Το βήμα προς την επενδυτική βαθμίδα και η νέα έξοδος στις αγορές

Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας κατά μία βαθμίδα από τη Standard & Poor’s, αναμφίβολα λειτουργεί προωθητικά προς τον μεγάλο εθνικό στόχο της κατάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας. Σε πρώτη φάση αποτελεί τη «σπίθα», δίνει το έναυσμα προκειμένου η Ελλάδα να βγει ξανά στις αγορές, για δεύτερη φορά εντός του 2022.

Γράφει ο Νώντας Βλάχος

Σ’ ό,τι αφορά στην επενδυτική βαθμίδα, η κατάκτηση της οποίας θα αποτελέσει game changer για την ελληνική οικονομία, τα δύσκολα έπονται. Θεωρείται σχεδόν βέβαιο πως οι οίκοι αξιολόγησης δεν πρόκειται να χαρίσουν «ελαφρά τη καρδία» τη βαθμίδα στη χώρα μας και θα βάλουν δύσκολα σ’ αυτή. Όταν το έκαναν στο παρελθόν, πριν η Ελλάδα καταρρεύσει οικονομικά και εισέλθει στα μνημόνια, είχαν κατηγορηθεί και δικαίως πως «απένειμαν» την επενδυτική βαθμίδα σε μια χώρα που δεν το δικαιούταν, βάσει των δημοσιονομικών και οικονομικών της δεδομένων. Οι οίκοι αξιολόγησης έχουν πάντα στο πίσω μέρος του κεφαλιού τους το «φιάσκο» και προφανώς αυτό διαμορφώνει την πρακτική αλλά και τη συμπεριφορά τους απέναντι στο ελληνικό… ζήτημα.

Δεν είναι η ώρα, πάντως, για μεμψιμοιρία ή απαισιοδοξία για το μείζον θέμα της επενδυτικής βαθμίδας, με δεδομένο ότι ο στόχος κατάκτησής της δεν είναι άμεσος, αλλά έχει μετακυληθεί χρονικά για το 2023. Προφανώς η αναβάθμιση από την Standard & Poor’s είναι εξέλιξη με θετικό πρόσημο που επηρέασε και την απόφαση για νέα έξοδο της χώρας στις αγορές.

Αυτή, όπως έγινε γνωστό χθες, θα πραγματοποιηθεί με επανέκδοση επταετούς ομολόγου που είχε εκδοθεί το 2020. Πρόκειται για τίτλο λήξης 22 Απριλίου 2027, με κουπόνι 2% και απόδοση 2,013%. Είναι πολύ πιθανό εντός και της ημέρας να ανοίξει το βιβλίο προσφοράς, ωστόσο η είδηση δεν «κρύβεται» στο πότε θα γίνει τελικώς αυτό, αλλά σχετίζεται με τη διαμόρφωση του επιτοκίου.

Τέλος εποχής για τον φθηνό δανεισμό

Η εποχή του φθηνού δανεισμού και των χαμηλών επιτοκίων έχει περάσει, όχι μόνο για τα ελληνικά ομόλογα αλλά συνολικά για τα ευρωπαϊκά. Είναι προφανές και δεν χρίζει κάποιας εξειδικευμένης οικονομικής ανάλυσης πως οι αποδόσεις των ομολόγων απέχουν παρασάγγας από τις αντίστοιχες προ διετίας για παράδειγμα και αναπτύσσουν συνεχώς ανοδικές τάσεις, εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία.

Θεωρείται, λοιπόν, μάλλον βέβαιο ότι και στην περίπτωση του reopening του επταετούς ομολόγου, το επιτόκιο θα είναι αρκετά «τσιμπημένο», όπως έγινε και στην πρώτη απόπειρα για έξοδο στις αγορές το 2022. Συγκεκριμένα στα τέλη Ιανουαρίου, η Ελλάδα εξέδωσε νέο 10ετές ομόλογο, το επιτόκιο του οποίου διαμορφώθηκε στο 1,84%, σχεδόν διπλάσιο από αυτό της έκδοσης του Ιουνίου, που ήταν 0,88%.
Οι συνθήκες στην αγορά ομολόγων έχουν μεταβληθεί επί τα χείρω και ενδεχομένως να γίνουν πιο δυσχερείς το επόμενο διάστημα, με συνέπεια οι χώρες να δανείζονται πιο ακριβά απ’ ότι σήμερα. Είναι πιθανό να προκύψει, εντός του καλοκαιριού, αύξηση των βασικών επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, γεγονός που θα συμπαρασύρει προς τα πάνω όλα τα κρατικά ομόλογα.

Το οικονομικό επιτελείο και ο ΟΔΔΗΧ στο χρονοδιάγραμμα που συνέταξαν για τις φετινές εξόδους στις αγορές, έχουν δώσει μεγάλο βάρος στο πρώτο εξάμηνο του έτους και αυτό προφανώς δεν το έπραξαν τυχαία, καθώς εκτίμησαν ότι στο β’ εξάμηνο οι συνθήκες στην αγορά ομολόγων θα είναι πιο δύσκολες. Μεταξύ των εκδόσεων που θα πραγματοποιηθούν τους επόμενους μήνες, περιλαμβάνεται και αυτή του πρώτου πράσινου ομολόγου.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα