ΗΠΑ vs Kίνα: Το γεωπολιτικό μπρα ντε φερ με ψυχροπολεμικό αποτύπωμα

Ο Χένρι Κίσινγκερ, αυτός ο αμφιλεγόμενος αλλά και σημαντικός «παίκτης» στη γεωπολιτική σκηνή της δεκαετίας του 70’, ανησυχεί για τις ολοένα και κλιμακούμενες σχέσεις των ΗΠΑ με την Κίνα. Και μάλλον δικαίως το πράττει… Η αντιπαράθεση των δύο χωρών έχει ξεπεράσει προ πολλού τα στενά όρια της οικονομίας και έχει μετεξελιχθεί σ’ ένα γεωπολιτικό μπρα ντε φερ, με έντονο ψυχροπολεμικό αποτύπωμα.

Γράφει ο Νώντας Βλάχος

Η Κίνα αποτελεί ετούτη τη στιγμή το υπ’ αριθμόν ένα γεωπολιτικό αντίπαλο των ΗΠΑ. Ακμαία οικονομία που δεν λύγισε ούτε από την πανδημία, τεράστια τεχνολογική ανάπτυξη και παράλληλα ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις, χαρακτηρίζουν τον ασιατικό «γίγαντα», ο οποίος ενισχύει συνεχώς τη θέση του, ως πρωταγωνιστής, στην παγκόσμια σκηνή. Το Πεκίνο αφήνει πίσω του τα εσωστρεφή κατάλοιπα της παλιάς εποχής και πλασάρεται πλέον στη διεθνή κοινότητα ως ένας εκ των βασικών «παικτών». Διεκδικεί τον ρόλο του επικυρίαρχου, τουλάχιστον στη γεωπολιτική ζώνη του ενδιαφέροντός της (Νότια Σινική Θάλασσα και Ταϊβάν), στέλνοντας όμως το μήνυμα ότι σχεδιάζει να «απλώσει» κι αλλού την επιρροή του.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν επιτέθηκε ευθέως στη Ρωσία και δη στο Βλαντιμίρ Πούτιν, για λόγους που έχουν αναλυθεί και σχετίζονται κυρίως με την εμπλοκή-σύμφωνα με τους Δημοκρατικούς- του Κρεμλίνου στις εκλογές που ανέδειξαν νικητή τον Ντόναλντ Τραμπ και ηττημένη τη Χίλαρι Κλίντον. Ο νέος κάτοικος του Λευκού Οίκου, παρά τις κραυγές προς τη Μόσχα, γνωρίζει άριστα ότι η κύρια απειλή για τα αμερικανικά συμφέροντα, οικονομικά και εν γένει γεωπολιτικά, προέρχεται από την Κίνα.

Ο ασιατικός «γίγαντας» θέτει αν αμφιβόλω τα οικονομικά πρωτεία της Ουάσιγκτον σε παγκόσμια κλίμακα. Ήδη η κινεζική οικονομία «τρέχει» με καλύτερους ρυθμούς από την αντίστοιχη αμερικανική και η πλειονότητα των μακροοικονομικών στοιχείων ευνοούν το Πεκίνο. Σύμφωνα, μάλιστα, με πρόσφατη πρόβλεψη, το 2028 η Κίνα θα εκτοπίσει τις ΗΠΑ από τη θέση της μεγαλύτερης οικονομίας του κόσμου!

Οι Αμερικανοί έβλεπαν την οικονομική γιγάντωση της Κίνας να έρχεται, εις βάρος των δικών τους συμφερόντων, αλλά δεν κατάφεραν να την περιορίσουν. Ο Μπαράκ Ομπάμα κυρίως το επιχείρησε, χτυπώντας το κινεζικό νόμισμα γουάν στην ισοτιμία με το δολάριο, αλλά πέτυχε λίγα, όπως αντίστοιχα μικρής δυναμικής και αποτελεσματικότητας αποδείχθηκαν και οι επιθέσεις της κυβέρνησης Τραμπ προς κινεζικές εταιρείες κολοσσούς, όπως για παράδειγμα στη Huawei.

Αυτό που ανησυχεί ιδιαιτέρως την Ουάσιγκτον, είναι η εμπορική και εν γένει οικονομική αλληλοεξάρτηση που υπάρχει ανάμεσα στις δύο χώρες, με συνέπεια το εξής άκρως σημαντικό: η Κίνα κατέχει πάνω από ένα τρις. αμερικανικού χρέους, ενώ το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών φτάνει το μισό τρις. δολάρια.

Η μεγάλη κλιμάκωση, στην παρούσα (ιστορική φάση), αφορά στον οικονομικό ανταγωνισμό των δύο χωρών, και κυρίως στον τομέα της τεχνολογίας, εκεί όπου η Κίνα-μέσω των κραταιών τεχνολογικών εταιρειών-αποτελεί σημαίνοντα παράγοντα. Παράλληλα, όμως, η σύγκρουση επεκτείνεται στο γεωπολιτικό πεδίο και ειδικότερα στον Δυτικό Ειρηνικό, όπου αμφότερες ΗΠΑ και Κίνα, επιδιώκουν να εδραιώσουν τη σφαίρα επιρροής τους.

Ο Χένρι Κίσινγκερ, ο οποίος έζησε ως υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου με τη Ρωσία και αποτέλεσε τον αρχιτέκτονα της προσέγγισης της Ουάσιγκτον με την Κίνα του Μάο, υποστηρίζει ότι τωρινή σύγκρουση Δύσης-Ανατολής (ΗΠΑ-Κίνας), ελλοχεύει σημαντικούς κινδύνους. Και αυτό, όπως τονίζει, συμβαίνει διότι οι δύο χώρες συναγωνίζονται ευθέως για την οικονομική και τεχνολογική κυριαρχία, ενώ σε στρατιωτικό και εξοπλιστικό επίπεδο, βρίσκονται σε ανώτατο επίπεδο.

Εκρηκτικός συνδυασμός, χωρίς αμφιβολία, με τη διαφορά ότι οι ΗΠΑ και Κίνα, προς το παρόν ακολουθούν διαφορετικό «δόγμα» και προσανατολισμό σ’ ότι αφορά τη γεωστρατηγική τους τοποθέτηση. Η Ουάσιγκτον, με την κυβέρνηση Μπάιντεν, επιστρέφει στη γνωστή εξωστρεφή και παρεμβατική εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, οι οποίες επεμβαίνουν στρατιωτικά σε διάφορες περιοχές του πλανήτη και μέσω της ισχύος τους, επιβάλλουν τα αμερικανικά «θέλω» και συμφέροντα.

Η Κίνα, σε αντίθεση για παράδειγμα με τη Ρωσία η οποία το πράττει συστηματικά (πρόσφατα παραδείγματα η Κριμαία αλλά και Συρία), δεν παρεμβαίνει σε περιφερειακές συγκρούσεις, ούτε επιδεικνύει τη στρατιωτική της ισχύ μέσω συγκεκριμένων «χτυπημάτων». Αντιθέτως, διευρύνει τη γεωπολιτική της ατζέντα και προωθεί τα συμφέροντά της, χωρίς να λειτουργεί με μιλιταριστικούς όρους. Αυτό, βεβαίως, ισχύει τη δεδομένη στιγμή και ενδεχομένως η Κίνα να αλλάξει τον προσανατολισμό της και τις διεκδικήσεις στο ευρύτερο μέλλον.

Σε κάθε περίπτωση, η γεωπολιτική κυριαρχία των ΗΠΑ δεν αποτελεί «τοτέμ» που δεν αμφισβητείται. Ο δεύτερος πόλος που σχηματίζει η Κίνα, αλλά και ασφαλώς η Ρωσία, είναι κραταιός, δυναμικός και δύναται να κλονίσει  συθέμελα την Ουάσιγκτον.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα