Το Ταμείο Ανάκαμψης στο επίκεντρο συνεδρίου του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου

Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και οι ευκαιρίες που προσφέρει στην Ελλάδα, βρέθηκε σήμερα στο επίκεντρο συζήτησης στο πλαίσιο του συνεδρίου “32ο Greek Economic Summit”, του Ελληνο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου.

Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Θόδωρος Σκυλακάκης μιλώντας στο συνέδριο, ανέφερε ότι πρόκειται για το μεγαλύτερο πρόγραμμα RRF στην Ευρώπη. Είναι πολύ σημαντικό, καθώς ξεκινά με βάση πολύ χαμηλό επιτόκιο, ενώ μπορεί να αθροιστεί και με άλλα προγράμματα και να λειτουργήσει με πολύ μεγάλη ταχύτητα. Εκτίμησε ότι από την αρχή του χρόνου θα είναι όλα έτοιμα για να εγκρίνονται τα δάνεια αυτά. “Μιλάμε για 12 δισ. ευρώ δάνεια του RRF, που σημαίνει δυνατότητα να χρηματοδοτήσουν επενδύσεις ύψους 30 δισ. ευρώ από το Ελλάδα 2.0” ανέφερε ο κ. Σκυλακάκης ενώ συμπλήρωσε ότι “αφορούν όλους όσοι θέλουν να κάνουν επενδύσεις. Επιπλέον υπάρχουν 1,5 δισ. ευρώ επιδοτήσεις που αφορούν αποκλειστικά σχεδόν μικρομεσαίους. Το άθροισμα αυτών των εργαλείων προσφέρει πολύ μεγάλη ευχέρεια για επενδύσεις. Βασική προϋπόθεση είναι να θέλει κάποιος να κάνει επενδύσεις, όχι απλώς να πάρει χρήματα από το κράτος”.

Τόνισε επίσης, ότι υπάρχει τεράστια διάθεση για επενδύσεις από τον κόσμο της επιχειρηματικότητας. Σημείωσε ότι η Ελλάδα έχει μεγάλο επενδυτικό κενό, έχει πια πολύ χαμηλότερη φορολογία, χαμηλότερες ασφαλιστικές εισφορές, έχει μια κυβέρνηση που προχωρεί τις μεταρρυθμίσεις και διευκολύνει τις επενδύσεις, έχει αφθονία χρηματοδότησης και έχει αύξηση των επενδύσεων στη διάρκεια της πανδημίας πάνω από 10%, σε σχέση με το 2019. “Αυτά αποδεικνύουν ότι τα εχέγγυα είναι όλα εδώ” ανέφερε ο κ. Σκυλακάκης.

Κληθείς να σχολιάσει τις μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν στο πλαίσιο του προγράμματος, τόνισε ότι η κυβέρνηση κάνει και θα συνεχίσει να κάνει μεταρρυθμίσεις. “Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι γεμάτο μεταρρυθμίσεις και μάλιστα πολύ απαιτητικές που αφορούν πολλούς τομείς. Το κλειδί για αυτές τις μεταρρυθμίσεις είναι η ψηφιακή μετάβαση της ελληνικής οικονομίας”. Πρόσθεσε επίσης, ότι “οι μεταρρυθμίσεις θέλουν τον χρόνο τους μέχρι να δούμε αλλαγές” ενώ επεσήμανε ότι έχει σημασία να υπάρχει υποστήριξη της κοινωνίας σε ένα ευρύτερο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και αν κάτι είναι ενθαρρυντικό για τα επόμενα χρόνια, είναι ότι η κοινωνία δείχνει πολύ πιο ώριμη σε ό,τι αφορά το πού θέλει να πάει και πώς αξιολογεί τη δημοσιονομική πειθαρχία και τις μεταρρυθμίσεις.

Αναφερόμενος στο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, ο γενικός διευθυντής του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒ), Νίκος Βέττας, τόνισε ότι σε μια χώρα, όπως η Ελλάδα, που βρίσκεται σε κρίση από το 2008, το Ταμείο “είναι μια ευκαιρία να βελτιώσεις τη δομή της οικονομίας, έχοντας και τους πόρους να το κάνεις αυτό”. Μιλώντας στο συνέδριο επεσήμανε ότι “ευρωπαϊκά χρήματα στη χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες έχουν έρθει πάρα πολλά, αλλά δεν έπιασαν πάντα τόπο. Κάποια από τα προηγούμενα ευρωπαϊκά χρήματα, όχι μόνο δεν έπιασαν τόπο, αλλά ήταν παράγοντας ο οποίος οδήγησε σε στρεβλή ανάπτυξη την ελληνική οικονομία: Εσωστρέφεια επιχειρήσεων οι οποίες προσανατολίστηκαν σε χρήμα από το δημόσιο αντί να προσανατολιστούν στο να είναι ανταγωνιστικές διεθνώς και γιγάντωση αναποτελεσματικών τμημάτων του δημόσιου τομέα”.

Πρόσθεσε επίσης,  σύμφωνα με το ΑΜΠΕ, ότι η μεγάλη θετική συμβολή του Ταμείου στην ελληνική οικονομία έχει ήδη γίνει. “Δεν θα είχαμε τα πολύ χαμηλά επιτόκια, δεν θα είχαμε πολλές από τις ιδιωτικές επενδύσεις που ήδη έχουν έρθει και έρχονται, εάν δεν υπήρχε η προοπτική της χρηματοδότησης της χώρας και των μεταρρυθμίσεων που χρειάζονται. Η οικονομία κοιτάει εμπρός και δρα σήμερα. ‘Αρα, ακόμα και πριν εκταμιευτεί έστω και ένα ευρώ, ένα μεγάλο κομμάτι του οφέλους έχει έρθει” ανέφερε ο κ. Βέττας.

Εξάλλου, ο κ. Βέττας εκτίμησε ότι το Ταμείο είναι η τελευταία ευκαιρία – και χαρακτηριστικά ανέφερε: “Η χώρα έχει ένα παράθυρο ευκαιρίας το οποίο ορίζεται από το Ταμείο Ανάκαμψης και τους άλλους ευρωπαϊκούς πόρους, από το ότι το κόστος χρηματοδότησης τον επόμενο ενάμιση χρόνο τουλάχιστον, διεθνώς θα είναι χαμηλό, ότι υπάρχει μια δεξαμενή ανεργίας η οποία σταδιακά θα μειώνεται, υπάρχει μια μεταρρυθμιστική διάθεση και μια πολιτική σταθερότητα στη χώρα” υπογράμμισε. Πρέπει να μπουν τα θεμέλια, έτσι ώστε αυτοί οι σχετικά υψηλοί ρυθμοί μεγέθυνσης που αναμένονται για το 2022, το 2023 ενδεχόμενα και το 2024, να μην πέσουν προς τα εκεί που είναι τα σημερινά θεμελιώδη της ελληνικής οικονομίας, αλλά να γίνουν ορισμένες δύσκολες επιλογές και να εφαρμοστούν στην πράξη. “Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είναι μια πρόκληση” τόνισε ο κ. Βέττας.

Στη μεγάλη ευκαιρία, τόσο για την ελληνική οικονομία όσο και για την ελληνική επιχείρηση, που αντιπροσωπεύει το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, αναφέρθηκε ο πρόεδρος του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας, Σίμος Αναστασόπουλος. “Αν κάτι μάθαμε στα χρόνια της κρίσης, αλλά και κατά τη διάρκεια της πανδημίας, είναι ότι οι οικονομίες ανακάμπτουν τόσο γρήγορα, όσο τους επιτρέπει τι επίπεδο της ανταγωνιστικότητάς τους. Σε αυτό το σημείο, η ελληνική οικονομία έπασχε τα τελευταία χρόνια, οπότε το Ταμείο είναι μια μεγάλη ευκαιρία για την ελληνική οικονομία να ανακτήσει ένα μέρος της ανταγωνιστικότητάς της και για τις ελληνικές επιχειρήσεις να ανασχηματιστούν σε όλους τους πυλώνες που υποστηρίζει ο μηχανισμός ανάκαμψης και ανθεκτικότητας” επεσήμανε ο κ. Αναστασόπουλος.

Ειδική αναφορά έκανε ο κ. Αναστασόπουλος στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας, σημειώνοντας ότι “η μεγαλύτερη πρόκληση για όλο το πρόγραμμα, είναι πώς θα μπορέσουν αυτές οι επιχειρήσεις για να παραμείνουν βιώσιμες, να αντιληφθούν την ευκαιρία, να επενδύσουν και να επιβιώσουν μέσα στο μοντέλο του αύριο”.

Ο κ. Αναστασόπουλος, μιλώντας στο συνέδριο, ανακοίνωσε ότι το Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας σε συνεργασία με το Delphi Economic Forum, θα διοργανώσουνε του χρόνου το παγκόσμιο συνέδριο ανταγωνιστικότητας και καινοτομίας στην Ελλάδα. Όπως είπε, πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο γεγονός, που θα φέρει την Ελλάδα στο κέντρο των εξελίξεων και στον τομέα της καινοτομίας, ενώ αναμένεται να κινητοποιήσει, όχι μόνο μεγάλες, αλλά και τις μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ώστε να αντιληφθούν τη σημασία της καινοτομίας για ένα βιώσιμο μέλλον.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα