Πόλεμος στην Ουκρανία: Ο αντίκτυπος στην ελληνική οικονομία

Υπό αναθεώρηση τίθεται ο κεντρικός σχεδιασμός του υπουργείου Οικονομικών για το 2022, εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία. Και πώς να μην γίνει αυτό όταν οι διεθνείς αγορές βρίσκονται σε παραζάλη, οι ενεργειακές τιμές εισήλθαν σε νέο ανοδικό κύκλο και η αβεβαιότητα για το τι… ξημερώνει στον πλανήτη, κυριαρχεί στον δημόσιο λόγο και στις σκέψεις επενδυτών αλλά και απλών πολιτών.

Γράφει ο Νώντας Βλάχος

Ο πόλεμος στην Ουκρανία ανατρέπει τα πλάνα και θέτει εν αμφιβόλω τους στόχους που είχε θέσει το υπουργείο Οικονομικών, όταν καταρτούσε τον φετινό προϋπολογισμό. Οι τελευταίες αναλύσεις και εκθέσεις διεθνών οίκων και φορέων, εκτιμούν ότι η πολεμική σύρραξη στην ανατολική Ευρώπη, θα φρενάρει τις οικονομίες της Ευρώπης και σ’ ότι αφορά την ελληνική, θα επιφέρει επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης από μία έως δύο μονάδες. Υπό αυτές τις συνθήκες που διαμορφώνονται και χωρίς να προκύπτουν ισχυρές ενδείξεις για αποκλιμάκωση της κρίσης, που δεν αφορά μόνο τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, αλλά τις τεταμένες σχέσεις Μόσχας και Δύσης, κάθε συζήτηση για επίτευξη των μακροοικονομικών στόχων που είχε θέσει το ΥΠΟΙΚ, βρίσκονται στον… αέρα.

Το οικονομικό επιτελείο, μετά την κούρσα ανάκαμψης της οικονομίας που κατέστη εφικτή το 2021,  ήλπιζε πως το 2022 θα αποτελούσε χρονιά δημοσιονομικής προσαρμογής και προς αυτή την κατεύθυνση προσάρμοσε τον κεντρικό σχεδιασμό της. Άλλωστε με το έλλειμμα να φιγουράρει άνω του 9% και το δημόσιο χρέος να βρίσκεται πάνω από το 200% του ΑΕΠ (πρωτιά στην Ευρωζώνη), η Ελλάδα δεν είχε άλλο δρόμο να ακολουθήσει, παρά αυτόν της δημοσιονομικής προσαρμογής. Και αυτό βεβαίως, καλούνταν να το πετύχει υπό δύσκολες συνθήκες, αφού η ενεργειακή κρίση είχε ξεσπάσει, οι πληθωριστικές τάσεις είχαν εμφανιστεί και καθιστούσαν απαραίτητη την ενίσχυση των πολιτών, μέσω της επιβολής μέτρων στήριξής τους. Απαιτούσαν,  δηλαδή, χρήματα από τον κρατικό κορβανά, ο οποίος ούτως ή άλλως είχε περιορισμένο άνοιγμα για τέτοιου είδους δαπάνες.

Όλα αυτά μέχρι το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία, που προκάλεσε ραγδαία αύξηση των ενεργειακών τιμών, των εμπορευμάτων και δημιούργησε συνθήκες για διατήρηση επί μακρόν αλλά και εκτόξευση του πληθωρισμού στην Ευρώπη και βεβαίως στην Ελλάδα. Οι πρόσφατες αναλύσεις είναι άκρως απαισιόδοξες, καθώς «βλέπουν» εκτίναξη του πληθωρισμού που θα παραμείνει σε πολύ υψηλά επίπεδα, σχεδόν για όλο το 2022.

Χαρακτηριστική είναι η εκτίμηση του οίκου Wood, που αναφέρει πως ο πληθωρισμός στην Ελλάδα θα φτάσει στο 8,4%, κάτι που προφανώς συνεπάγεται αλλεπάλληλες ανατιμήσεις σε προϊόντα και υπηρεσίες, που θα σε συνδυασμό με την ενεργειακή ακρίβεια, θα δημιουργήσει ένα ασφυκτικό πλαίσιο για τους πολίτες και τη διαβίωσή της. Άκρως δυσμενείς είναι  οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό στην Ευρωζώνη, που θα εκτοξευτεί στο 11,7%.

Με δεδομένο μάλιστα, ότι το ΥΠΟΙΚ έχει θέσει ως μέγιστη προτεραιότητα τη δημοσιονομική προσαρμογή (μείωση ελλείμματος και χρέους), η εξίσωση που αφορά και την ικανοποίηση των τρεχουσών αυξημένων αναγκών, γίνεται ιδιαιτέρως δύσκολη. Η εξεύρεση ισορροπίας ανάμεσα στους δύο αυτούς «πυλώνες» αποτελεί δύσκολη υπόθεση αλλά είναι και ζωτικής σημασίας, προκειμένου οικονομία και πολίτες να μην «γονατίσουν».

Ρήτρα διαφυγής και το 2023;

Όπως προαναφέρθηκε, το οξύ πρόβλημα που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει πανευρωπαϊκές διαστάσεις και δημιουργεί δυσχέρειες και προβλήματα σ’ όλες τις οικονομίες. Ευχής έργον θα ήταν να γινόταν πράξη η παράταση ισχύος της ρήτρας διαφυγής και το 2023, για την οποία άφησε ανοιχτό παράθυρο ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βάλντις Ντομπροβόσκις, καθώς και άλλοι ευρωπαίοι αξιωματούχοι. Ενδεχόμενη παράταση της ρήτρας διαφυγής και το 2023, θα έδινε βαθιά ανάσα στις οικονομίες της Ευρωζώνης και θα τις επέτρεπε να διαχειριστούν τα «απόνερα» του πολέμου της Ουκρανίας, χωρίς τον βραχνά της εφαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα