Ν. Ξυδάκης: Βρώμικη ανάπτυξη, με όπλο την προπαγάνδα

Η κυβέρνηση στηρίζεται στην κόπωση και τα ξενοφοβικά ή συντηρητικά αντανακλαστικά μεγάλου μέρους του πληθυσμού. Η αφύπνιση γίνεται μόνο με βίαιους τρόπους, όταν ο κόσμος δει ότι δεν υπάρχει φρένο.

Με αφορμή τη συζήτηση για το «αναπτυξιακό» τέθηκε το ζήτημα, και από τον Αλέξη Τσίπρα στη Βουλή, ότι αυτό συνιστά μία στιγμή όπου η κυβερνώσα δεξιά θα αντιμετωπίζεται, πλέον, διαφορετικά, πιο δυναμικά. Τι πιστεύεις εσύ;

Η ΝΔ ήταν υπεύθυνη για την πορεία της Ελλάδας από το 2004 έως το ξέσπασμα της κρίσης. Έβλεπε την Ελλάδα να χρεοκοπεί και δεν έκανε τίποτε. Τώρα, το 2019, επισημοποιεί και σφραγίζει αυτό που συνέβη με τα μνημόνια, δηλαδή την τερατώδη εσωτερική υποτίμηση και την έκρηξη των ανισοτήτων. Τα κάνει τρόπο πορείας για την ελληνική κοινωνία και οικονομία: ανισότητες, συμπίεση έως καταστροφή των μεσαίων στρωμάτων, χωρίς σχέδιο για νέο παραγωγικό μοντέλο. Δεν μιλά ούτε για βελτίωση της ενδογενούς παραγωγικότητας, ούτε για αναβάθμιση της χώρας στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας, πράγμα που είναι ασφαλώς το πιο δύσκολο αλλά και το πιο σημαντικό.

Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, εδώ, έκανε μερικά πράγματα, ό,τι κριτική και αν της ασκήσει κανείς. Θα σημειώσω δύο θέματα. Πρώτον, στον τομέα της έρευνας, υπό τον Κώστα Φωτάκη, και τη σύνδεσή της με την παραγωγή: έδωσε κίνητρα για αναβάθμιση της έρευνας και της ανάπτυξης (R & D) σε ολόκληρο τον παραγωγικό τομέα. Το κράτος προχώρησε μπροστά, επένδυσε και παρέσυρε και τον ιδιωτικό τομέα. Κι έτσι μπήκε στον ευρωπαϊκό χάρτη, πριν είμαστε απελπιστικά σ’ αυτό τον τομέα· τα γράφουν τα δελτία του ΣΕΒ αυτά. Δεύτερον, κατήρτισε ένα στρατηγικό σχέδιο για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Το θεωρητικό και πρακτικό σχήμα του Λόη Λαμπριανίδη, από το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, είναι το μοναδικό κείμενο που παράχθηκε στην Ελλάδα στην περίοδο της κρίσης σε σχέση με το τι παραγωγικό υπόδειγμα πρέπει να ακολουθήσουμε και πώς μπορούμε να το επιτύχουμε.
Η Δεξιά, αυτή τη στιγμή, δεν έχει κανένα σχέδιο και ούτε θα κάνει, πλην του πολύ απλού και ωμού: θα επιδοτήσει τις δικές της οικογένειες και τα δικά της παιδιά για τη νομή του κράτους και της οικονομίας και θα αφήσει στα βάραθρα της κρίσης όλο τον υπόλοιπο πληθυσμό, περίπου το 95%.

«Βρώμικη» ανάπτυξη

Προεκλογικά, η ΝΔ έλεγε ότι αυτή μπορεί, θα προτάξει τον ιδιωτικό τομέα, θα φέρει επενδύσεις και έτσι θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας. Αυτό πέρασε έως ένα βαθμό. Τώρα για να το επιτύχει δεν διστάζει μπροστά σε τίποτα. Μπορεί να το πετύχει;

Όχι. Αυτό που προσπαθεί να κάνει είναι μια, θα λέγαμε, γρήγορη και «βρώμικη» ανάπτυξη με κάποιες επενδύσεις ― κι αν γίνουν κι αυτές γιατί, όπως είδαμε και στο Ελληνικό, αυτό το φαστ τρακ δεν τραβάει. Δεν υπολογίζει ούτε περιβαλλοντικό κόστος, το οποίο θα δεσπόσει στην κοινωνική και πολιτική ατζέντα του 21ου αιώνα, ούτε κοινωνικό κόστος το οποίο επίσης δεσπόζει: βλέπουμε σ’ όλο τον κόσμο μια σύγκρουση των δυνάμεων της εργασίας και των καταστρεφόμενων μεσαίων στρωμάτων με το δόγμα του μισάνθρωπου νεοφιλελευθερισμού. Το όπλο που έχει για να επιτύχει αυτή τη βρώμικη, «γρήγορη» ανάπτυξη προς όφελος των ολίγων και σε βάρος των πολλών είναι ένας ευρύτατος και προς το παρόν αποτελεσματικός μηχανισμός προπαγάνδας. Δηλαδή, στηριζόμενη πάνω στην κόπωση και τα ξενοφοβικά ή συντηρητικά αντανακλαστικά μεγάλου μέρους του πληθυσμού, τροφοδοτεί αντιπαραθέσεις και μικροσυγκρούσεις επί του συμβολικού και της κοινωνικής ψυχολογίας. Προς το παρόν φαίνεται να υπερέχει, επειδή έχει όλο το μιντιακό σύστημα μαζί της.

Η κοινωνία δεν θα αρχίσει ν’ αλλάζει στάση απέναντί της; Στη Βουλή ακούστηκαν πολλά πράγματα και από ολόκληρη σχεδόν την αντιπολίτευση. Ότι ψηφίστηκε ένα ακόμη μνημόνιο.

Η κοινωνία δεν μεταπείθεται με τα διαμειβόμενα στη Βουλή, αν δεν αντανακλούν μια κοινωνική και υλική πραγματικότητα, αν δεν ενοφθαλμιστούν στην καθημερινότητα. Η κοινωνία, βέβαια, φάνηκε να καταλαβαίνει τι μπορεί να σημαίνει Δεξιά, μεταξύ ευρωεκλογών και εθνικών εκλογών, από το 24% στο 32%. Η αφύπνιση γίνεται μόνο με βίαιους τρόπους: Όταν ο κόσμος δει ότι δεν υπάρχει υπεράσπιση των αδυνάτων, ότι δεν υπάρχει φρένο, ότι είναι κούφιος λόγος η περίφημη υπεράσπιση των μεσαίων στρωμάτων.

Φτιάχνεται μια αίσθηση συνανήκειν

Υπάρχει και η άλλη πλευρά της πολιτικής της κυβέρνησης. Είναι οι αντιθεσμικές ενέργειές της, ο αυταρχισμός, η καταστολή.

Η ΝΔ δεν σέβεται καν τις δικές της επαγγελίες. Για τρία χρόνια κατηγορούσε τον ΣΥΡΙΖΑ ότι φτιάχνει στρατούς μετακλητών. Δεν απάντησε ο ΣΥΡΙΖΑ, δυστυχώς, όπως έπρεπε, με συγκεκριμένα στοιχεία, με ΦΕΚ διορισμών. Θα βλέπαμε, πχ, ότι ένας υπουργός της ΝΔ επί κρίσης είχε 30 – 33 μετακλητούς, έναντι 7 ή 10 των δικών μας υπουργών. Τώρα, έχουν πολιτικούς διευθυντές και μετακλητούς οι Γενικοί Γραμματείς. Οι δικοί μας γενικοί δεν είχαν καν υπηρεσιακό αυτοκίνητο. Τώρα έχουμε έναν καινούργιο στρατό μετακλητών, γύρω από την προεδρία της κυβέρνησης, για τον οποίο δεν γνωρίζουμε αναλυτικά το κόστος. Έχει υπολογιστεί ότι το επιπλέον κόστος είναι 40 εκατομμύρια. Η ΝΔ είναι εντελώς ασυνεπής σε όσα έλεγε ως αντιπολίτευση, σε πολλά πεδία, αλλά είναι απενοχοποιημένη και κυνική, ξέρει ότι η κριτική που θα υποστεί θα είναι έως και μηδενική σε επίπεδο μαζικής διαμόρφωσης της κοινής γνώμης, και δεν τη νοιάζει.

Δεν καταγράφονται, νομίζεις, όλα αυτά στα μυαλά του κόσμου, ενός τμήματος που παρακολουθεί πιο σοβαρά όλα αυτά;

Τα ζητήματα θεσμικής τάξης και ιδεολογίας, που προκύπτουν από τη συμπεριφορά της κυβερνώσας ελίτ έχουν πολύ μικρότερη επίδραση στη διαμόρφωση της εκλογικής-πολιτικής συμπεριφοράς απ’ όσο έχουν τα ζητήματα που αφορούν τον σκληρό πυρήνα διαβίωσης και επιβίωσης, αυτά που επηρεάζουν τους υλικούς όρους αναπαραγωγής της κοινωνίας. Έχει τραυματισθεί καίρια το πλαίσιο όρων αναπαραγωγής της κοινωνίας. Πώς οι νέοι άνθρωποι θα βρουν μια δουλειά, θα κτίσουν ένα σπιτικό, θα φτιάξουν ένα σχέδιο για τη ζωή τους, θα παραβούν το σχέδιο και θα ονειρευτούν αλλιώς; κτλ. Ό,τι χαρακτηρίζει, δηλαδή, τη μεταπολεμική Ευρώπη και Ελλάδα και εναργέστατα τη μεταπολιτευτική. Μπορούσες να φανταστείς το μέλλον σου και να τολμήσεις να το πετύχεις, ν’ αλλάξεις τη ζωή σου. Αυτό τώρα δεν υπάρχει. Ο κόσμος, λοιπόν, τη συμπεριφορά του την καθορίζει, εκλογικά και πολιτικά, αν δει ότι αυτοί οι όροι αναπαραγωγής και ονείρου και βελτίωσης της ζωής κάπως ικανοποιούνται. Το θεσμικό και ιδεολογικό, το οποίο παίρνει για μας τους αριστερούς κορυφαία θέση, δεν έχει ακριβώς το ίδιο βάρος για τον πολύ κόσμο. Και εδώ μπαίνουμε σε άλλα ζητήματα, ας πούμε μεταδημοκρατίας, η οποία ορίζεται από τη γενική υλική συνθήκη που είναι αδήριτη για όλους αλλά και από το φαντασιακό και από το συναίσθημα. Φαντασιακά φτιάχνεται μια αίσθηση συνανήκειν: ένας μπλοκάκιας των δέκα χιλιάδων ευρώ ετησίως θεωρεί ότι είναι μεσαία τάξη, όπως και το στέλεχος των 50-60 χιλιάδων ευρώ. Στο συναίσθημα μπορεί η δεξιά με κατάλληλη ρητορική να χειριστεί την απογοήτευση, την ανασφάλεια, τη φτώχεια, το φάσμα της ανάγκης, και να τα κάνει κατευθυνόμενο μίσος προς εξωτερικούς εχθρούς, υπαρκτούς ή επινοημένους, να τα κάνει εξωστρεφή επιθετικότητα. Είναι ένας μηχανισμός που τον είδαμε να λειτουργεί στις νεωτερικές κοινωνίες, τον 20ό αιώνα. Όπως στον μεσοπόλεμο, έτσι και τώρα πολύς κόσμος στρέφεται προς την ακροδεξιά. Συμβαίνει σ’ όλη την Ευρώπη, γιατί η Ελλάδα θα ήταν εξαίρεση; Το φωτεινό διάλειμμα μιας αριστερής διακυβέρνησης δεν αρκεί για να αλλάξει αυτόχρημα και τις συνειδήσεις, αλλά αυτό ακριβώς είναι και το καθήκον μας, να δουλέψουμε γι’ αυτό.

Σε νάρκωση

Στην Ελλάδα, η ροπή προς την ακροδεξιά εκφράζεται και μέσα στη ΝΔ;

Ακόμη και μετριοπαθείς δεξιοί επαίρονται ότι χωρίς έναν κάποιο ακραίο λόγο δεν θα συγκρατήσουν τους ακραίους και θα πάνε προς Χρυσή Αυγή κτλ. Η δεξιά συνοικεί με τον ακροδεξιό γείτονα στη δεξιά πολυκατοικία, αυτό είναι το σχήμα. Έτσι κατασκευάστηκε ο ΛΑΟΣ και χρησιμοποιήθηκε, τότε, σαν λαγός, εν συνεχεία αφομοιώθηκε, και νομίζω ότι επαναλαμβάνεται η πρακτική του λαγού.

Σε κρίσιμα ζητήματα, στα οποία η ΝΔ ως κυβέρνηση άλλαξε γραμμή, πχ Μακεδονικό, προσφυγικό, κ.ά. καταγράφονται δυο γραμμές. Ακόμη και στην καταστολή κάποιοι θεωρούν χλιαρή την εφαρμογή του νόμου και της τάξης. Δεν είναι, προοπτικά, μια δύσκολη ισορροπία για τον Κ. Μητσοτάκη;

Ο φιλελευθερισμός, εκλογικά ασήμαντος στην Ελλάδα, αλλά επικαλούμενος ενίοτε από τη ΝΔ, τώρα είναι σε νάρκωση. Ναρκωμένη είναι και η κεντροδεξιά παράδοση που έκτισε ο Κώστας Καραμανλής και οι συν αυτώ, δηλαδή, το στίγμα διακυβέρνησης, ως λόγος και λειτουργία, που δόθηκε μετά τη μακρά παντοδυναμία του ΠΑΣΟΚ. Από το 2004 έως το 2009 η διακυβέρνηση είχε χαρακτήρα λαϊκής δεξιάς και κεντρώου ΠΑΣΟΚ, κατά την πολιτική εκφορά. Αυτή η παράδοση έχει παραμερισθεί. Η ΝΔ έχει επιμολυνθεί βαθιά από τη λαϊκίστικη ακροδεξιά του ΛΑΟΣ. Διατρέχεται, ταυτόχρονα, και από έναν σκληρό, ωμό νεοφιλελευθερισμό, ο οποίος όμως έχει ανάγκη τον σκληρό αυταρχισμό για να επιβληθεί, διότι ιδεολογικά πια ο νεοφιλελευθερισμός αμφισβητείται. Αυτό θα είναι το όριο, το φράγμα, αυτά θα βρει μπροστά του ο Μητσοτάκης. Του έχουν φτιάξει ένα προφίλ ότι είναι μετριοπαθής και φιλελεύθερος· δεν μπορεί να είναι όμως υπό τον πολιτικό συσχετισμό που κυριαρχεί στη ΝΔ. Δεν θα μπορέσει να πλησιάσει, ενώ θα το ήθελε, να είναι νεοφιλελεύθερος με κεντρώο προφίλ όπως, πχ, ο Μακρόν. Τον τραβούν προς τον ΛΑΟΣ, προς τον Όρμπαν.

Διότι η Δεξιά δομείται πολιτικά γύρω από πολιτικές βαρονίες και φεουδάρχες του πλούτου. Κάθε βαρόνος, που κουβαλά 30, 40 και 50 χιλιάδες ψήφους θέλει να είναι υπουργός, να νέμεται την πίτα της εξουσίας. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, που είναι εξαιρετικά πολυπληθής και χαρακτηρίζεται από τον ασφυκτικό έλεγχο του ίδιου του Κ. Μητσοτάκη με δικά του εξωκοινοβουλευτικά πρόσωπα, πόσο μπορεί να περπατήσει όταν χρειάζεται και τους μαχητές στα κανάλια και τους μαχητές και ψηφοδότες στη Βουλή; Έχει να ισορροπήσει σε δυο συστήματα: των βαρόνων, οι οποίοι διεκδικούν εύλογα μερίδια εξουσίας, και των εγχώριων ολιγαρχών οι οποίοι είναι μαθημένοι να προσπορίζονται πλούτο νεμόμενοι το κράτος ― άρα είναι πολύ περιορισμένη η εξουσία του πρωθυπουργού. Για τους δεύτερους, τις δέκα οικογένειες που κυβερνούν την Ελλάδα είδαμε πρόσφατα και το non paper του πρώην υπουργού Χαρδούβελη, αλλά φωτογραφίζονται εναργέστατα και στις διατάξεις των κυβερνητικών νομοσχεδίων.

Συνεισφέραμε στο αντιαριστερό μέτωπο

Το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο συνεχίζει και τώρα, με την ίδια θέρμη;

Η υπερδόση προπαγάνδας, που είχαμε όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν κυβέρνηση, δεν μπορεί να είναι τώρα ίδια. Δεν θα ακούει ο κόσμος αυτό που του λένε. Λέει εσύ κυβερνάς τώρα, δείξε μου τι κάνεις εσύ, τι μας λες για τον ΣΥΡΙΖΑ. Να προσθέσουμε όμως ότι το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, το ενάντιο στη δημοκρατική παράταξη, ικανοποίησε τον δεξιό αλλά το καλό φαγητό στην αντι-ΣΥΡΙΖΑ ιδεολογία το πρόσφεραν οι πρώην ΚΚΕ εσωτερικού και οι πρώην αριστεροί, αυτοί ήταν οι πιο σκληροί αντι-ΣΥΡΙΖΑ. Αυτοί ξέρουν να μιλήσουν.

Αλλά και με έκδηλα τα σημάδια της εμμονής …

Πρώτον, είναι εμμονικοί, δεύτερον, δεν έχουν λαϊκά χαρακτηριστικά στο λόγο τους και τρίτον, η επιρροή τους, είναι εσβεσμένος φανός. Άναψε όσο άναψε προς όφελος της δεξιάς. Τώρα κινούνται στη σφαίρα της προσωπικής επαλήθευσης, προσπαθούν να βρουν λόγους ύπαρξης.

Από την πλευρά μας συνεισφέραμε σ’ αυτό το μέτωπο;

Ο ΣΥΡΙΖΑ, η Αριστερά άφησε χώρο σ’ όλους αυτούς διότι δεν εξέφρασε λυσιτελώς και με δημιουργικό και με φλογερό τρόπο τον κοινωνικό και πολιτικό φιλελευθερισμό και διότι σε μερικές περιπτώσεις έδειξε μεταρρυθμιστική ατολμία. Συνεισφέραμε, λοιπόν στο αντισύριζα, αντιαριστερό μέτωπο. Η δική μου ανάγνωση του μοντέρνου ΣΥΡΙΖΑ, μετά το 2005 – 2006, είναι ότι με τις αδυναμίες του παίρνει την κληρονομιά της αντιπαγκοσμιοποιητικής αριστεράς από τα κινήματα, τα οποία έχουν κι αυτά τις αδυναμίες τους, κι επίσης παίρνει και ενσωματώνει την παράδοση του κοινωνικού και πολιτικού φιλελευθερισμού. Δεν υπήρχε αυτή η παράδοση στην εγχώρια συντηρητική παράταξη, η Αριστερά την είχε: δικαιώματα, ελευθερίες, όλα αυτά είναι στην ατζέντα της Αριστεράς. Δεν κατόρθωσε όμως να την κάνει εθνικό λόγο, που να αφορά τον πολύ κόσμο, την κράτησε σ΄ ένα πιο αριστερίστικο λεξιλόγιο. Έλεγε απολύτως σωστά, δίκαια πράγματα πάνω στις θεμελιώδεις ορίζουσες της νεωτερικότητας, της Γαλλικής Επανάστασης, της Ευρωπαϊκής χάρτας ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του ΟΗΕ, των δημοκρατικών και κοινοτικών παραδόσεων του ελληνικού λαού, αλλά τα έλεγε με έναν τρόπο ακαταλαβίστικο, αριστερίστικο, ξύλινο, όχι ουσιωδώς αριστερό-λαϊκό. Και πάνω σ’ αυτό την αδυναμία λόγου, όχι ουσίας, και με αφορμή ατυχείς προσωπικές συμπεριφορές ή συμπτώματα καθεστωτισμού, βγήκαν οι ακραιοκεντρώοι και πρώην αριστεροί για να κατηγορήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ στο κεντρώο κοινό. Αυτό ήταν και παραμένει θέμα πολιτικής στρατηγικής και επικοινωνίας για την Αριστερά.

Ο λόγος της Αριστεράς, που θέλει να κυβερνήσει, πρέπει να είναι μαζικός, λαϊκός και οικουμενικός. Τα μεγάλα ζητήματα που απασχολούν τις κοινωνίες σήμερα είναι η έκρηξη των ανισοτήτων, που είναι δομικό ζήτημα, δεύτερον πώς απαντάς στις μεταναστευτικές-προσφυγικές ροές με λόγο αναλυτικό, βαθύ, με σοβαρότητα και πρακτική συνέπεια και, τρίτο, δομικό, πώς φτιάχνεις ένα μοντέλο συμβίωσης του ανθρώπου με τη φύση, όχι υποταγής της φύσης. Και τα τρία αυτά μπορεί να δώσουν απολήξεις αντιδραστικές, σκληρές, να ξυπνήσουν αταβιστικά αντανακλαστικά που τα είδαμε να σφραγίζουν αιματηρά τον 20ό αιώνα. Σ’ αυτά τα ζητήματα ο λόγος του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να είναι μεταρρυθμιστικός και σαφής, τολμηρός, να καταλαβαίνει ο κόσμος ότι αυτά είναι η ζωή του, ότι ο νεοφιλελευθερισμός απειλεί και τους ανθρώπους και το πλανητικό οικοσύστημα. Οι εχθροί του δεν είναι οι κατατρεγμένοι, που κτυπούν την πόρτα στα σύνορα με το Αιγαίο ή τη Λιβύη ή το Μεξικό. Εχθροί του είναι αυτοί που οδήγησαν τις χώρες αυτές στην εξαθλίωση και τον τρόμο.

Ειδικά για το προσφυγικό, όσον αφορά την ΕΕ είδαμε στην πολιτική της να περνά η ατζέντα των ανιδραστικών κυβερνήσεων του Βίζεγκραντ. Αυτή η Ευρώπη παράγει μια πολιτική της αδράνειας και της υποκρισίας, και αυτό πρέπει να συζητιέται στην Αριστερά. Η Ευρώπη δεν είναι αυτοχρήμα λυτρωτική ούτε αυτοχρήμα κακή. Μπορείς να διεκδικήσεις πράγματα εντός της. Αλλά πρέπει συνεχώς να γνωρίζεις τα όριά της και διαρκώς να προσπαθείς να τα διευρύνεις.

Υποτιμήσαμε τη δύναμη της προπαγάνδας

Η μιντιακή παντοκρατορία δεν είναι παντοτινή

Αναφέρθηκες στην αρχή για τη συνεισφορά των ΜΜΕ στην εξουσία της κυβέρνησης. Νομίζω ό,τι συμβαίνει σήμερα, υπερβαίνει παρασάγγας ανάλογες εποχές. Πώς το χαρακτηρίζεις εσύ;

Καταρχάς, εμείς υποτιμήσαμε, ως Αριστερά, τη δύναμη της αποδόμησης προσωπικοτήτων, της προπαγάνδας, των ψεμάτων, όταν θα έπρεπε να κτίζουμε μια άλλη επικοινωνία σε εθνικό κοινωνικό επίπεδο. Η κοινωνία θέλει και αλήθειες ― δεν τις αντέχει όλες, αλλά θέλει ειλικρίνεια. Υποτιμήσαμε, λοιπόν, τον αντίπαλο. Η δεξιά, μετά το σοκ του 2015 ανασυντάσσεται. Έχει πρόεδρο και του φτιάχνει προφίλ. Τον τελευταίο χρόνο, στην πορεία προς τις εκλογές, προσέλαβαν συμβούλους επικοινωνίας με διεθνή εμπειρία, οι οποία έφτιαξαν εικόνα για τον Κ. Μητσοτάκη. Διάβασαν το τοπίο: απέναντι σε έναν Τσίπρα που είχε ένα ειδικό γκελ στον πολύ κόσμο, έπρεπε να φτιάξουν ένα πρόσωπο που να έχει κι αυτό κάποιο γκελ. Ο Κ. Μητσοτάκης ήταν άνθρωπος του πολιτικού θερμοκηπίου έως τότε, ένας δυναστικός γόνος. Του έφτιαξαν προφίλ άριστου βιογραφικού, γόη, οικογενειάρχη, ερωτευμένου με τη σύζυγό του, ζηλευτού πλουσιόπαιδου κοκ.

Το δεύτερο στοιχείο ήταν η αποδόμηση του αντιπάλου. Εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ εφαρμόστηκε η τακτική να διαστρέφονται οι βασικές του θέσεις, να υπερμεγεθύνονται κάποια ολισθήματα ή ατοπήματα, και κυρίως να αποδομούνται πρόσωπα, ιδίως ο Αλεξης Τσίπρας. Όχι πολιτικά, προσωπικά. Η αποδόμηση έγινε με τεράστια συνέπεια και σφοδρότητα από το καλοκαίρι του 2018 έως τις εκλογές. Περικύκλωσαν και κτύπησαν το περιβάλλον του, δεν έγινε κανένας ιδεολογικός αγώνας. Το μόνο που έλεγαν είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ιδεοληψίες, δεν μίλησαν ποτέ για μετρούμενα αποτελέσματα, για διαχείριση, για οικονομικά μεγέθη κτλ. Επέμεναν μόνο στο συμβολικό και στην αποδόμηση προσώπων. Και εδώ εμείς φανήκαμε ανέτοιμοι, ως αριστεροί, δημοκράτες, ανέτοιμοι να δούμε τους αλγόριθμους του Τραμπ, τους αλγόριθμους μίσους που ανέπτυσσαν με επαγγελματική συνέπεια και ζήλο.

Θα διαρκέσει;

Έχει ξανασυμβεί να έχεις στο πλευρό σου μια μιντιακή παντοκρατορία και να στρέφεται τελικά εναντίον σου. Στράφηκαν εναντίον του Κων/νου Μητσοτάκη το 1992, αφού πρώτα κανιβάλησαν τον Ανδρέα Παπανδρέου ― το ίδιο σύστημα. Έχει συμβεί να νικήσει αυτή την παντοκρατορία ο Ανδρέας Παπανδρέου, να επιτεθούν εναντίον του Κώστα Καραμανλή και αυτός να επιβιώσει, αλλά και στον Γιώργο Παπανδρέου και να επιβιώσει, όσο επιβίωσε. Το ίδιο έχει συμβεί τώρα με τον Αλέξη Τσίπρα και την Αριστερά. Η μιντιακή παντοκρατορία δεν είναι παντοτινή. Τα συμφέροντα και τα συστήματα μετακινούνται, αλλάζουν. Όσο είναι ικανοποιημένα από κάποιες διανομές, θα είναι εκεί.

πηγή: Εποχή

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα