Οι 50 ημέρες του πολέμου στην Ουκρανία που άλλαξαν τον κόσμο

«Οι επιπτώσεις της ρωσικής εισβολής είναι εμφανείς, πολύ πέρα από την Ουκρανία. Πολλά έθνη έθεσαν ξανά στο τραπέζι την στάση ουδετερότητας που κρατούσαν στο παρελθόν, την ώρα που η προσφυγική πολιτική απειλεί να αποσταθεροποιήσει την παγκόσμια οικονομία», γράφει η Washington Post, σε εκτενή της ανάλυση για το πως οι 50 ημέρες του πολέμου άλλαξαν τον κόσμο.

Πριν από περίπου πενήντα 50 ημέρες, στις 24 Φεβρουαρίου, ο Βλαντίμιρ Πούτιν ανακοίνωσε την έναρξη πολέμου (στρατιωτική επιχείρηση, σύμφωνα με την Μόσχα) στη γειτονική Ουκρανία. Το ρωσικό πυροβολικό και οι αεροπορικές επιδρομές σφυροκόπησαν ουκρανικές πόλεις και τα στρατεύματα του Κρεμλίνου διέσχισαν τα σύνορα, προκαλώντας μια μαζική έξοδο Ουκρανών προσφύγων που εξελίχθηκε στη μεγαλύτερη προσφυγική κρίση της Ευρώπης μετά τονΒ’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Συγκλονιστικές εικόνες θανάτου και βασανιστηρίων, ομαδικοί τάφοι στην ουκρανική πόλη Μπούκα, προκάλεσαν σοκ σε ολόκληρο τον κόσμο.

Ο αρθρογράφος της Washington Post, Amy Cheng συνοψίζει σε πέντε βασικά σημεία το πώς μέσα σε 50 ημέρες ο κόσμος άλλαξε λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.

1.Θερμή υποδοχή για τους Ουκρανούς πρόσφυγες
Πάνω από 4,6 εκατομμύρια Ουκρανοί έχουν αφήσει πίσω τη χώρας τους, με αρκετούς να αναζητούν μια ασφαλέστερη ζωή σε γειτονικά κράτη, όπως η Πολωνία και η Ρουμανία. Όπως σημειώνει η WP, στο παρελθόν οι κυβερνήσεις δεν έστρωναν πάντοτε το κόκκινο χαλί, ωστόσο σ’ αυτή την ανθρωπιστική κρίση οι ηγέτες της ΕΕ ακολούθησαν μια νέα στρατηγική, τροποποιώντας τη διαδικασία χορήγησης ασύλου.

Όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα, ακόμα και η Ιαπωνία προσφέρθηκε για την υποδοχή δεκάδων εκτοπισμένων Ουκρανών -μια αξιοσημείωτη κίνηση από μια χώρα που ιστορικά δεν ήταν φιλόξενη στους αιτούντες άσυλο. Από τις αρχές Απριλίου, το Τόκιο έχει υποδεχτεί περισσότερους από 400 ανθρώπους, με ορισμένους να πετούν με κυβερνητικό αεροπλάνο από την Πολωνία.

Η «αγκαλιά» προς τους Ουκρανούς πρόσφυγες προκάλεσε εντύπωση, με τον επικεφαλής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους, πάντως, να σχολιάζει ότι πρόσφατα χώρες όπως η Αιθιοπία και η Υεμένη δεν έχουν λάβει ούτε ένα μέρος από τα φώτα της δημοσιότητας που έχει λάβει η Ουκρανία, παρά τις συγκρούσεις σε εκείνες τις περιοχές.

2. Ξανά στο τραπέζι η πολιτική ουδετερότητα

Αρκετές χώρες που προσχώρησαν στον οικονομικό πόλεμο κατά της Ρωσίας που ξεκίνησε η Δύση με μεγάλες κυρώσεις ήταν είτε παραδοσιακά πολιτικά ουδέτερες είτε είχαν στενούς οικονομικούς δεσμούς με Ρώσους ολιγάρχες.

Αμέσως μετά την εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία, η παραδοσιακά ουδέτερη Ελβετία έκανε γνωστό θα ταχθεί στο πλευρό της ΕΕ για την επιβολή κυρώσεων κατά της Μόσχας. Παράλληλα και το Μονακό, «παιδική χαρά» για την ρωσική ελίτ προχώρησε σε πάγωμα των περιουσιακών στοιχείων Ρώσων ολιγαρχών, βάσει των κυρώσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στο ίδιο μήκος κύματος και η Σιγκαπούρη η οποία προχώρησε σε μια «σχεδόν πρωτοφανή» κίνηση για την επιβολή κυρώσεων σε χώρα χωρίς να έχει υιοθετηθεί σε πρώτη φάση ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Οι κυρώσεις έχουν αντίκτυπο. Ενώ το νόμισμα της Ρωσίας έχει ανακτήσει κάποιο έδαφος μετά την κατάρρευση μετά την εισβολή, η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει ότι η ρωσική οικονομία μπορεί να συρρικνωθεί κατά 11,2% φέτος.

Οι κυρώσεις σύμφωνα με την Washington Post έχουν αντίκτυπο. Χαρακτηριστικό είναι ότι την ώρα που το νόμισμα της Ρωσίας έχει ανακτήσει κάποιο έδαφος μετά την κατάρρευσή του, η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι η ρωσική οικονομία ενδέχεται να συρρικνωθεί κατά 11,2% το 2022.

3. Η συνεχιζόμενη αποπαγκοσμιοποίηση της ρωσικής οικονομίας

Μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου, οι Ρώσοι ασχολήθηκαν με τις δυτικές μάρκες, από τα McDonald’s μέχρι τα Miu Miu. Η διεθνής αντίδραση στην προσάρτηση της Κριμαίας από τον Πούτιν το 2014 ξεκίνησε σταδιακά την αποσύνδεση της κοινωνίας και της οικονομίας της Ρωσίας από τη Δύση, όμως η εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου στην Ουκρανία επιτάχυνε τη διαδικασία.

Υπό την πίεση των κυβερνήσεων των χωρών τους και των καταναλωτών, εταιρείες κολοσσοί και οργανισμοί προχώρησαν στην αναστολή ή την έξοδο από τις δραστηριότητές τους στη χώρα του Πούτιν, στερώντας από τους Ρώσους την πρόσβαση σε πολλά καταναλωτικά αγαθά. Παράλληλα, διεθνείς αθλητικές διοργανώσεις και εξέχοντα πολιτιστικά ιδρύματα έχουν διέκοψαν επίσης κάθε επαφή με τους Ρώσους συμμετέχοντες.

4. «Έκρηξη» των γερμανικών αμυντικών δαπανών

Παρόλο που είναι η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης και μέλος του ΝΑΤΟ με μεγάλη επιρροή, η Γερμανία είναι εδώ και καιρό προσεκτική στο να ρίξει το βάρος της στην παγκόσμια σκηνή. Μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, το Βερολίνο ανέπτυξε επίσης στενούς οικονομικούς και ενεργειακούς δεσμούς με τη Μόσχα.

Η επιθετικότητα του Πούτιν, ωστόσο, ανάγκασε τη Γερμανία να αντιστρέψει την πορεία της. Στα τέλη Φεβρουαρίου, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς δήλωσε ότι η κυβέρνησή του θα αυξήσει σημαντικά τις αμυντικές δαπάνες. Έδωσε επίσης εντολή για παραδόσεις όπλων στην Ουκρανία, μόλις λίγες εβδομάδες αφότου η χώρα του έγινε περίγελος επειδή προσφέρθηκε να στείλει κράνη στο Κίεβο.

Παράλληλα με τις μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις για δαπάνες, ο γερμανικός στρατός θα δει τα ταμεία του να ενισχύονται από μια εφάπαξ «ένεση» ύψους 110 δισεκατομμυρίων δολαρίων, περίπου διπλάσια από τον αμυντικό προϋπολογισμό του περασμένου έτους!

5. Απειλή για επισιτιστική κρίση

Πριν από τον πόλεμο, η Ουκρανία ήταν ο τέταρτος μεγαλύτερος εξαγωγέας καλαμποκιού και σιταριού στον κόσμο. Η Ρωσία, ο μεγαλύτερος εξαγωγέας πετρελαίου στον κόσμο, ήταν επίσης κορυφαίος προμηθευτής λιπασμάτων. Όμως η παρατεταμένη σύγκρουση έχει ανεβάσει τις τιμές των εμπορευμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο, θέτοντας σε κίνδυνο την επισιτιστική ασφάλεια και τις προσπάθειες για την καταπολέμηση της φτώχειας στην Αφρική και τη Μέση Ανατολή.

Το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Πρόγραμμα ανέφερε ότι 41 εκατομμύρια άνθρωποι στη δυτική και κεντρική Αφρική ενδέχεται να πληγούν από επισιτιστική και διατροφική κρίση φέτος, καθώς η περιοχή αντιμετωπίζει τις υψηλότερες τιμές της τελευταίας δεκαετίας για προϊόντα όπως τα σιτηρά, το πετρέλαιο και τα λιπάσματα. Ο πόλεμος έχει επίσης προκαλέσει πανικό στην αγορά βασικών τροφίμων σε χώρες όπως η Αίγυπτος, η Συρία και ο Λίβανος που εξαρτώνται από τις ουκρανικές και ρωσικές εισαγωγές.

Την περασμένη Τρίτη, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου υποβάθμισε την πρόβλεψη για τη φετινή ανάπτυξη στο 2,8% από 4,1% πριν από τον πόλεμο, σημειώνοντας ότι η σύγκρουση έχει επιφέρει «σοβαρό πλήγμα» στην παγκόσμια οικονομία. Και όσο παρατείνεται ο πόλεμος, οι ειδικοί προβλέπουν ότι η ζημιά θα αυξάνεται.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα