Τι σηματοδοτούν οι αποφάσεις της ΕΚΤ – Ακριβαίνει το χρήμα και τα δάνεια

Αυτή την φορά το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ υιοθέτησε πλήρως τις προτάσεις των «γερακιών» που επέμειναν σε επιθετική πολιτική και μεγάλη αύξηση των επιτοκίων. Δεν θα μπορούσε, μάλλον, να γίνει και διαφορετικά, καθώς ο πληθωρισμός συνεχίζει να καλπάζει, έχοντας ξεφύγει πολύ από τον στόχο του 2%.

Γράφει ο Νώντας Βλάχος

Η Κριστίν Λαγκάρντ, που έκανε την αυτοκριτική της για τις λανθασμένες εκτιμήσεις της αναφορικά με τη δυναμική του πληθωρισμού, συναίνεσε, τελικώς, στην εφαρμογή μιας λύσης που δύναται να «χτυπήσει» στη ρίζα του τον υψηλό πληθωρισμό. Την ίδια στιγμή, όμως, το χρήμα γίνεται κατά πολύ ακριβότερο, ενώ και τα δάνεια, τρέχοντα και νέα, θα «φουσκώσουν» περαιτέρω. Πρόκειται για μια συνθήκη που προφανώς αφορά και της χώρα μας και την οποία θα αντιμετωπίσουν οι εγχώριοι δανειολήπτες.

Αναλύοντας την απόφαση της ΕΚΤ να προχωρήσει στη μεγαλύτερη αύξηση επιτοκίων στην ιστορία της, κατά 0,75%, πρέπει κάποιος να σταθεί στο εξής: η δυναμική που συνεχίζει να καταγράφει ο πληθωρισμός, που τον Αύγουστο έφτασε σε επίπεδα ρεκόρ στην Ευρωζώνη, αποτέλεσε το πιο ισχυρό επιχείρημα για αυτή την απόφαση. Ήταν, μάλλον, μονόδρομος, αναγκαστική επιλογή υπό το βάρος των δυσμενών συνθηκών στην ευρωπαϊκή οικονομία, η νέα αυτή προσέγγιση που επέλεξε η ΕΚΤ και προσωπικά η Κριστίν Λαγκάρντ. Εδώ και αρκετούς μήνες η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έπαιζε άμυνα απέναντι στα «γεράκια» και το γερμανικό διευθυντήριο, ωστόσο ήταν προφανές όσο και αναγκαίο, πως είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου για δραστικές αλλαγές.

Και είναι μόνο η αρχή, καθώς βάσει των λεγομένων της Κριστίν Λαγκάρντ, θα ακολουθήσουν και άλλες τρεις με τέσσερις αυξήσεις στα επιτόκια, που ενδεχομένως και αυτές να είναι υψηλής κλίμακας (0,50% ή 0,75%). Ευλόγως οικονομικοί αναλυτές και λοιποί ειδικοί υπερτονίζουν ότι η «βίαιη» αύξηση των επιτοκίων θα οδηγήσει σε περαιτέρω οικονομική επιβράδυνση την Ευρώπη και θα επισπεύσει την πορεία προς την ύφεση. Προφανώς η Κριστίν Λαγκάρντ και οι ιθύνοντες της ΕΚΤ γνωρίζουν τον κίνδυνο, που άλλωστε έχει αναλυθεί και επισημανθεί πολλάκις όλο το προηγούμενο διάστημα. Η επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας εκτιμά, όμως, ότι εφόσον οι μελλοντικές αυξήσεις επιτοκίων γίνουν έγκαιρα και έχουν το μέγεθος που θα οδηγήσει ταχέως στην υποχώρηση του πληθωρισμού, τότε δεν θα προκύψει ισχυρό υφεσιακό πρόβλημα για την ευρωπαϊκή οικονομία. Αυτό, βεβαίως, μένει να φανεί στην πράξη.

Επιβαρύνονται οι δανειολήπτες

Αυτό που είναι βέβαιο και δεν χωρά καμία αμφιβολία, είναι πως το χρήμα γίνεται πιο ακριβό και θα επιβαρυνθούν οι νυν και μελλοντικοί δανειολήπτες. Η συντριπτική πλειοψηφία δανείων που έχουν χορηγηθεί στην Ελλάδα, θα φέρουν στους δανειολήπτες «φουσκωμένους» λογαριασμούς, ενώ πολύ ακριβότερα, θα γίνουν τα νέα δάνεια. Οι δανειολήπτες κυμαινόμενου επιτοκίου θα αρχίσουν να λαμβάνουν πιο μεγάλους λογαριασμούς , καθώς θα ενσωματώνεται η αυτόματη αύξηση επιτοκίου, ενώ ένας νέος δανειολήπτης (στεγαστικού, επιχειρηματικού δανείου), θα βρεθεί αντιμέτωπος με μια νέα και πιο δύσκολη συνθήκη (αυξημένες δόσεις κτλ).

Κερδισμένες από τις αποφάσεις της ΕΚΤ είναι οι τράπεζες, διότι μετά από χρόνια αποκτούν τη δυνατότητα αύξησης στα περιθώρια των επιτοκίων, περνώντας στους δανειολήπτες σχεδόν το σύνολο της αύξησης των βασικών επιτοκίων και στους καταθέτες ένα μικρό μέρος της.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα