Κορωνοϊός: Η βρετανική μετάλλαξη αγγίζει το 100% στη Θεσσαλονίκη

Σχεδόν καθολική είναι η επικράτηση του βρετανικού στελέχους κορονοϊού στη Θεσσαλονίκη έπειτα από την πρώτη εβδομάδα του Μαρτίου, όπως δείχνουν οι αναλύσεις του ιικού φορτίου στα λύματα της πόλης.

διάγραμμα λύματα Θεσσαλονίκης

Η εξέλιξη αυτή διαφάνηκε από τον Φεβρουάριο, όπου από 5-11/2 το βρετανικό στέλεχος ανιχνεύεται στο επίπεδο 38% και στις επόμενες αναλύσεις από 12-18/2 φτάνει στο 64%, για να ανέλθει στο επίπεδο του 83% το διάστημα 19-25/2 στη Θεσσαλονίκη.

«Παγκόσμια ελληνική πρωτοπορία»

Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Παπαϊωάννου επισήμανε πως «η ανάλυση των λυμάτων είναι πλέον στο επίκεντρο των συζητήσεων της ΕΕ ως ένα ισχυρό εργαλείο επιδημιολογικής επιτήρησης για την προστασία της δημόσιας υγείας».

«Η ανάλυση NGS (σ.σ. αλληλούχηση του DNA Επόμενης Γενιάς) των λυμάτων, λόγω της μεγάλης κάλυψης αλληλούχησης, έχει διακριτική ικανότητα να εντοπίζει και να ποσοτικοποιεί χαρακτηρισμένα στελέχη ειδικού ενδιαφέροντος (Variants οf Concern – VOC / Variants οf Interest – VOI), καθώς και νέες αναδυόμενες μεταλλάξεις ακόμη και κάτω του 1%, να παρακολουθεί χρονικά την εξέλιξή τους και συνεπώς να αναδεικνύει εγκαίρως την διασπορά νέων αναδυόμενων στελεχών», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο αναπληρωτής διευθυντής Ινστιτούτου Εφαρμοσμένων Βιοεπιστημών (ΕΚΕΤΑ), Αναγνώστης Αργυρίου.

«Η μεθοδολογία που αναπτύχθηκε από το ΕΚΕΤΑ και το ΑΠΘ έχει κινήσει το ενδιαφέρον άλλων χωρών, όπως της Μεγάλης Βρετανίας και των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής, που ζητούν περισσότερες πληροφορίες και συνεργασία. Αυτή τη στιγμή η μεθοδολογία ανάλυσης που αναπτύχθηκε στην Θεσσαλονίκη αποτελεί μία από τις πρώτες σε παγκόσμιο επίπεδο», υπογράμμισε.

«Εργαλείο εντοπισμού εισερχόμενων μεταλλάξεων την τουριστική περίοδο»

Μέσα από τη μεθοδολογία που ανέπτυξαν οι ερευνητές του ΑΠΘ και του ΕΚΕΤΑ θέτουν στη διάθεση της Πολιτείας ένα χρήσιμο εργαλείο για την επιτήρηση των τουριστικών περιοχών, ιδιαίτερα με την έναρξη της τουριστικής περιόδου, καθώς η εισαγωγή νέων μεταλλάξεων μπορεί να ανιχνεύεται στα λύματα γρήγορα, εξασφαλίζοντας χρονικά περιθώρια αντίδρασης από δημόσιες Αρχές.

Σχετικά με τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της μεθοδολογίας, ο καθηγητής Χημείας του ΑΠΘ, καθηγητής Θοδωρής Καραπάντσιος εξήγησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Η ανίχνευση μεταλλάξεων στα λύματα μιας πόλης επιτρέπει την επιτήρηση του SARS-CoV-2 στο σύνολο του πληθυσμού με λίγες μόνο δειγματοληψίες. Παρότι δεν μπορεί να αντικαταστήσει την κλινική επιτήρηση των γονιδιωμάτων του SARS-CoV-2 μπορεί να λειτουργήσει επικουρικά για να κατευθύνει την ανάλυση σε κλινικά δείγματα ανά περιοχές υγειονομικού ενδιαφέροντος. Για παράδειγμα, εάν σε μία περιοχή βλέπουμε από τα λύματα ένα μόνο στέλεχος, δεν υπάρχει λόγος να αλληλουχούμε πολλά δείγματα από την περιοχή αυτή, σε αντίθεση με μία άλλη, όπου βλέπουμε περισσότερα ή νέα στελέχη να εξελίσσονται».

«Η ανάδυση του ινδικού στελέχους στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος»

Σε ό,τι αφορά την πρόοδο της έρευνας, ο αν. καθηγητής Μοριακής Μικροβιολογίας στο Διαγνωστικό Εργαστήριο Κλινικών του Τμήματος Κτηνιατρικής του ΑΠΘ, Χρυσόστομος Δόβας δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «στο άμεσο μέλλον, με την πρόοδο των εμβολιασμών, η ανάλυση των λυμάτων με NGS θα μπορεί να δώσει εγκαίρως επιπλέον πληροφορίες για τα αναδυόμενα ιικά στελέχη με μεταλλάξεις διαφυγής της ανοσίας».

«Τα νέα αυτά στελέχη είναι δυνατό να εντοπισθούν σε ασυμπτωματικά άτομα, τα οποία είναι είτε εμβολιασμένα είτε έχουν φυσική ανοσία έναντι του ιού. Έτσι θα είναι δυνατό να λαμβάνονται σε τοπικό επίπεδο άμεσα μέτρα, ώστε να αντιμετωπισθεί ο κίνδυνος ανεξέλεγκτης διασποράς τους. Η ανάδυση του ινδικού στελέχους ειδικού ενδιαφέροντος Β.1.617 είναι ένα τέτοιο παράδειγμα δυνητικού κινδύνου και θα μπορέσουμε να το εντοπίσουμε εάν εμφανισθεί», διευκρίνισε.

Ερωτηθείσα σχετικά με τη διαδικασία ανίχνευσης των μεταλλάξεων, η Δρ. Μαρία Πεταλά, επικεφαλής της ομάδας υποδοχής των λυμάτων στο ΑΠΘ, στο Εργαστήριο Τεχνικής και Σχεδιασμού Περιβάλλοντος του Tμήματος Πολιτικών Μηχανικών απάντησε: «Τα δείγματα που προορίζονται για την ανίχνευση των μεταλλάξεων τα διαχειριζόμαστε με ειδικές αναλυτικές μεθοδολογίες, ώστε το τελικό δείγμα να περιέχει κατ’ αρχήν υψηλή περιεκτικότητα σε γονιδιωματικά αντίγραφα του ιού SARS-CoV-2. Οι τεχνικές αυτές ελαχιστοποιούν τη μεταβλητότητα μεταξύ των κλασμάτων που υπόκεινται σε μικροδιήθηση, όπως προκύπτει από τις φυσικές και χημικές παραμέτρους που παρακολουθούνται στο εργαστήριο και συμβάλλουν καθοριστικά στην ενίσχυση του βαθμού προσυγκέντρωσης κατά περίπου έναν λογάριθμο, ο οποίος απαιτείται για την αλληλούχηση».

Τάση αποκλιμάκωσης των εισαγωγών στα νοσοκομεία στη Θεσσαλονίκη

Αναφορικά με τις επιπτώσεις από την επικράτηση του βρετανικού στελέχους στην πίεση που υφίσταται το δημόσιο σύστημα υγείας και τα νοσοκομεία σημαντικός αποδεικνύεται ο ρόλος των εμβολίων και της κάλυψης που παρέχουν.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα