Ο ίδιος πρόσθεσε ότι η απόφαση ελήφθη λόγω των «αυξανόμενων ανησυχιών» από τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη των ιρανικών πυρηνικών ικανοτήτων.
Εξάλλου η απόφαση για την επαναφορά των εξαιρέσεων αναμένεται να «διευκολύνει» «τις τεχνικές συνομιλίες» που «είναι απαραίτητες τις τελευταίες εβδομάδες των συνομιλιών», εξήγησε ο αξιωματούχος, συνδέοντας άμεσα τις διαπραγματεύσεις με το Ιράν για την αναβίωση της συμφωνίας του 2015 με αυτή την κίνηση των ΗΠΑ.
Ωστόσο η Ουάσινγκτον διαβεβαιώσει ότι «δεν πρόκειται για μια υποχώρηση απέναντι στο Ιράν», ούτε για «μια ένδειξη ότι βρισκόμαστε κοντά στην επίτευξη συμφωνίας».
Σύμφωνα με την ανακοίνωση των ΗΠΑ, οι εξαιρέσεις από τις κυρώσεις αφορούν τον επανασχεδιασμό του αντιδραστήρα βαρέος ύδατος στο Αράκ, την προετοιμασία και τη μετατροπή των πυρηνικών εγκαταστάσεων στο Φορντό για την παραγωγή σταθερού ισότοπου και δραστηριότητες, υπηρεσίες και εκπαίδευση που αφορούν το πυρηνικό εργοστάσιο Μπουσέρ, μεταξύ άλλων.
Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν επιθυμεί να επιστρέψει η χώρα του στη συμφωνία του 2015 προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι ιρανικές πυρηνικές δραστηριότητες έχουν αυστηρά ειρηνικό χαρακτήρα και προκειμένου το Ιράν να επανέλθει στις δεσμεύσεις του βάσει αυτής.
Σύμφωνα με τη Μπάρμπαρα Σάλιβαν, ειδική σε θέματα Ιράν στο Atlantic Council, οι εξαιρέσεις αυτές «αποτελούν προϋπόθεση για την αποκατάσταση της συμφωνίας» και άρα «μια καλή ένδειξη ότι αυτό μπορεί να συμβεί».
Οι διαπραγματεύσεις για την αναβίωση της συμφωνίας του 2015 ξεκίνησαν πέρυσι την άνοιξη στη Βιέννη. Τις συνομιλίες συντονίζει η ΕΕ και σε αυτές συμμετέχουν οι Ιρανοί και οι άλλες χώρες που έχουν υπογράψει τη συμφωνία (Γερμανία, Κίνα, Γαλλία, Βρετανία και Ρωσία) με την έμμεση συμμετοχή των ΗΠΑ.
Έπειτα από μήνες αδιεξόδου, τις τελευταίες εβδομάδες σημειώθηκαν πρόοδοι.
Οι συνομιλίες ανεστάλησαν την προηγούμενη εβδομάδα και αναμένεται να ξεκινήσουν και πάλι τις επόμενες ημέρες.
Έχει έρθει η ώρα για «πολιτικές αποφάσεις» ώστε οι πλευρές να καταλήξουν σε συμφωνία, προειδοποίησαν πολλοί διαπραγματευτές, υπογραμμίζοντας ότι πλέον απομένουν λίγες εβδομάδες για να αποφευχθεί μια διπλωματική αποτυχία, που θα έχει ως αποτέλεσμα οι ΗΠΑ ή το Ισραήλ να καταφύγουν σε άλλες λύσεις, ακόμη και στρατιωτικές, που θα μπορούσαν να οξύνουν την ένταση.