Site icon The Indicator

Μιανμάρ: Φόβοι για χιλιάδες νεκρούς -Τρόμος για το «ρήγμα ολίσθησης»

Οι εκτιμήσεις για τον απολογισμό των θυμάτων του σεισμού των 7,7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ στη Μιανμάρ είναι τρομακτικές. Χαρακτηριστικά το Γεωλογικό Ινστιτούτο των ΗΠΑ προειδοποιεί για πολύ περισσότερους από 1.000 νεκρούς, ακόμη και 10.000.

Την ίδια ώρα οι τοποθετήσεις των σεισμολόγων προκαλούν τρόμο στους απλούς πολίτες για το λεγόμενο «ρήγμα ολίσθησης», που προκάλεσε τη σεισμική δόνηση των 7,7 Ρίχτερ, καθώς αναμένονται μετασεισμοί.

Κρίσιμες ώρες για τη Μιανμάρ

Κρίσιμες ώρες βιώνει η Μιανμάρ, καθώς σήμερα Παρασκευή σημειώθηκε σεισμός 7,7 ρίχτερ, ο οποίος προκάλεσε τεράστιες καταστροφές σε πολλές περιοχές της χώρας. Την ίδια στιγμή, υπάρχουν φόβοι πως οι νεκροί θα φτάσουν ενδεχομένως ακόμη και τετραψήφιους αριθμούς.

Φόβοι για χιλιάδες νεκρούς

Στο επίκεντρο του σεισμού βρέθηκε η κεντρική Μιανμάρ, ιδίως οι περιοχές Σαγκάινγκ και η πόλη Μάνταλεϊ του 1,7 εκατομμυρίου κατοίκων. Ωστόσο οι δονήσεις έγιναν αισθητές ακόμη και σε γειτονικές χώρες, στην Ταϊλάνδη και τη νοτιοδυτική Κίνα.

Σύμφωνα με ανάλυση του κορυφαίου Γεωλογικού Ινστιτούτου των ΗΠΑ USGS ενδέχεται να έχουν σκοτωθεί χιλιάδες άνθρωποι τόσο στη Μιανμάρ όσο και στις όμορες χώρες.

Όπως ανακοίνωσε το στρατιωτικό καθεστώς της χώρας, στη Μιανμάρ οι νεκροί ανέρχονται μέχρι στιγμής επισήμως στους 144 και οι τραυματίες στους 732, ενώ σε ολόκληρη τη χώρα και στην πρωτεύουσα Νέπιντο έχουν σημειωθεί εκτεταμένες υλικές ζημιές. Ακόμη και στην Μπανγκόγκ της Ταϊλάνδης ο σεισμός προκάλεσε την κατάρρευση ενός υπό κατασκευή ουρανοξύστη, με αποτέλεσμα τον θάνατο οκτώ ανθρώπων – δεκάδες ακόμη αγνοούνται.

Όπως επισημαίνει το USGS, οι περισσότεροι άνθρωποι στις περιοχές της Μιανμάρ που βρέθηκαν στο επίκεντρο του σεισμού ζουν σε κτήρια που προφανώς ούτε έχουν ανακαινιστεί, ούτε έχουν τις προδιαγραφές ασφαλείας για να αντέξουν σεισμούς αντίστοιχης ισχύος. Με τις επιχειρήσεις διάσωσης σε εξέλιξη, θα χρειαστούν μάλλον αρκετές ώρες, έως ότου να διαπιστωθεί η πλήρης έκταση της καταστροφής.

Mεγάλη ένταση – μικρό εστιακό βάθος

Μετά τον πρώτο σεισμό έντασης 7,7 ρίχτερ στις 14:20 τοπική ώρα ακολούθησε 11 λεπτά αργότερα ένας επίσης ισχυρός μετασεισμός έντασης 6,4 ρίχτερ. Παράλληλα, σύμφωνα με γεωλογικά ινστιτούτα, το εστιακό βάθος του σεισμού ήταν μόλις 10 χιλιόμετρα – αυτός είναι και ο λόγος που ο σεισμός έγινε τόσο αισθητός και είχε τόσο καταστροφικές προεκτάσεις όχι μόνο στην περιορισμένη ακτίνα γύρω από το επίκεντρό του, αλλά ακόμη και σε περιοχές που βρίσκονταν χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά.

Όπως εξήγησε στο τηλεοπτικό δίκτυο CNN ο μετεωρολόγος Ντέρεκ Βαν Νταμ, ο σεισμός ήταν αποτέλεσμα ενός ρήγματος ολίσθησης (strike-slip fault), το οποίο προκαλείται όταν δύο τεκτονικές πλάκες – εν προκειμένω η πλάκα της Ινδίας και η πλάκα της Ευρασίας – κινούνται η μία δίπλα στην άλλη. Ο Βαν Νταμ προειδοποίησε ακόμη πως δεν αποκλείεται να σημειωθούν και άλλοι ισχυροί μετασεισμοί.

Ένα ακόμη πλήγμα σε μία πολύπαθη χώρα

Ακόμη και πριν από τον σεισμό η Μιανμάρ ήταν μία χώρα σε σοβαρή ανθρωπιστική κρίση.

Με πληθυσμό άνω των 56 εκατομμυρίων πολιτών, η χώρα που βασίζεται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα στον πρωτογενή τομέα, βρίσκεται υπό καθεστώς στρατιωτικής χούντας από το 2021. Μετά το πραξικόπημα ακολούθησαν μαζικές διαμαρτυρίες, τις οποίες ο στρατός κατέστειλε με ακραία χρήση βίας. Το αποτέλεσμα: Ένας εμφύλιος πόλεμος που ως τον Ιούνιο του 2024 είχε κοστίζει τη ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους.

Σήμερα, αντιστασιακές ομάδες και εθνοτικές μειονότητες έχουν καταλάβει σημαντικό κομμάτι της επικράτειας, μεταξύ άλλων και τη Σαγκάινγκ, ενώ ο στρατός διατηρεί υπό τον έλεγχό του την κεντρική Μιανμάρ, την πρωτεύουσα και άλλες μεγάλες πόλεις.

Σύμφωνα με τον ΟΗΕ σχεδόν 30 εκατομμύρια πολίτες ζουν σε συνθήκες φτώχειας, ενώ το ένα τρίτο του πληθυσμού αναμενόταν φέτος να χρειαστεί κάποιου είδους ανθρωπιστική βοήθεια – όλα αυτά βέβαια πριν τον καταστροφικό σεισμό.

Η πρόσφατη απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ για περικοπές των κονδυλίων ανθρωπιστικής αρωγής USAID στέρησε επίσης από τη Μιανμάρ περίπου το ποσό των 52 εκατομμυρίων δολαρίων, γεγονός που θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στις υγειονομικές υπηρεσίες και την παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στη χώρα.

Όπως μεταδίδει η Deutsche Welle, σε μία σπάνια έκκληση προς τη διεθνή κοινότητα ο επικεφαλής του στρατιωτικού καθεστώτος, Μιν Αούνγκ Χλενγκ, προσκάλεσε στη χώρα όλες τις διεθνείς οργανώσεις που δύνανται να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της καταστροφής, κηρύσσοντας παράλληλα κατάσταση έκτακτης ανάγκης.

Τι είναι το «ρήγμα ολίσθησης», που προκάλεσε το μεγάλο σεισμό

Η Μιανμάρ βρίσκεται σε μία από τις πιο σεισμικά ενεργές περιοχές του πλανήτη, καθώς είναι τοποθετημένη στη ζώνη σύγκλισης της Ινδικής και της Ευρασιατικής τεκτονικής πλάκας.


Σύμφωνα με την καθηγήτρια σεισμολογίας Τζοάνα Φορ Γουόκερ από το University College London, το ρήγμα που διασχίζει τη χώρα από βορρά προς νότο επιτρέπει στις πλάκες να κινούνται οριζόντια με διαφορετικές ταχύτητες. Αυτή η τεκτονική δραστηριότητα προκαλεί σεισμούς τύπου «ολίσθησης κατά μήκος ρήγματος», οι οποίοι, αν και λιγότερο καταστροφικοί από εκείνους των «ζωνών καταβύθισης» όπως αυτή της Σουμάτρας, μπορούν να φτάσουν σε ισχύ έως και 8 Ρίχτερ, προκαλώντας σοβαρές επιπτώσεις στις πληγείσες περιοχές.

Όπως αναφέρει o μετεωρολόγος του CNNi, Ντέρεκ Βαν Νταμ, o σεισμός της Μιανμάρ προκλήθηκε από «ρήγμα ολίσθησης», φαινόμενο κατά το οποίο δύο τεκτονικές πλάκες κινούνται η μία δίπλα στην άλλη.

«Οι πλάκες της Ινδίας και της Ευρασίας κινήθηκαν στην πραγματικότητα η μία δίπλα στην άλλη και αυτό προκάλεσε αυτή την έντονη δόνηση ακριβώς στην επιφάνεια», ανέφερε.

«Μιλάμε για βίαιους έως ισχυρούς κραδασμούς για εκατομμύρια ανθρώπους σε όλη τη Μιανμάρ, αρκετά εκατομμύρια. Μιλάμε για σχεδόν 90 εκατομμύρια ανθρώπους που ένιωσαν τουλάχιστον ελαφρύ κούνημα από αυτό», πρόσθεσε.

Αναμένονται μετασεισμοί 

Ο Βαν Νταμ προειδοποίησε ότι αναμένονται μετασεισμοί και ότι η προσπάθεια αναζήτησης και αποκατάστασης «θα συνεχιστεί για ημέρες, αν όχι εβδομάδες».

Χάρτης με τις επιπτώσεις του σεισμού:

Χάρτης με τις δονήσεις στην περιοχή:

Παρότι η περιοχή της Σαγκάινγκ έχει βιώσει σεισμούς στο παρελθόν -με χαρακτηριστικότερο εκείνον των 6,8 Ρίχτερ το 2012 που προκάλεσε τουλάχιστον 26 θανάτους- ο σεισμός της Παρασκευής θεωρείται πιθανότατα ο ισχυρότερος που έχει πλήξει την ενδοχώρα της Μιανμάρ τα τελευταία 75 χρόνια, σύμφωνα με τον καθηγητή και σεισμολόγο Μπιλ Μαγκουάιρ του UCL.

Παράλληλα, το μικρό βάθος του σεισμού σημαίνει ότι οι καταστροφές θα είναι περισσότερες. Σύμφωνα με την Υπηρεσία Γεωλογικών Ερευνών των ΗΠΑ (USGS), το εστιακό βάθος ήταν μόλις 10 χιλιόμετρα.

Όπως εξηγεί ο ερευνητής του Βρετανικού Γεωλογικού Ινστιτούτου Ρότζερ Μάσον, «οι σεισμικές δονήσεις δεν εξασθένησαν καθώς ανέβαιναν προς την επιφάνεια, με αποτέλεσμα τα κτίρια να δεχθούν την πλήρη ισχύ του σεισμικού κύματος». «Είναι σημαντικό να μην επικεντρωνόμαστε στα επίκεντρα, διότι τα σεισμικά κύματα δεν εκπέμπονται από το επίκεντρο – εκπέμπονται από ολόκληρη τη γραμμή του ρήγματος» πρόσθεσε.

Μιανμάρ: Αβοήθητη η χώρα λόγω των περικοπών του Τραμπ

Το παγκοσμίου φήμης αμερικανικό πρόγραμμα διεθνούς βοήθειας σε περιπτώσεις καταστροφών και κρίσεων, υπό το ακρωνύμιο DART’s δεν μπορεί πλέον να αναπτυχθεί στην Μιανμάρ λόγω της διάλυσης της αμερικανικής υπηρεσίας διεθνούς βοήθειας από την κυβέρνηση Τραμπ, σύμφωνα με όσα ανέφεραν στο Reuters εννέα πηγές με γνώση του θέματος.

Πρόκειται για τις Ομάδες Αντιμετώπισης Καταστροφών ( Disaster Assistance Response Teams – DART) διαθέτουν υψηλά εκπαιδευμένο προσωπικό που ειδικεύεται στην κινητοποίηση εντός 24 έως 48 ωρών από μια καταστροφή ώστε να ηγηθεί της αμερικανικής ανθρωπιστικής αντίδρασης επί τόπου.

Οι DARTs έχουν συνεισφέρει σε μερικές από τις χειρότερες καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης στην πρόσφατη ιστορία, όπως ο σεισμός του 2010 στην Αϊτή που σκότωσε 300.000 ανθρώπους, ο σεισμός και το τσουνάμι του 2011 στην Ιαπωνία που προκάλεσε την τήξη του πυρηνικού σταθμού της Φουκουσίμα αλλά και στους πολέμους του Ιράκ και της Συρίας.

Ως αποτέλεσμα της αναστολής της χρηματοδότησης εκ μέρους του Προέδρου Ντόναλντ Τραμπ προς την Υπηρεσία Διεθνούς Ανάπτυξης των ΗΠΑ (USAID), οι τέσσερις DARTs που λειτουργούν αυτή τη στιγμή στο Αφγανιστάν, τη Γάζα, το Σουδάν και την Ουκρανία δεν μπορούν πλέον να λειτουργήσουν κανονικά, σύμφωνα με υπαλλήλους της USAID που μίλησαν στο Reuters υπό καθεστώς ανωνυμίας λόγω φόβου τιμωρίας.

Exit mobile version