ΠΟΥ: Στο επίκεντρο της κόντρας ΗΠΑ-Κίνας εν μέσω της μάχης κατά του κορωνοϊού

Όταν η πανδημία χτύπησε, οι παγκοσμίου φήμης ειδικοί συγκλήθηκαν -διά φυσικής παρουσίας ή εξ αποστάσεως- στην υψηλής τεχνολογίας αίθουσα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, στο υπόγειο του αρχηγείου του στη Γενεύη.

Όπως αναφέρει σε δημοσίευμά του ο Guardian, αυτός ο χώρος αποκαλείται “στρατηγικό κέντρο επιχειρήσεων υγείας” (SHOC), ένα μέρος όπου λαμβάνονται αποφάσεις ζωής ή θανάτου και ήταν εκεί που ελήφθησαν οι κρίσιμες αποφάσεις κατά τις πρώτες ημέρες του ξεσπάσματος της πανδημίας του κορωνοϊού.

“Ο χώρος μοιάζει παντού να έχει οθόνες και υπολογιστές. Η όλη κατάσταση παραπέμπει σε ταινία του Χόλιγουντ που καταπιάνεται με μια πανδημία”, αναφέρει ένας αξιωματούχος του ΠΟΥ.

“Κάθεσαι εκεί και ακούς τους κορυφαίους ειδικούς απ’ όλο τον πλανήτη. Έχεις διαθέσιμους τους καλύτερους στον τομέα τους και λαμβάνεις τις καλύτερες δυνατές συμβουλές”, συμπληρώνει.

Σε αυτό τον χώρο, στις 22 Ιανουαρίου, συγκλήθηκε η επιτροπή εκτάκτων αναγκών του οργανισμού, για να λάβει μια άμεση απόφαση αναφορικά με το αν ο ΠΟΥ θα έπρεπε να ανακοινώσει κατάσταση “ανάγκης διεθνών διαστάσεων για τη δημόσια υγεία” (PHEIC) – δηλαδή να σημάνει παγκόσμιο κόκκινο συναγερμό.

Ο επικεφαλής του οργανισμού, Τέντρος Αντάνομ Γκεμπρεγεσούς, παραβρέθηκε στο SHOC μαζί με τους συμβούλους του και παρακολούθησε μια σειρά ομιλητών να παραθέτουν τις απόψεις τους στις οθόνες που είχε μπροστά του.

Αρχικά υπήρχαν αναφορές για κρούσματα στην Κίνα και μετά από την Ιαπωνία και την Ταϊλάνδη, τα οποία μόλις είχαν επιβεβαιωθεί. Αυτά εξέταζαν τα 15 μέλη του οργανισμού και έξι ειδικοί απ’ όλο τον πλανήτη στην έκτακτη σύσκεψη.

Η συζήτηση ήταν άκρως τεχνική αλλά στο επίκεντρό της είχε ένα πολύ κρίσιμο ζήτημα. Εκείνη την ώρα ήταν γνωστό ότι ο ιός μεταδιδόταν από άνθρωπο σε άνθρωπο, αλλά το ερώτημα ήταν το πόσο εύκολα.

Αν η μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο συνέβαινε μόνο σε κλειστούς χώρους, εντός οικογενειών ή ανάμεσα σε ασθενείς και ιατρικό προσωπικό, τότε πιθανώς να μπορούσε σε μεγάλο βαθμό να περιοριστεί χωρίς να σημάνει παγκόσμιος συναγερμός, που θα προκαλούσε αναταραχή στη διεθνή οικονομία. Όμως, αν ο ιός μεταδιδόταν με ευκολία εντός του πληθυσμού, τότε δεν υπήρχε χρόνος για χάσιμο.

Όπως αναφέρει ο Guardian, η επιτροπή είχε διχαστεί από αυτό το ερώτημα. Έτσι, ο Γκεμπρεγεσούς πρότεινε να συνεδριάσουν την επόμενη ημέρα, με την ελπίδα ότι νέα στοιχεία θα μπορούσαν να τους οδηγήσουν σε μια απόφαση.

“Ο Γκεμπρεγεσούς με βάση το καταστατικό του οργανισμού, είχε μόνο την υποχρέωση να συγκαλέσει την επιτροπή και όχι να την ακολουθήσει. Όμως ένιωσε ότι θα χρειαζόταν την ομόφωνη απόφασή της πριν δράσει ή τουλάχιστον να έχει τη συναίνεση της συντριπτικής πλειοψηφίας της”, αναφέρει ο καθηγητής Δημόσιας Υγείας, Lawrence Gostin, στο πανεπιστήμιο Georgetown.

Την δεύτερη ημέρα της σύσκεψης, παρ’ όλα αυτά, κανείς δεν άλλαξε τη θέση του και το αδιέξοδο παρέμεινε. Ο επικεφαλής του ΠΟΥ διέκοψε τις εργασίες της επιτροπής εν αναμονή νέων στοιχείων, καθιστώντας σαφές ότι θα υπάρξει συντομότατα νέα σύσκεψη. Τελικά, μια εβδομάδα αργότερα, στις 30 Ιανουαρίου κηρύχθηκε διεθνής υγειονομική κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, καθώς είχε γίνει σαφής η μετάδοση του ιού στον ευρύτερο πληθυσμό.

Ο ΠΟΥ στο επίκεντρο γενικευμένης κριτικής

Τα γεγονότα του Ιανουαρίου θα αποτελέσουν υλικό για εξονυχιστικό έλεγχο. Ο ΠΟΥ ούτως ή άλλως μετά το πέρας κάθε πανδημίας εκπονεί μια ανακοίνωση με τις δράσεις του. Όμως ο πρόεδρος Τραμπ -ο οποίος προσπαθεί να κάνει “αποδιοπομπαίο τράγο” τον οργανισμό για την πανωλεθρία των ΗΠΑ στη διαχείριση της κρίσης- διαβεβαίωσε ότι κάθε λεπτομέρεια θα αποτελέσει πειστήριο σε μια δίκη, η οποία αναμένεται να μεταβληθεί σε ένα άκρως πολιτικοποιημένο σόου, που πιθανώς να διαρκέσει καθ’ όλη την προεκλογική περίοδο των ΗΠΑ.

Παράλληλα, ο πρόεδρος Τραμπ χρησιμοποίησε τους ισχυρισμούς περί δυσλειτουργίας του ΠΟΥ για να δικαιολογήσει την αναστολή ετησίων κονδυλίων 400 εκατ. δολάρια προς τον οργανισμό, θέτοντας σε κίνδυνο την αποστολή του ΠΟΥ στη μάχη κατά της πανδημίας, ιδιαίτερα σε φτωχές και ευάλωτες χώρες ανά την υφήλιο.

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ εξαπέλυσε μια καταιγίδα κατηγοριών κατά του οργανισμού, χρεώνοντάς του ότι απέκρυψε κρίσιμες πληροφορίες αναφορικά με την επικινδυνότητα του ιού και ότι ουσιαστικά τελεί υπό τον έλεγχο της Κίνας. Όμως, όπως αναφέρει ο Guardian, καμία από αυτές τις κατηγορίες δεν υποστηρίζεται από τα γεγονότα.

Η Κίνα στις 22 είχε αντιταχθεί στην προκήρυξη διεθνούς κατάστασης εκτάκτου ανάγκης, όμως δεν ήταν η μόνη. Τα υπόλοιπα μέλη και ειδικοί που συμμετείχαν στη σύσκεψη ήταν από τις ΗΠΑ, την Ταϊλάνδη, τη Ρωσία, τη Γαλλία, τη Νότια Κορέα, τον Καναδά, την Ιαπωνία, την Ολλανδία, την Αυστραλία, τη Σενεγάλη, τη Σιγκαπούρη, τη Σαουδική Αραβία, τη Σουηδία και τη Νέα Ζηλανδία.

Παρότι οι απόψεις που εκφράστηκαν είναι εμπιστευτικές, το γεγονός ότι οι ψήφοι είχαν μοιραστεί σημαίνει ότι αρκετές δυτικές ή χώρες σύμμαχοι των δυτικών χωρών τάχθηκαν με τη θέση της Κίνας.

Και ενώ την επόμενη εβδομάδα η επιτροπή αποφάσισε να κηρύξει κατάσταση PHEIC, ο Τραμπ δαπάνησε περισσότερο από έναν μήνα υποβαθμίζοντας τον κίνδυνο για τις ΗΠΑ, με αποτέλεσμα η χώρα να μείνει εβδομάδες πίσω σε σχέση με τον υπόλοιπο πλανήτη σε ό,τι αφορά τα διαγνωστικά τεστ και την προμήθεια κρίσιμου ιατροφαρμακευτικού εξοπλισμού.

Κανένα γεγονός δεν συνηγορεί στον ισχυρισμό του Τραμπ ότι ο ΠΟΥ απέκρυψε πληροφορίες για λογαριασμό της Κίνας. Οι ΗΠΑ άλλωστε έχουν ισχυρή εκπροσώπηση στα ανώτατα κλιμάκια του οργανισμού. Υπήρχαν περισσότεροι από μια ντουζίνα αξιωματούχων του αμερικανικού κέντρου λοιμωδών παθήσεων (CDC) τοποθετημένοι στον ΠΟΥ τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο.

Η υγειονομική ηγεσία των ΗΠΑ συμμετείχε σε τακτική βάση στις τηλεδιασκέψεις του οργανισμού, μια ή και δύο φορές την εβδομάδα αρχής γενομένης στις 7 Ιανουαρίου. Μετά τις 10 Ιανουαρίου σε αυτές τις επαφές αναφερόντουσαν και οι προειδοποιήσεις για τον κίνδυνο μετάδοσης του κορονοϊού από άνθρωπο σε άνθρωπο.

Η Ταϊβάν αιχμή του δόρατος του Τραμπ

Στις πιο πρόσφατες επιθέσεις του Τραμπ κατά του ΠΟΥ, ο πρόεδρος των ΗΠΑ αναφέρει ότι ο οργανισμός αδιαφόρησε για τις κρίσιμες προειδοποιήσεις που είχε στείλει η Ταϊβάν.

“Γιατί ο ΠΟΥ αδιαφόρησε για το email που του απέστειλαν στα τέλη Δεκεμβρίου οι υγειονομικές αρχές της Ταϊβάν, που προειδοποιούσε για την πιθανότητα μετάδοσης του ιού από άνθρωπο σε άνθρωπο;” αναρωτήθηκε σε μήνυμά του στο Twitter ο πρόεδρος των ΗΠΑ την Παρασκευή, αναμεταδίδοντας τον ισχυρισμό της Ταϊβάν.

Παρ’ όλα αυτά, το email της Ταϊβάν δείχνει ότι δεν υπήρξε αυτή η προειδοποίηση. Η επίμαχη ηλεκτρονική αλληλογραφία στάλθηκε από το ΚΕΕΛΠΝΟ της Ταϊβάν στον σύνδεσμο της χώρας στον ΠΟΥ στις 31 Δεκεμβρίου, λίγες ώρες μετά την πρώτη επίσημη δημοσιοποίηση για κρούσματα πνευμονίας στη Γουχάν.

Σύμφωνα με όσα γνωρίζει ο Guardian, το email ανέφερε: “Σημερινά δημοσιεύματα αναφέρουν ότι τουλάχιστον επτά κρούσματα άτυπης πνευμονίας έχουν καταγραφεί στην Κίνα”. Στη συνέχεια επαναλαμβάνει τα κινεζικά δημοσιεύματα, προσθέτοντας ότι “θα εκτιμούσαμε ιδιαίτερα αν έχετε κάποιες σχετικές πληροφορίες να μοιραστείτε μαζί μας”.

Το email δεν περιείχε κάποια νέα πληροφορία και σαφέστατα δεν ανέφερε τίποτα για μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο. Ο ΠΟΥ από την πλευρά του είχε δει τα ίδια δημοσιεύματα και άμεσα αναζήτησε περισσότερες πληροφορίες. Την 1η Ιανουαρίου ενεργοποίησε ειδική ομάδα για το περιστατικό, θέτοντας τον οργανισμό σε κατάσταση επιφυλακής.

Από την πλευρά της, η κυβέρνηση της Ταϊβάν ισχυρίστηκε ότι δεν έλαβε απάντηση από τον ΠΟΥ και γενικότερα αποκλείστηκε από τις διεργασίες του οργανισμού. Όταν το 1971 ο ΟΗΕ αναγνώρισε τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας ως τον μοναδικό εκπρόσωπο των Κινέζων στον οργανισμό, ο ΠΟΥ ακολούθησε την απόφαση το 1972. Ως εκ τούτου η Ταϊβάν δεν έχει ιδιότητα πλήρους μέλους στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, αλλά έχει συμμετοχή στις διεργασίες του οργανισμού.

Είναι μια από τις 15 μη κρατικές οντότητες που έχουν πρόσβαση σε ένα πλήθος δράσεων, μέσω ενός δικτύου διαμοιρασμού πληροφοριών που εγκαθίδρυσε ο Health Regulations (IHR), ως μέρος μιας συμφωνίας για συλλογική δράση κατά των μολυσματικών ασθενειών. Σε αυτή τη συμφωνία συμμετέχουν 196 χώρες και παρέχουν το νομικό πλαίσιο για τις εργασίες του ΠΟΥ.

Όμως η Ταϊβάν δηλώνει ότι η συμμετοχή της είναι περιορισμένη και αποσπασματική, κατηγορώντας για αυτό την Κίνα. Σε δήλωσή της η κυβέρνηση της Ταϊβάν αναφέρει ότι γνωστοποίησε το πρώτο κρούσμα κορονοϊού στις 21 Ιανουαρίου μέσω του συστήματος IHR, αλλά δεν εκλήθη να λάβει μέρος στις έκτακτες συσκέψεις του ΠΟΥ τον Ιανουάριο, όπου πιθανώς η φωνή της να έκανε τη διαφορά στη λήψη των αποφάσεων.

“Η πανδημία του κορονοϊού υπενθυμίζει στον πλανήτη για μια ακόμη φορά ότι η πολιτική απέκλεισε την Ταϊβάν από το να επικοινωνήσει με τον ΠΟΥ και τους παγκόσμιους ειδικούς υγείας. Και αυτό μόνο τεράστιο κακό θα κάνει στην παγκόσμια προσπάθεια συνεργασίας για αποτροπή και έλεγχο της πανδημίας”, ανέφερε η χώρα στην ανακοίνωσή της.

Επίσης, ο Γκεμπρεγεσούς δέχτηκε έντονη κριτική για τη συνεχή εξύμνηση της Κίνας και του προέδρου Σι, χαιρετίζοντας τη διαφάνεια που επέδειξε το Πεκίνο παρά το γεγονός ότι κατά τις κρίσιμες πρώτες εβδομάδες οι αρχές προσπάθησαν να συγκαλύψουν τα τεκταινόμενα στη Γουχάν. Οι υποστηρικτές του επικεφαλής του ΠΟΥ αναφέρουν ότι αυτού του είδους η διπλωματική κολακεία είναι το τίμημα για να διαβεβαιωθεί η κινεζική συνεργασία στον τομέα των πληροφοριών και για να μπορέσουν κλιμάκια του ΠΟΥ να επισκεφθούν την Κίνα.

Πάντως ο Γκεμπρεγεσούς με μήνυμά του στο Twitter στις 23 Μαρτίου έδωσε τα εύσημα και στον πρόεδρο Τραμπ, ισχυριζόμενος ότι “κάνει μια εξαιρετική δουλειά στη μάχη κατά του Covid-19”, ενώ και ο Αμερικανός πρόεδρος κατά τις πρώτες εβδομάδες της πανδημίας είχε επιδοκιμάσει τον πρόεδρο Σι.

Από την πλευρά του, πάντως, ο ΠΟΥ όπλισε την φαρέτρα των πολεμίων του όταν στις 14 Ιανουαρίου σε μήνυμά του στο Twitter ανέφερε ότι οι πρώιμες κινεζικές μελέτες δεν είχαν “καθαρές ενδείξεις για μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο”.

Αυτό δημοσιεύτηκε ακριβώς την ίδια ημέρα που το στέλεχος του οργανισμού Maria Van Kerkhove ( Αμερικανίδα ανοσολόγος) έδινε μια συνέντευξη Τύπου στη Γενεύη και προειδοποιούσε για το ακριβώς αντίθετο – για την προοπτική μιας ταχύτατης διάδοσης του ιού. Καθώς υπήρξε ανησυχία ότι η ενημέρωση της Kerkhove θα ερχόταν σε αντίθεση με τα ευρήματα των Κινέζων, ένα όχι υψηλόβαθμο στέλεχος του ΠΟΥ ανήρτησε το μήνυμα στο Twitter για να “ισορροπήσει” τις δηλώσεις της. Όμως με αυτόν τον τρόπο ο οργανισμός συνέβαλε σε ένα κλίμα εφησυχασμού, παρότι το μήνυμα δεν ήταν μέρος κάποιας εσκεμμένης στρατηγικής.

Τα γεγονότα του Ιανουαρίου υπογραμμίζουν τις δυσκολίες που αντιμετώπισε ο Γκεμπρεγεσούς και ο ΠΟΥ στο να βρει ένα μονοπάτι ανάμεσα σε δύο εχθρικές υπερδυνάμεις και στα εγώ των ηγετών τους, χωρίς να έχει τις δυνάμεις για να τις κάνει να συμμορφωθούν και να μοιραστούν τις πληροφορίες τους.

Παρ’ όλα αυτά, ασχέτως των όποιων λαθών έγιναν σε αυτή την πορεία, αυτά δεν έχουν καμία σχέση με το φονικό φιάσκο που ξεδιπλώνεται στις ΗΠΑ το τελευταίο δίμηνο, αφού ο ΠΟΥ είχε σημάνει παγκόσμιο συναγερμό.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα