Τι μάθαμε από τις τουρκικές εκλογές

1. Παρά την φθορά 20 χρόνων εξουσίας, ο Ερντογάν συνεχίζει να συγκινεί ένα σημαντικό τμήμα της τουρκικής κοινωνίας, που “πίνει νερό στο όνομα του”.

Γράφει ο *Θεόδωρος Τσίκας

Ο κόσμος της υπαίθρου, των επαρχιακών κωμοπόλεων, αλλά και των φτωχών συνοικιών στον περίγυρο των μεγαλουπόλεων που είδαν ανάπτυξη κατά την 20ετία της διακυβέρνησης Ερντογάν, είναι σημαντικά τμήματα των υποστηρικτών του. Σε αυτό το τελευταίο οφείλεται και το γεγονός ότι η υποψηφιότητα Ερντογάν συγκράτησε πολύ σημαντικές δυνάμεις στην Άγκυρα και την Κωνσταντινούπολη, παρά το ότι οι δήμαρχοι των δυο μεγαλουπόλεων ανήκουν στην αντιπολίτευση.

Στρώματα που είχαν περιθωριοποιηθεί από τα κέντρα πολιτικής και οικονομικής εξουσίας επί δεκαετίες όταν κυβερνούσαν οι κεμαλικοί, φοβούνται ότι αν αλλάξουν τα πράγματα μπορεί να ξαναβρεθούν σε υποδεέστερη θέση.

Φυσικά ο Ταγίπ Ερντογάν συνάντησε για πρώτη φορά τόσο μαζική αμφισβήτηση των επιλογών του. Για πρώτη φορά δεν εξελέγη από τον 1ο γύρο, χάνοντας πάνω από 2 εκατομμύρια ψήφους.

Από την άλλη, η δέσμευση του ότι αυτή η φορά είναι η τελευταία που βάζει υποψηφιότητα, τον βοήθησε να κερδίσει συναισθηματικά ένα τμήμα κυμαινόμενων ψηφοφόρων. 

2. Η αντιπολίτευση, παρότι έκανε σοβαρές προσπάθειες το τελευταίο διάστημα, δεν κατόρθωσε να πείσει ότι αποτελεί σοβαρή κυβερνητική δύναμη προοπτικής. Η παρουσία έξι επικεφαλής θεωρήθηκε ως μικρότερης αποτελεσματικότητας από έναν ισχυρό ηγέτη. Η εσωτερική κρίση με την Μεράλ Ακσενέρ, που είχε αποχωρήσει από τον συνασπισμό της αντιπολίτευσης και επανήλθε μετά από παζάρι με τον Κιλιτσντάρογλου, έκανε εμφανείς τις αδυναμίες.

Η επί μεγάλο χρονικό διάστημα απουσία συμφωνίας για το ποιος θα είναι προεδρικός υποψήφιος, κόστισε. Οι αντίθετες θέσεις σε βασικά ζητήματα μεταξύ των 6 κομμάτων της αντιπολίτευσης, προκάλεσαν έλλειψη σαφήνειας και εμπιστοσύνης. Η σύγκριση μεταξύ του έντιμου αλλά “χλωμού” Κιλιτσντάρογλου με τον χαρισματικό Ερντογάν, υπήρξε για μια ακόμα φορά σημαντικός παράγοντας.

3. Ειδικό βάρος στις τουρκικές εκλογές παίζει η εθνικιστική ψήφος. Χονδρικά μιλώντας, στην Τουρκία ο χώρος Κεντροδεξιάς-Δεξιάς-Ακροδεξιάς κινείται σταθερά γύρω στο 60%, έναντι του χώρου Κεντροαριστεράς – Αριστεράς – ακραίας Αριστεράς που κινείται στο 40% (στον δεύτερο χώρο συνυπολογίζεται και η επιρροή του φιλο-κουρδικού Κόμματος της Δημοκρατίας των Λαών και των κομμάτων που υπήρξαν οι «πολιτικοί πρόγονοι» του με διάφορους τίτλους).

Άρα για την εκλογική νίκη παίζει πολύ σημαντικό ρόλο η κατανομή των εθνικιστών ψηφοφόρων μεταξύ των πολιτικών κομμάτων και των συμμαχιών τους.

Κατά τις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές, που πραγματοποιήθηκαν ταυτόχρονα με τον 1ο γύρο των προεδρικών, η δύναμη του εθνικιστικού χώρου έφτασε αθροιστικά στο 25%.

Ο συνασπισμός κομμάτων που στηρίζει Ερντογάν κατόρθωσε να κερδίσει σημαντικό κομμάτι αυτών των ψηφοφόρων. Το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ερντογάν και το συμμαχικό του Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης του ακροδεξιού Ντεβλέτ Μπαχτσελί. Το τελευταίο ξεπέρασε σε ψήφους το εθνικιστικό Καλό Κόμμα της Μεράλ Ακσενέρ, που είχε ταχθεί με την αντιπολίτευση.

4. Η μάχη δεν δόθηκε μόνο στο πεδίο της οικονομίας, αλλά έγινε και σύγκρουση «ταυτοτήτων» και αξιών. Πολιτιστικών, θρησκευτικών, κοινωνικών.

Την τελευταία ημέρα της προεκλογικής περιόδου του 1ου γύρου είδαμε ανάγλυφα την εικόνα από τις «δύο Τουρκίες».

Τον κ. Ερντογάν να παραμένει το Σαββατοκύριακο των εκλογών στην παλιά πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την Κωνσταντινούπολη. Εκεί προσευχήθηκε το βράδυ μέσα στην Αγία Σοφία, εκφράζοντας τους υπερασπιστές των «παραδοσιακών αξιών».

Ενώ ο κ. Κιλιτσντάρογλου παρέμεινε στη νέα πρωτεύουσα της σύγχρονης Τουρκίας, την Άγκυρα, όπου και κατέθεσε λουλούδια στο Μαυσωλείο του Κεμάλ Ατατούρκ. Ισχυρός συμβολισμός υπέρ του κοσμικού κράτους και των φιλο-δυτικών προσανατολισμών.

Αυτές οι «δύο Τουρκίες» έχουν δαιμονοποιήσει η μία την άλλη.  Είναι βέβαιο ότι ο ανταγωνισμός και η αντιπαράθεση μεταξύ τους θα μας απασχολήσουν και στο μέλλον.

5. Η γειτονική χώρα έχει αλλάξει σελίδα. Οι καταστροφικοί σεισμοί δημιούργησαν μια διαφορετική πραγματικότητα. Για επούλωση πληγών, η γειτονική χώρα είναι υποχρεωμένη να στραφεί προς τον εαυτό της. Δεν έχει την πολυτέλεια εξωτερικών περιπετειών.

Για στέγαση ενός με ενάμιση εκατομμυρίου αστέγων και ανοικοδόμηση πόλεων και χωριών απαιτούνται 100 δισεκατομμύρια ευρώ. Αυτά μπορούν να βρεθούν μόνο με βοήθεια της διεθνούς Κοινότητας, και κυρίως από χώρες και οργανισμούς της Δύσης.

Συνεπώς η Τουρκία θα πρέπει να κινηθεί συνετά και με συμβατό τρόπο προς αυτά που επιθυμεί ο διεθνής παράγοντας, ιδιαίτερα η Δύση, για την Ανατολική Μεσόγειο.

Λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, όλοι απεύχονται όξυνση στην Ανατολική Μεσόγειο. Αναμένεται μάλιστα απρόσκοπτη ροή ενέργειας από εναλλακτικές πηγές, μέσω της περιοχής μας.

Η Τουρκία θα συνεχίσει την επαναπροσέγγιση με την Δύση, παράλληλα με την διατήρηση ισορροπιών με άλλους διεθνείς παίκτες.

Η εκτόνωση της έντασης ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, είχε αρχίσει πριν τους σεισμούς και εμπεδώθηκε με την ελληνική βοήθεια προς τον τουρκικό λαό. Μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο, οι ομαλές σχέσεις θα συνεχιστούν.

Οι δύο κυβερνήσεις, με νωπή λαϊκή εντολή σε Ελλάδα και Τουρκία, θα έχουν την δυνατότητα αλλά και την υποχρέωση να επανεκκινήσουν τον διμερή διάλογο.

Οφείλουν να προχωρήσουν στην διαδικασία επίλυσης των ελληνοτουρκικών διαφορών. Είτε μέσω απευθείας διαπραγματεύσεων, είτε με από κοινού προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Ακόμα δε καλύτερα, με συνδυασμό των δύο μορφών επίλυσης.

* Ο Θόδωρος Τσίκας είναι Πολιτικός Επιστήμονας- Διεθνολόγος, Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για την Ομοσπονδία της Ευρώπης – ΕΕνΟΕ

 

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα