Δεν υπάρχει επείγουσα ανάγκη χορήγησης αναμνηστικών δόσεων εμβολίων κατά του κορωνοϊού σε πλήρως εμβολιασμένα άτομα στο γενικό πληθυσμό, σύμφωνα με έκθεση που εκδόθηκε σήμερα Τετάρτη (1/9) από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων (ECDC).
Η έκθεση σημειώνει επίσης ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη επιπλέον δόσεις για άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα ως μέρος του εμβολιασμού τους, εάν δεν επιτύχουν επαρκές επίπεδο προστασίας από τις δύο πρώτες δόσεις εμβολίου.
Τα στοιχεία που βασίζονται στην αποτελεσματικότητα του εμβολίου και τη διάρκεια της προστασίας δείχνουν ότι όλα τα εμβόλια που έχουν εγκριθεί στην ΕΕ προστατεύουν προς το παρόν ιδιαίτερα έναντι νοσηλείας, σοβαρής ασθένειας και θανάτων που σχετίζονται με τον COVID-19, ενώ περίπου ένας στους τρεις ενήλικες στην ΕΕ άνω των 18 ετών δεν είναι ακόμη πλήρως εμβολιασμένος.
Υπό αυτές τις συνθήκες, αναφέρεται στην έκθεση, η προτεραιότητα πρέπει τώρα να είναι ο εμβολιασμός όλων εκείνων των ατόμων που δεν έχουν ολοκληρώσει ακόμη τον εμβολιασμό τους και με τις δύο δόσεις.
Συμπληρωματικά στις προσπάθειες εμβολιασμού, είναι επίσης ζωτικής σημασίας η συνέχιση της εφαρμογής μέτρων όπως η φυσική απόσταση και η υγιεινή των χεριών καθώς και η χρήση μάσκας προσώπου όπου απαιτείται, ιδίως σε χώρους υψηλού κινδύνου, όπως νοσοκομεία, σημειώνει ο ECDC.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση, είναι σημαντικό να γίνει διάκριση μεταξύ αναμνηστικών δόσεων για άτομα με φυσιολογικό ανοσοποιητικό σύστημα και πρόσθετων δόσεων για άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα.
Ορισμένες μελέτες αναφέρουν ότι μια επιπλέον δόση εμβολίου μπορεί να βελτιώσει την ανοσολογική απόκριση σε ανοσοκατεσταλμένα άτομα, όπως σε άτομα που έχουν κάνει μεταμόσχευση οργάνων. Σε τέτοιες περιπτώσεις, η χορήγηση πρόσθετης δόσης εμβολίου θα πρέπει ήδη να εξετάζεται.
Θα μπορούσε επίσης να εξεταστεί η παροχή πρόσθετης δόσης, ως προληπτικό μέτρο, σε ηλικιωμένους ασθενείς, ιδιαίτερα σε εκείνους που ζουν σε οίκους ευγηρίας.
Ο τρόπος εμβολιασμού υπόκειται στις κατά τόπους αρμόδιες αρχές για την ανοσοποίηση που καθοδηγούν τις εκστρατείες εμβολιασμού σε κάθε κράτος μέλος της ΕΕ. Αυτά τα όργανα μπορούν να λάβουν υπόψη τους τις τοπικές συνθήκες, συμπεριλαμβανομένης της εξάπλωσης του ιού (ειδικά τυχόν παραλλαγές που προκαλούν ανησυχία), τη διαθεσιμότητα εμβολίων και τις δυνατότητες των εθνικών συστημάτων υγείας.
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι θα πρέπει να συνεχιστεί η στενή παρακολούθηση των δεδομένων αποτελεσματικότητας των εμβολίων, ιδιαίτερα μεταξύ των ευάλωτων ομάδων που κινδυνεύουν από σοβαρή λοίμωξη.
Στο μεταξύ, τα κράτη μέλη πρέπει να προετοιμαστούν για πιθανές προσαρμογές των προγραμμάτων εμβολιασμού τους, εάν σημειωθεί σημαντική μείωση της αποτελεσματικότητας του εμβολίου σε μία ή περισσότερες ομάδες πληθυσμού, αναφέρει ο ECDC.