Τυνησία: Η Δημοκρατία σε πορεία αποσύνθεσης

Μέχρι στιγμής οι προεδρικές εκλογές στην Τυνησία δεν έχουν οριστεί επίσημα, παρατηρητές ωστόσο εκτιμούν ότι μπορεί να γίνουν από τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, σε κάθε περίπτωση μέχρι τέλος του χρόνου. Εκείνο που παρατηρούν επίσης είναι ότι ενώ ο νυν πρόεδρος της χώρας, Κάις Σαϊέντ, πρώην καθηγητής Νομικής ηλικίας 66 χρονών, εξελέγη τον Οκτώβριο του 2019 δημοκρατικά, από τον Ιούλιο του 2021 ξεκίνησε ωστόσο μια άνευ προηγουμένου εκστρατεία εδραίωσης της εξουσίας του ξαναγράφοντας το Σύνταγμα για να στηρίξει τον εαυτό του. Κανείς δεν αμφισβητεί πλέον ότι θα θέσει και πάλι υποψηφιότητα και εκείνο που ανησυχεί είναι η τακτική καταστολής των πολιτικών του αντιπάλων, της κοινωνίας των πολιτών αλλά και περιορισμού της ελευθερίας των δημοσιογράφων. Πολιτικοί παρατηρητές εικάζουν ότι ο περιορισμός της ελευθερίας έκφρασης σχετίζεται άμεσα με τις εκλογές.

Ποδηγετεί την ελευθερία του τύπου
Σε αυτό συμφωνεί και ο Λαμίνε Μπεγκάζι, μη μόνιμος συνεργάτης της δεξαμενής σκέψης Tahrir Institute for Middle East Policyagrees. “Η εκλογική χρονιά στην Τυνησία χαρακτηρίζεται από φόβο, καταστολή και απουσία κράτους δικαίου, δεδομένου ότι το εκλογικό σώμα που είναι υπεύθυνο για την εποπτεία των εκλογών έχει χάσει την ανεξαρτησία του. Έτσι είναι αδύνατο να φανταστεί κανείς την επόμενη προσφυγή στις κάλπες σε ένα πλαίσιο ελεύθερων και δίκαιων εκλογών”. Αυτήν την εβδομάδα ο εισαγγελέας της Τυνησίας συνέλαβε τον δημοφιλή τηλεοπτικό δημοσιογράφο και επικριτή του προέδρου, τον Μοχάμεντ Μπουγκαλέμπ, ο οποίος ανακρίθηκε από μονάδα ηλεκτρονικού εγκλήματος στα προάστια της πρωτεύουσας της Τυνησίας, Τύνιδας. Σύμφωνα με τα τοπικά μέσα ενημέρωσης, μια γυναίκα υπάλληλος του τυνησιακού υπουργείου Θρησκευτικών Υποθέσεων είχε κατηγορήσει τον Μπουγκαλέμπ ότι “έβλαψε την τιμή και τη φήμη της” σε αναρτήσεις του στο Facebook. “Η κράτηση του Μοχάμεντ Μπουγκαλέμπ αντικατοπτρίζει μια συστηματική πολιτική φίμωσης των δημοσιογράφων και παραβίασης των νομικών διαδικασιών”, δήλωσε στη Deutsche Welle ο Ζιάντ Νταμπάρ, επικεφαλής του Συνδικάτου Τυνήσιων Δημοσιογράφων. “Με την κράτηση του Μπουγκαλέμπ παραβιάζεται ο νόμος 117 που διέπει την ελευθερία του Τύπου”, πρόσθεσε.

Η μη κερδοσκοπική οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων Euro-Med Human Rights Monitor, με έδρα την Ελβετία, εκφράζει επίσης την ανησυχία της για την “επικίνδυνη επέκταση της κυβερνητικής καταστολής στην Τυνησία”, όπως δήλωσε η οργάνωση νωρίτερα αυτή την εβδομάδα μετά την καταδίκη του Χασάν Μπεν Χαλίφα, αρχισυντάκτη της ιστοσελίδας Inhiyaz, σε έξι μήνες φυλάκιση. Κατηγορήθηκε ότι βρισκόταν πίσω από μια σελίδα στο Facebook που εναντιωνόταν στον Τυνήσιο πρόεδρο. Ωστόσο, η Ούτα Σταχέφκσι, επικεφαλής του γερμανικού ιδρύματος Χανς Ζάιντελ με παράρτημα στην Τύνιδα, επισημαίνει επίσης ότι παρά τα μέτρα καταστολής η κυβέρνηση του Σαϊέντ εξακολουθεί να απολαμβάνει ορατής αποδοχής από τον πληθυσμό, γεγονός που υποδηλώνει ισχυρή ανταπόκριση στις πολιτικές του. Επίσημα η οικονομία της Τυνησίας έχει γίνει πιο σταθερή τον τελευταίο χρόνο. Σύμφωνα με κυβερνητικά στοιχεία το εξωτερικό χρέος μειώθηκε χωρίς να καταφύγει σε διεθνή δανεισμό, το επιχειρηματικό κλίμα είναι θετικό και ο τουρισμός έχει επιστρέψει στα προ της πανδημίας επίπεδα.

Οι αφηγήσεις και η βιωμένη πραγματικότητα
Η Σταχέφκσι ωστόσο κάνει λόγο για απόκλιση ανάμεσα στο επίσημο αφήγημα και τη βιωμένη πραγματικότητα. “Βλέπει κανείς συνεχώς ουρές έξω από τα αρτοπωλεία όπου οι άνθρωποι αγοράζουν το καθημερινό τους ψωμί και πάντα υπάρχουν ελλείψεις σε άλλα επιδοτούμενα τρόφιμα, όπως ο καφές, η ζάχαρη, το γάλα και το βούτυρο…..Υπάρχουν πάντα αναφορές για προβλήματα εφοδιασμού και ελλείψεις βασικών τροφίμων και όλα αυτά ενισχύουν την αίσθηση του χάσματος μεταξύ της οικονομικής κατάστασης, όπως παρουσιάζεται επίσημα, και της καθημερινής εμπειρίας. Και κατά τη γνώμη μου μοιάζει περισσότερο σαν να βάζει το κράτος μια σφιχτή ζώνη λιτότητας, να επικεντρώνεται στη λιτότητα. Ίσως μια μικρή επισήμανση παρεμπιπτόντως: η απόλυση του επικεφαλής της κρατικής στατιστικής υπηρεσίας μετά τη δημοσίευση κρίσιμων οικονομικών στοιχείων εγείρει πρόσθετα ερωτήματα, ιδίως όσον αφορά στη διαφάνεια και την πραγματική κατάσταση της οικονομίας”. Σε πρόσφατο δημοσίευμα της εφημερίδας Financial Times αναφέρεται ότι η ΕΕ ανακοίνωσε ότι σχεδιάζει να διαθέσει μέχρι και 164,5 εκ. ευρώ στις τυνησιακές δυνάμεις ασφαλείας, σε αυτές που βασίζεται το κράτος για να περιστείλει τη δημοκρατία, σε βάθος τριετίας στο πλαίσιο συμφωνίας για το μεταναστευτικό που υπογράφηκε μέσα στο 2023.

Παρά τις έντονες διαμαρτυρίες ευρωβουλευτών και οργανώσεων προάσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων η συμφωνία υπεγράφη στην Τύνιδα παρουσία της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Η Τυνησία θεωρείται μια από τις βασικές χώρες προέλευσης της παράτυπης μετανάστευσης και η συμφωνία συνεργασίας ΕΕ -Τυνησίας προβλέπει πέντε πυλώνες: εκτός από τη μετανάστευση, την αναπτυξιακή βοήθεια, τις επενδύσεις και το εμπόριο, την ενέργεια και την ανταλλαγή φοιτητών στο πλαίσιο του Erasmus. Όμως ο Τυνήσιος πρόεδρος έχει δαιμονοποιήσει τους μετανάστες και η στάση των αρχών της χώρας του απέναντί τους είναι απάνθρωπη. Έχει επιδοθεί στην αποσύνθεση της τυνησιακής δημοκρατίας, της μοναδικής που προέκυψε από τηνΑραβική Άνοιξη, χωρίς καμιά αντίδραση από τους Ευρωπαίους εταίρους του. Οι ελπίδες για καλύτερες ημέρες στην Τυνησία δεν φαίνεται να ευοδώνονται. Όλα δείχνουν ότι οι επικείμενες προεδρικές δεν θα γίνουν σε κλίμα δημοκρατικών ελευθεριών και εμπιστοσύνης στο κράτος. Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου

 

Πηγή: Deutsche Welle

 

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα