Οι «νάρκες» του διαλόγου με την Τουρκία και η αποστρατικοποίηση των νησιών

Οι πλέον έμπειροι περί της διπλωματίας και καλά γνωρίζοντες της λογικής που διέπει το τουρκικό ΥΠΕΞ διαχρονικά, είχαν αντιληφθεί εγκαίρως ότι η Τουρκία σκοπεύει να χρησιμοποιήσει τον περιβόητο διάλογο με την Ελλάδα, ως ένα μέσο αναμόχλευσης παλιών επιδιώξεων και ανάδειξης νέων, έχοντας ως αντικειμενικό σκοπό τα εξής: να αναγκάσει την Αθήνα να εισέλθει σ’ ένα ιδιότυπο παζάρι επί πολλών θεμάτων, να επικεντρώσει τη διπλωματική πίεση επί συγκεκριμένων ζητημάτων που εκτιμά ότι έχουν ιδιαίτερο γεωπολιτικό αλλά και στρατιωτικό βάρος και εν τέλει να καρπωθεί «κέρδη», μεταβάλλοντας υπέρ της το status στο Αιγαίο.

Γράφει ο Νώντας Βλάχος

Η Τουρκία βγάζει από το διπλωματικό της χαρτοφυλάκιο το ζήτημα της αποστρατικοποίησης των νησιών. Αποτελεί, φαίνεται, ένα από τα σημεία αιχμής για την Άγκυρα, αν αναλογιστεί κανείς ότι κορυφαίοι αξιωματούχοι του ερντογανικού καθεστώτος, σχεδόν καθημερινά ομιλούν για την παραβατικότητα που επιδεικνύει η Ελλάδα απέναντι στις διεθνείς συνθήκες, και την ανάγκη για άμεση αποστρατικοποίηση των νησιών. 

Η Τουρκία ομιλεί για παραβιάσεις των διεθνών συνθηκών και υπερασπίζεται το διεθνές δίκαιο… Τι οξύμωρο σχήμα που δεν χρειάζεται περαιτέρω σχολιασμό και ανάλυση. Πρέπει, ωστόσο, να μας προβληματίσει γιατί η Άγκυρα επαναφέρει και επιμένει στο ζήτημα της αποστρατικοποίησης των νησιών.

Προφανώς στο υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας υπάρχει η πεποίθηση ότι διαθέτουν ισχυρό νομικό έρεισμα για την υπόθεση αλλά και την κατάλληλη επιχειρηματολογία, προκειμένου να βγουν κερδισμένοι. Σε αντίθεση με τη γενικότερη θεώρηση για την εξωτερική πολιτική που έχει διαμορφωθεί στην «Υψηλή Πύλη» του Σουλτάνου Ερντογάν και προβλέπει  συλλήβδην αμφισβήτηση των διεθνών συνθηκών (επί παραδείγματι τη συνθήκη της Λωζάννης),  σ’ αυτή την περίπτωση η Άγκυρα πάει «by the book». Ακολουθεί κατά γράμμα ό,τι λένε οι διεθνείς συνθήκες για την αποστρατικοποίηση των νησιών του Αιγαίου και δεν παρεκκλίνει ούτε λέξη… 

 Η μισή αλήθεια που προβάλλει η τουρκική διπλωματία

Και σ’ αυτή την περίπτωση η Τουρκία δεν λέει όλη την αλήθεια ή για την ακρίβεια επιχειρεί επιμελώς να κρύψει τη μισή.

Η συνθήκη της Λωζάννης (1923) προβλέπει ότι στα νησιά του Βορείου Αιγαίου, οι στρατιωτικές δυνάμεις πρέπει να αποτελούνται αποκλειστικά και μόνο από ντόπιους στρατεύσιμους, ενώ η Συνθήκη των Παρισίων που αφορά τα Δωδεκάνησα (1947), αναφέρει ότι στα νησιά θα αναπτυχθούν δυνάμεις εσωτερικής ασφάλειας (κάτι σαν εθνοφρουρά) και όχι τακτικός στρατός. Τα παραπάνω επεβλήθησαν στην Ελλάδα εκείνες τις περιόδους, διότι έγινε επί της ουσίας αποδεκτός ο τουρκικός ισχυρισμός ότι τα νησιά θα αποτελούσαν ορμητήρια επιθετικής εκστρατείας στη Μικρά Ασία.

Αυτή την άκρως ουσιώδη λεπτομέρεια, που αναντίρρητα δεν διαθέτει την παραμικρή σχέση με την τωρινή εποχή και πραγματικότητα, η Τουρκία επιμελώς «παραγκωνίζει». Υπάρχει βεβαίως και κάτι άλλο, επίσης εξόχως σημαντικό, που υποχρέωσε την Ελλάδα να προχωρήσει στην οχύρωση –στρατικοποίηση των νησιών του Αιγαίου, παραβαίνοντας όσα επέβαλαν οι διεθνείς συνθήκες.

Το 1975 και ενώ είχε προηγηθεί η τουρκική εισβολή στην Κύπρο, η γειτονική χώρα συνέστησε στη Σμύρνη τη στρατιά Αιγαίου, με προφανή στρατιωτικό στόχο να χτυπήσει τα ελληνικά νησιά. Η Αθήνα, ως όφειλε, αντέδρασε και από τότε άρχισε η συστηματική στρατιωτική «αναβάθμιση» των νησιών, που αποτελούν σημεία κλειδιά  στο αμυντικό δόγμα της χώρας. Το διπλωματικό επιχείρημα που προτάσσει η Ελλάδα, είναι πως σκοπός της οχύρωσης των νησιών είναι η προστασία της εθνικής της κυριαρχίας, και επ’ αυτού «χρησιμοποιεί»  το άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ που προβλέπει ότι κάθε κράτος έχει το δικαίωμα στην άμυνα.

Σε κάθε περίπτωση, όταν και εφόσον ξεκινήσει ο διάλογος ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία, η Άγκυρα αναμένεται να θέσει το ζήτημα της αποστρατικοποίησης των νησιών. Διερωτάται εύλογα κάποιος, είναι δυνατόν υπό τις παρούσες συνθήκες και τα διπλωματικά επιχειρήματα που θα διατυπωθούν εκατέρωθεν, η Ελλάδα να υποχωρήσει και να συναινέσει απόλυτα στο αίτημα που θα θέσει η Τουρκία;

Τι επιδιώκει η Άγκυρα 

Η απάντηση είναι όχι και, προφανώς αυτό το γνωρίζουν καλά και οι γείτονες. Η Τουρκία, όμως, συνηθισμένη σε διάλογο υπό τη μορφή «καζάν – καζάν», επιθυμεί, διακαώς όπως φαίνεται να «ανοίξει» ξανά το θέμα. Ποια είναι η επιδίωξη της; Την αποδυνάμωση των ελληνικών δυνάμεων στα νησιά, ισχυριζόμενη το εξής: πως ο ελληνικός στρατός που εδρεύει σ’ αυτά, δεν χρησιμοποιεί όπλα αμυντικής «τακτικής» αλλά και επιθετικής φύσης, που μπορούν να πλήξουν την ενδοχώρα της Τουρκίας και αποτελούν σημαντική απειλή γι’ αυτή.

Αποτελεί μείζονα στρατηγική επιδίωξη για την Τουρκία να επιτύχει την απόσυρση όπλων από τα νησιά, που μπορούν να διαδραματίσουν πρωτεύοντα ρόλο σε μια ενδεχόμενη σύρραξη και να πλήξουν καίριες θέσεις στην τουρκική ενδοχώρα, ανακόπτοντας, ενδεχομένως εν τη γενέσει τους, επιθετικές ενέργειες.  Υπό το διπλωματικό «καμουφλάζ» του διαλόγου, της συνεννόησης και των αμοιβαίων υποχωρήσεων, υπό το αδιάκοπο πρέσινγκ των μεγάλων δυνάμεων για συμβιβασμό, η Άγκυρα βολιδοσκοπεί ξεκάθαρα και εκ τους σύνεγγυς τις προθέσεις της Ελλάδας.

Η Αθήνα οφείλει να εξετάσει ενδελεχώς το ζήτημα, όλες τις παραμέτρους και φυσικά τις «παγίδες» που κρύβονται εντός του πλαισίου διαλόγου με την Άγκυρα, ανάμεσα στις οποίες είναι ασφαλώς και το ακανθώδες θέμα της αποστρατικοποίησης.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα