρίσκεται σε αντίθεση με τις κυρίαρχες ιδέες και πρακτικές, αυτές δηλαδή που αντιστοιχούν στον δεδομένο τρόπο παραγωγής.

Για παράδειγμα, η αυθόρμητη αντίδραση όταν η Αριστερά ζητάει ή υλοποιεί την αύξηση του κατώτατου μισθού είναι: ναι, αλλά πώς θα επιβιώσουν οι επιχειρήσεις αν αυξηθεί το μισθολογικό κόστος; Αυτή η ιδέα είναι σύμφυτη με την ανταγωνιστική συνθήκη του καπιταλισμού. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι και σωστή.

Κατά τον ίδιο τρόπο, η εθνικιστική ιδεολογία είναι σύμφυτη με το νεωτερικό κράτος, το έθνος-κράτος, το οποίο αναλαμβάνει να εντάξει, να εξισορροπήσει και να ιεραρχήσει αντιτιθέμενα συμφέροντα και προσδοκίες παράγοντας το «εθνικό συμφέρον» πάντα προς το συμφέρον της κυρίαρχης τάξης.

Έτσι λοιπόν κανένα θέμα δεν θα έλεγα ότι είναι δυσκολότερο από κάποιο άλλο. Κάθε πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης έχει τις δικές του νάρκες. Το ζητούμενο για μας είναι να μην τις πατάμε. Θα πρέπει λοιπόν πάντοτε και στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής να είμαστε πολύ προσεκτικοί ώστε να μην διολισθαίνουμε σε ιδέες και επιλογές που βρίσκονται στον αντίποδα των στρατηγικών μας επιδιώξεων.

Προφανώς, δεν μπορώ να περιγράψω σε λίγες λέξεις τη στρατηγική μας. Σίγουρα όμως μπορώ να ονομάσω κάποιες από τις αρχές στις οποίες θα πρέπει να βασίζεται: την προσήλωση στην ειρήνη, στον διπλωματικό και πολιτικό διάλογο, τη μη μετάθεση των προβλημάτων διαρκώς στο μέλλον, τη συνειδητοποίηση ότι δεν έχουμε πάντοτε και σε όλα δίκιο. Πάνω σε αυτές τις αρχές στηρίχτηκε η στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ στην περίπτωση της Συμφωνίας των Πρεσπών και νομίζω ότι δημιούργησε ένα νέο αριστερό παράδειγμα άσκησης εξωτερικής πολιτικής.

Η πανδημία και η κρίση επαναφέρουν στον δημόσιο διάλογο τον ρόλο του κράτους. Στις ΗΠΑ μια νέα αριστερή πολιτικοποίηση αμφισβητεί με επιμονή τα WASP θεμέλια της αμερικανικής κοινωνίας. Στην Ελλάδα, ενδεχόμενα και στην Ευρώπη, βλέπουμε συντηρητικοποίηση. Γιατί;

Η πολιτική είναι σύγκρουση εντός της συγκυρίας. Και επειδή κάθε συγκυρία είναι εξ ορισμού διαφορετική, δεν είναι πάντοτε εύκολο να διακρίνουμε τις κοινωνικές τάσεις. Για παράδειγμα, την περίοδο της μαζικής ριζοσπαστικοποίησης στην Ελλάδα, η τάση στην Αμερική ήταν τελείως διαφορετική και κατέληξε στη νίκη του Τραμπ.

Επομένως δεν χρειάζεται μεμψιμοιρία αλλά ψύχραιμη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης κάθε φορά. Αν επιχειρούσα να μιλήσω γενικευτικά, πράγμα πάντοτε επικίνδυνο, θα έλεγα το εξής: Η κρίση του κορωνοϊού που ξεσπά πάνω στο έδαφος της χρηματοπιστωτικής κρίσης φέρνει στην επιφάνεια το κοινωνικό ζήτημα του καιρού μας και την πολιτική σύγκρουση που παράγεται από αυτό.

Εδώ και αρκετά χρόνια έχει διαμορφωθεί στις χώρες του ανεπτυγμένου καπιταλισμού έντονη κοινωνική δυσφορία και δυσαρέσκεια, που σχετίζεται, φυσικά, με τις πολιτικές λιτότητας και εσωτερικής υποτίμησης.

Και το μεγάλο ερώτημα είναι τι πολιτικό πρόσημο θα πάρει αυτή η κοινωνική δυσαρέσκεια: ριζοσπαστικό και αριστερό ή ακροδεξιό και εθνικιστικό; Οι κοινωνίες μας βρίσκονται ακριβώς σε αυτή τη διαρκή ταλάντευση. Αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό από τις πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς, οι οποίες την ίδια στιγμή θα πρέπει να αναρωτηθούν πώς θα διατηρήσουν τον ριζοσπαστικό τους χαρακτήρα ασκώντας ταυτόχρονα τη διακυβέρνηση εντός δυσμενών συσχετισμών.

Αλλά και πριν από αυτό να βρουν τους τρόπους ώστε η αριστερή ριζοσπαστική εναλλακτική να γίνει πλειοψηφική. Διότι, με την εξαίρεση του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, καμία άλλη πολιτική δύναμη της ριζοσπαστικής Αριστεράς δεν κατάφερε να κερδίσει εκλογικές μάχες, παρά τη μεγάλη αύξηση των δυνάμεών τους. Αυτό συνέβη από το Ηνωμένο Βασίλειο μέχρι τον Σάντερς και τους Ποδέμος.

Πολύπλοκα και δύσκολα θεωρητικά και πρακτικά προβλήματα της νέας εποχής και των νέων συντεταγμένων της κοινωνικής και πολιτικής σύγκρουσης που συγκροτούν την ύλη στοχασμού και δράσης της Αριστεράς στην εποχή των κρίσεων.

Απευθυνόμαστε σε πολίτες, όχι σε τηλεθεατές

Σε ένα πεδίο εν πολλοίς ναρκοθετημένο, με την πλειονότητα των μίντια να στηρίζουν την κυβέρνηση, ενώ είναι έως και εχθρικά απέναντί σας, με τον μηχανισμό προπαγάνδας του συστήματος της Δεξιάς να είναι τόσο ισχυρός, πώς πρέπει ο ΣΥΡΙΖΑ να παρέμβει; Πώς θα καταφέρετε να φτάσετε το μήνυμά σας στους πολλούς;

Καθ’ όλη τη διάρκεια της μνημονιακής περιόδου η πλειονότητα του μιντιακού συστήματος ταυτίστηκε με τα συμφέροντα των δανειστών, της εγχώριας ελίτ και του πολιτικού προσωπικού που τα εκπροσωπούσε. Έφτασαν σε ακραίες αντικοινωνικές πρακτικές καθυβρίζοντας έναν ολόκληρο λαό γιατί υποφέρει και θέλει να σταματήσει την καταστροφή. Στο πλαίσιο αυτής της μάχης, ο ΣΥΡΙΖΑ μετατράπηκε στον εσωτερικό εχθρό.

Ζήσαμε κατά την περίοδο της διακυβέρνησής μας τη μεγαλύτερη παραγωγή fake news, που ακόμα και οι εμπνευστές του όρου στην Αμερική θα ζήλευαν. Και από την περίοδο του “για όλα φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ” περάσαμε στις copy paste κυβερνητικές αγιογραφίες και του ενός προφήτη. Δεν υπάρχει ενημέρωση, μόνο προπαγάνδα. Χαλκεία και εκμαυλισμός συνειδήσεων. Όλα αυτά που συμβαίνουν είναι υποτίμηση και υπονόμευση της ίδιας της δημοκρατίας. Και έτσι δεν αρκεί μόνο η καταγγελία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά απαιτείται ένα γενναίο και πληθωρικό μέτωπο (πολιτικό και κοινωνικό) για την υπεράσπισή της.

Ο ΣΥΡΙΖΑ πάντα τα κατάφερνε μέσα από την αδιαμεσολάβητη επικοινωνία με την κοινωνία. Απευθυνόμαστε σε κοινωνικές ομάδες και πολίτες και όχι σε ένα σώμα τηλεθεατών. Αυτό θα συνεχίσουμε να κάνουμε πιο εντατικά, με τη φυσική συμμετοχή εκεί που δουλεύει και ζει ο κόσμος, αλλά και αξιοποιώντας όλα τα νέα μέσα για μια αμφίδρομη, ειλικρινή και αποτελεσματική διάδραση με την κοινωνία για την υποστήριξη των θέσεών μας, αλλά και για την υπεράσπιση της αλήθειας. Το έχουμε κάνει στο παρελθόν, νομίζω πως και τώρα θα το καταφέρουμε.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα