Site icon The Indicator

Τι σημαίνει η υποβάθμιση της αμερικανικής οικονομίας από τη Moody’s – H οργή Τραμπ

Σε μια κίνηση με έντονο διεθνή αντίκτυπο, ο οίκος αξιολόγησης Moody’s υποβάθμισε για πρώτη φορά στην ιστορία του το αξιόχρεο των Ηνωμένων Πολιτειών από την κορυφαία βαθμίδα Aaa σε Aa1, διατηρώντας ωστόσο σταθερή προοπτική. Η απόφαση αυτή φέρνει ξανά στο προσκήνιο τις χρόνιες δημοσιονομικές αδυναμίες των ΗΠΑ, ενώ προκαλεί πολιτική θύελλα στο εσωτερικό της χώρας, λίγους μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές.

Σύμφωνα με τη Moody’s, ο βασικός λόγος της υποβάθμισης είναι η αδυναμία των διαδοχικών αμερικανικών κυβερνήσεων και του Κογκρέσου να ελέγξουν την πορεία του δημοσίου χρέους και να λάβουν διαρθρωτικά μέτρα για τη συγκράτηση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Το χρέος των ΗΠΑ έχει πλέον ξεπεράσει τα 34 τρισεκατομμύρια δολάρια, με το ετήσιο έλλειμμα να υπερβαίνει τα 2 τρισεκατομμύρια – ποσοστό άνω του 6% του ΑΕΠ.

Ο οίκος εκφράζει έντονο σκεπτικισμό ως προς την αποτελεσματικότητα του προτεινόμενου προϋπολογισμού, κυρίως λόγω των προωθούμενων φορολογικών περικοπών, μέτρο-σήμα κατατεθέν της οικονομικής ατζέντας του Ντόναλντ Τραμπ. Η Moody’s αμφισβητεί ευθέως τη δυνατότητα του προϋπολογισμού να αντιμετωπίσει τη συστημική διόγκωση του χρέους, θεωρώντας ότι οι πολιτικές επιλογές οδηγούν σε ακόμα μεγαλύτερη δημοσιονομική πίεση.

Οργή στον Λευκό Οίκο και αντεπίθεση με πολιτικό χρώμα

Η απάντηση του Λευκού Οίκου δεν άργησε να έρθει και ήταν οξεία. Ο διευθυντής επικοινωνίας, Στίβεν Τσανγκ, επιτέθηκε στον οικονομολόγο Μαρκ Ζάντι, στέλεχος της Moody’s, χαρακτηρίζοντάς τον «άνθρωπο του Ομπάμα» και «δωρητή της Χίλαρι Κλίντον». Τον κατηγόρησε για προκατάληψη και συστηματική εχθρότητα απέναντι στον Τραμπ, αποδίδοντας την υποβάθμιση σε πολιτικά κίνητρα και όχι σε αντικειμενικά οικονομικά δεδομένα.

Η δημόσια καταγγελία για «συνωμοσία κατά του Τραμπ» έρχεται να ενισχύσει την πόλωση εν όψει των επερχόμενων εκλογών, υπονομεύοντας ταυτόχρονα την αξιοπιστία των ανεξάρτητων θεσμών αξιολόγησης στα μάτια των συντηρητικών ψηφοφόρων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η Moody’s ήταν ο τελευταίος από τους τρεις μεγάλους οίκους αξιολόγησης που διατηρούσε την κορυφαία βαθμίδα AAA για τις ΗΠΑ. Η Standard & Poor’s ήταν ο πρώτος που υποβάθμισε το αμερικανικό αξιόχρεο το 2011 στο AA+, επικαλούμενη τότε την πολιτική αστάθεια και τις διαρκείς διαφωνίες γύρω από το ανώτατο όριο χρέους. Το 2023, ακολούθησε η Fitch, επικαλούμενη παρόμοιες αιτίες.

Η σημερινή απόφαση της Moody’s επισφραγίζει πλέον μια διαχρονική επιδείνωση της δημοσιονομικής αξιοπιστίας των ΗΠΑ και επισημαίνει ότι ακόμα και το πιο ισχυρό οικονομικά κράτος του κόσμου δεν είναι απρόσβλητο από τις επιπτώσεις του δημοσιονομικού εκτροχιασμού.

Οι Αγορές, τα Ομόλογα και ο Χαρακτήρας-Καταφύγιο του Δολαρίου
Οι άμεσες επιπτώσεις της υποβάθμισης στις αγορές ήταν μετριασμένες, ωστόσο οι επενδυτές εμφανίζονται επιφυλακτικοί. Όπως σημειώνει ο Tracy Chen, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην Brandywine Global, η εξέλιξη αυτή θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των αποδόσεων στα αμερικανικά ομόλογα, γεγονός που σημαίνει ακριβότερο δανεισμό για το αμερικανικό δημόσιο.

Η ανησυχία εστιάζεται στο κατά πόσο το δολάριο και τα αμερικανικά ομόλογα θα συνεχίσουν να θεωρούνται “ασφαλές καταφύγιο” για τους διεθνείς επενδυτές, σε έναν κόσμο όπου η γεωπολιτική και οικονομική αβεβαιότητα αυξάνεται διαρκώς.

Η υποβάθμιση δεν συνιστά απλώς μια λογιστική πράξη. Είναι πολιτικό σήμα κινδύνου. Ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, είχε δηλώσει ενώπιον του Κογκρέσου ότι «οι αριθμοί του χρέους είναι τρομακτικοί» και ότι σε περίπτωση κρίσης, «η οικονομία θα σταματήσει απότομα καθώς η πίστωση θα εξαφανιστεί». Η παραδοχή αυτή δείχνει ότι οι κίνδυνοι είναι περισσότερο υπαρξιακοί παρά τεχνικοί.

Επιπλέον, η επιδείνωση του αξιόχρεου ενδέχεται να επηρεάσει τη νομισματική πολιτική της Fed, τον προγραμματισμό του κρατικού δανεισμού και την εμπιστοσύνη των αγορών σε βάθος χρόνου.

Η υποβάθμιση της Moody’s αποτελεί καμπανάκι όχι μόνο για τις ΗΠΑ αλλά και για το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, που στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην αμερικανική σταθερότητα. Η ανικανότητα σύγκλισης σε διακομματικό επίπεδο, το αυξανόμενο χρέος και η ανασφάλεια για τις μελλοντικές πολιτικές επιλογές καθιστούν σαφές ότι η μεγαλύτερη απειλή για την οικονομία των ΗΠΑ δεν είναι εξωτερική — είναι εσωτερική.

Όσο η πολιτική σύγκρουση υπερισχύει της οικονομικής λογικής, η Αμερική θα παραμένει έκθετη σε δημοσιονομικούς κραδασμούς που δεν αφορούν μόνο την ίδια, αλλά και την παγκόσμια οικονομία.

Exit mobile version