Το ΣτΕ ακύρωσε τη φορολόγηση των ευρωβουλευτών στην Ελλάδα καθώς και την επιβολή εισφοράς αλληλεγγύης

Ακύρωσε το Συμβούλιο Επικρατείας την φορολόγηση των Ελλήνων ευρωβουλευτών και την καταβολή εκ μέρους τους εισφοράς αλληλεγγύης, και τα χρήματα αυτά είτε πρέπει να τους επιστραφούν , είτε να συμψηφιστούν με μελλοντικές τους υποχρεώσεις.

Η απόφαση του 7μελούς τμήματος του ΣτΕ μετά από προσφυγή του ευρωβουλευτή Νότη Μαριά, έκρινε ότι για να μπορεί να φορολογηθεί από το Ελληνικό Δημόσιο η αποζημίωση των ευρωβουλευτών πρέπει να ψηφιστεί από τη Βουλή ειδική νομοθετική ρύθμιση, όπως επιτάσσει το Σύνταγμα και το ίδιο ισχύει και για εισφορά αλληλεγγύης. Η απόφαση αφορά δηλαδή όλους τους έλληνες ευρωβουλευτές καθώς κρίνει ότι η σχετική απόφαση της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ)- που στηρίχθηκε σε γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους- παραβιάζει το Σύνταγμα και για το λόγο αυτό είναι παράνομη και έτσι ακυρώθηκε.

Η απόφαση

Το Β΄ Τμήμα του ΣτΕ με την υπ΄ αριθμ. 431/2023 απόφασή του (πρόεδρος ο αντιπρόεδρος Μιχάλης Πικραμένος και εισηγήτρια η σύμβουλος Επικρατείας Βασιλική Μόσχου) δικαίωσαν τον κ. Μαριά και επέβαλαν δικαστική δαπάνη στο Δημόσιο ύψους 920 ευρώ.

Οι σύμβουλοι Επικρατείας αποφάνθηκαν ότι μη νόμιμα έγινε η υπαγωγή της αποζημίωσης των ευρωβουλευτών σε φόρο εισοδήματος, ως εισόδημα από μισθωτή εργασία με πράξη του διοικητή της Α.Α.Δ.Ε., μη δημοσιευθείσα στο Φ.Ε.Κ. Έτσι την ακύρωσαν για λόγους νομιμότητας, αλλά και ασφάλειας δικαίου : “….προκειμένου, ο Έλληνας νομοθέτης να υπαγάγει την αποζημίωση αυτή σε φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης με βάση την εθνική νομοθεσία, ασκώντας την κατ’ άρθρο 12 παρ. 3 της απόφασης 2005/684/ΕΚ ευχέρεια που του παρέχεται, πρέπει, σύμφωνα με τις αρχές της νομιμότητας και βεβαιότητας του φόρου, αλλά και της σαφήνειας και προβλέψιμης εφαρμογής των εκάστοτε θεσπιζόμενων κανονιστικών ρυθμίσεων, όπως ιδίως εκείνων με τις οποίες επιβάλλονται φόροι, τέλη, εισφορές κ.λπ., τηρώντας, παράλληλα, την επιταγή του άρθρου 78 παρ. 2 του Συντάγματος να θεσπίσει νέα, σαφή, ειδική διάταξη τυπικού νόμου, εντασσόμενη στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, με την οποία είτε θα υπαγάγει την εν λόγω αποζημίωση (και τη μεταβατική) ευθέως στις διατάξεις περί φορολόγησης μισθωτών υπηρεσιών είτε εμμέσως θεωρώντας αυτήν κατά πλάσμα δικαίου ως εισόδημα από μισθωτή υπηρεσία”.

Το ΝΣΚ

Η υπόθεση ξεκίνησε όταν το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους με γνωμοδότησή του (70/2021) αποφάνθηκε ότι η αποζημίωση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποτελεί εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες αλλοδαπής προέλευσης και υπόκειται σε φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης. Η γνωμοδότηση αυτή έγινε αποδεκτή από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.).

Ετσι ο κ. Μαριάς κλήθηκε να υποβάλει εκπρόθεσμη τροποποιητική δήλωση για τα ποσά των αποζημιώσεων –αποδοχών των φορολογικών ετών 2016-2021. Για το λόγο αυτό προσέφυγε στο ΣτΕ υποστηρίζοντας ότι η προσβαλλόμενη πράξη της Α.Α.Δ.Ε. αποτελεί ψευδοερμηνευτική εγκύκλιο και επιβάλλει φορολογικό βάρος χωρίς να υπάρχει ειδική νομοθετική διάταξη και χωρίς να έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα