Οι προκλήσεις της διακυβέρνησης Μητσοτάκη

Οι πρόσφατες Ελληνικές εκλογές έδωσαν το σαφές μήνυμα πως το εκλογικό σώμα, ή τουλάχιστον το 56% αυτού που ψήφισε, κορέσθηκε απο το πείραμα λαϊκισμού και τον ιθύνοντα υπεύθυνο, κ. Τσίπρα. Η αφαιμαγμένη οικονομία και η γενικότερη απογοήτευση του Ελληνικού λαού απο την πολυετή κρίση έστρεψαν τις ελπίδες της χώρας στον κ. Μητσοτάκη, ο οποίος κατάφερε την επανόρθωση της Νέας Δημοκρατίας ως του πρώτου κόμματος στη Βουλή μετά από μία δεκαετή θητεία στην αντιπολίτευση. Ο κ. Μητσοτάκης έχει προαναγγείλει μία σειρά μέτρων για την ανάκαμψη της οικονομίας, τα οποία βασίζονται σε ένα τετραθεματικό πυλώνα.

Μείωση Φορολογίας

Ο επιχειρησιακός φόρος προβλέπεται να μειωθεί από 29% σε 20% μέσα στα επόμενα δύο έτη, με παρόμοιες μειώσεις στο φόρο εισοδήματος, ΦΠΑ και ΕΝΦΙΑ. Οι ανακοινωθείσες μειώσεις αποσκοπούν στην ενθάρρυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητας, την αύξηση των θέσεων εργασίας, καθώς και την αναβίωση της κατανάλωσης. Οι φορολογικές προτάσεις του κ.Μητσοτάκη δεν αποτελούν ριζοσπαστικές αλλαγές σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Το πραγματικό ποσοστό φορολόγησης ανά εργαζόμενο (ΠΠΦ%) υπολογίζεται στο 51.5%, ενώ η Γαλλία (57.5%) και η Κύπρος (23.9%) βρίσκονται στα άκρα της Ευρωπαϊκής φορολογίας. Οι φορολογικές ελαφρύνσεις προβλέπεται να μειώσουν τα λειτουργικά κόστη του επιχειρείν στην Ελλάδα, αλλά και να ελαφρύνουν την εξάρτηση της οικονομίας από τις κρατικές παροχές.

Αναδιάρθρωση του Δημόσιου Τομέα

Τα μνημόνια που υπέγραψαν οι προηγούμενες κυβερνήσεις απαιτούν ραγδαίες ιδιωτικοποιήσεις και πωλήσεις κρατικής περιουσίας. Η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα δεν ικανοποίησε το σχετικό εισπρακτικό στόχο των €2δις το 2018 και του €1δις το 2019 από την προγραμματισμένη πώληση εταιρειών ενέργειας, τηλεπικοινωνιών και μεταφορών. Ο κ. Μητσοτάκης έχει αναγνωρίσει την ανάγκη των ιδιωτικοποιήσεων και άλλων θεσμικών μεταρρυθμίσεων, όπως της αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων, ούτως ώστε να αυξηθεί η αποδοτικότητα στην παροχή υπηρεσιών και να μειωθεί η γραφειοκρατία.

Αναζωογόνηση του Τραπεζικού Τομέα

Η Ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε κατά το ένα τέταρτο από την αρχή της παγκόσμιας κρίσης του 2007 και της εθνικής κρίσης που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα. Ένα από τα αποτελέσματα της πολυετούς παραμονής σε ρυθμούς αρνητικής ή ισχνής ανάπτυξης είναι ο πολλαπλασιασμός των μη εξυπηρετούμενων («κόκκινων») δανείων. Το τραπεζικό σύστημα έχει στο ενεργητικό του €81.8δις μη εξυπηρετούμενων δανείων, το οποίο αναλογεί στο 50% των συνολικών τραπεζικών δανείων, το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρωζώνη. Η εκθετική αύξηση των κόκκινων δανείων και η μαζική φυγή των καταθέσεων προς τις τράπεζες του εξωτερικού οδήγησαν στην ανάγκη χρηματοδότησης των Ελληνικών τραπεζών με €43δις, στα οποία οι υφιστάμενοι μέτοχοι είχαν σημαντική συμμετοχή και απώλεια κεφαλαίου. Οι περιορισμοί στη διακίνηση χρήματος και τα κόκκινα δάνεια συνιστούν εμπόδιο στην παροχή τραπεζικής χρηματοδότησης ακόμα και σε έργα με εξαιρετικές προοπτικές. Ο κ. Μητσοτάκης έχει δεσμευτεί για την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος, εφόσον είναι ένας σημαντικός πυλώνας για την ανάκαμψη της Ελληνικής οικονομίας. Προς το παρόν, η νέα κυβέρνηση ακυρώνει τις εκτιμήσεις πως θα χρησιμοποιήσει τα €37δις που έχει στη διάθεσή της για την ενίσχυση των τραπεζών.

Προσέλκυση Επενδύσεων

Η νέα κυβέρνηση διατείνεται φιλικά προς τις αγορές και έχει δηλώσει πως υπάρχουν σχέδια για ανάληψη νέων επενδύσεων ύψους €50δις από ιδιωτικά κεφάλαια. Οι επενδυτές φαίνεται να εμπιστεύονται τις ικανότητες του κ. Μητσοτάκη. Η έκδοση 7-ετούς ομολόγου με επιτόκιο 2.1% μόλις 9 μέρες μετά την εκλογή της νέας κυβέρνησης και η άνοδος του Γενικού Δείκτη Χρηματιστηρίου Αθηνών κατά ένα τρίτο από την αρχή του έτους σηματοδοτούν την προσδοκία των επενδυτών για υψηλή και βιώσιμη ανάπτυξη μέσα στα επόμενα έτη. Η προσέλκυση επενδύσεων θα οδηγήσει στη δημιουργίας εκατοντάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας, με αναμενόμενη μείωση της ανεργίας και ενίσχυση της ευρύτερης οικονομίας.

Τα επόμενα βήματα

Ο κ. Μητσοτάκης θα επιδιώξει την ανάκαμψη της Ελληνικής οικονομίας έχοντας να υπερκεράσει μία σειρά εμποδίων. Οι διεθνείς πιστωτές έχουν επιζητήσει την τήρηση των όρων του μνημονιακού δανεισμού από τη νέα κυβέρνηση. Ο κ. Μητσοτάκης καλείται να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 3.5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022, παρά το γεγονός πως η Ελληνική κυβέρνηση μπορεί πλέον να δανείζεται από τις διεθνείς αγορές χωρίς επαχθείς όρους. Επιπλέον, ο κ. Μητσοτάκης οφείλει να πείσει τους ιδιώτες επενδυτές και τους Έλληνες εργαζομένους πως η Ελληνική οικονομία θα ανακάμψει με υψηλούς ρυθμούς, επομένως η επένδυση και παραμονή στην Ελλάδα αποτελούν δελεαστικές επιλογές. Η ανάπτυξη χρειάζεται ισορροπημένη προσφορά κεφαλαίου και πόρων ανθρώπινου δυναμικού. Τέλος, ο κ. Μητσοτάκης καλείται να εξυγιάνει μία ήδη πληγωμένη οικονομία σε ένα διεθνές περιβάλλον επιβραδυνόμενης ανάπτυξης. Ακόμα και οι βέλτιστες επιλογές της κυβέρνησης ίσως να μην οδηγήσουν στο επιθυμητό αποτέλεσμα, αν η παγκόσμια ή Ευρωπαϊκή οικονομία φθίνουν.

Ο κ. Μητσοτάκης έχει τη μοναδική ευκαιρία να αποδείξει στις νέες γενιές Ελλήνων, αλλά και ευρύτερα Ευρωπαίων, πως υπάρχει δυνατότητα εξόδου ακόμα και από μία 10-ετή κρίση που φαντάζει πλέον ως αναπόστρεπτη καταδίκη. Η επιτυχία του δε θα είναι μόνο η λύτρωση ενός υπερήφανου έθνους, αλλά και η περεταίρω αποδυνάμωση του λαϊκιστικού κινήματος που ταλανίζει και τις δύο ακτές του Ατλαντικού.

Του Νικόλαου Αντύπα,
Lecturer in Finance, Deputy Director, MSc in International Shipping and Finance

Πηγή: naftemporiki.gr

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα