Η πανδημία έχει προκαλέσει μεγάλο πλήγμα στη βιομηχανία της μόδας

Η βασική πρόκληση που αντιμετώπισαν οι επιχειρήσεις του κλάδου ήταν ο ψηφιακός μετασχηματισμός, το να βρουν εναλλακτικά κανάλια, πέραν του φυσικού καταστήματος.

Η ένδυση και η υπόδηση είναι από τους κλάδους της ελληνικής οικονομίας που δέχτηκαν τεράστιο πλήγμα από την πανδημία. Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι είναι ο κλάδος που θίχτηκε περισσότερο μετά τον τουρισμό και την εστίαση.

Επιπλέον, εντός της πανδημίας λόγω του ηλεκτρονικού εμπορίου διευρύνθηκε ακόμα περισσότερο ο δυϊσμός του κλάδου, αφού ορισμένες προετοιμασμένες και με καλά οργανωμένα δίκτυα διανομής μεγάλες επιχειρήσεις κέρδισαν έδαφος έναντι της πλειονότητας των μικρότερων μονάδων. Οπότε, το ζήτημα, που ανακύπτει δεν είναι εάν η βιομηχανία της μόδας θα επιβιώσει μετά την πανδημία, αλλά το πώς και με ποιους όρους θα αναπαραχθεί.

Αυτό σημειώνεται στην «Ετήσια Έκθεση Ελληνικού Εμπορίου 2020», την εκπόνηση της οποίας ανέλαβε το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας (ΙΝ.ΕΜ.Υ. της ΕΣΕΕ) και περιέχει μία ειδική έρευνα για την κατηγορία Ένδυσης – Υπόδησης (fashion), καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι δέχεται ασφυκτικές πιέσεις κατά τη διάρκεια της κρίσης υγείας.

Σύμφωνα με την έρευνα, ενώ ο τζίρος στην Ελλάδα στον κλάδο ένδυσης-υπόδησης από το 2012 είχε διαμορφωθεί γύρω στα 4 δισ. ευρώ με ελαφρές διακυμάνσεις, το 2020 εμφανίζει υποχώρηση που αγγίζει το ιστορικά χαμηλό των 3,2 δισ. ευρώ, με την ένδυση να αντιπροσωπεύει τα 2,6 δισ. ευρώ, την υπόδηση τα 685 εκατ. ευρώ και τα αθλητικά είδη τα 658 εκατ. ευρώ (Euromonitor International).

Η βασική πρόκληση που αντιμετώπισαν οι επιχειρήσεις του κλάδου ήταν ο ψηφιακός μετασχηματισμός, το να βρουν εναλλακτικά κανάλια, πέραν του φυσικού καταστήματος, για την επαφή τους με τους πελάτες τους και τη στήριξη των πωλήσεών τους.

Εκτίμηση της ΕΣΕΕ είναι ότι, εάν δεν ληφθούν γενναία μέτρα για τη στήριξη του μικρού εμπορίου στον κλάδο της ένδυσης-υπόδησης με παράλληλη στήριξη της ελληνικής βιοτεχνίας ενδύματος, οι μεγάλες διεθνείς αλυσίδες ίσως να αποδειχθούν ακόμη πιο ανθεκτικές και να οξύνουν περαιτέρω τον ανταγωνισμό, δημιουργώντας ένα ασφυκτικό περιβάλλον για τα μικρά οικογενειακά και ανεξάρτητα καταστήματα ένδυσης-υπόδησης. Δεδομένου μάλιστα ότι η βασική στρατηγική των «μεγάλων» του κλάδου φαίνεται να είναι ο περιορισμός των πολλών φυσικών καταστημάτων και η στροφή στο ηλεκτρονικό εμπόριο, ίσως εμφανίζεται μια σημαντική ευκαιρία για τους «μικρούς» να κυριαρχήσουν στα κέντρα των πόλεων και να τα αναζωογονήσουν. Αναμφισβήτητα, όπως υπογραμμίζεται, κρίση του COVID-19 έχει επιδράσει και θα επιδράσει καταλυτικά στον κλάδο.

Αναφύονται όμως και μια σειρά από νέα ερωτήματα: Το βασικό ερώτημα που ανακύπτει είναι εάν η πανδημία θα τον οδηγήσει από την κουλτούρα της «γρήγορης μόδας» στην κουλτούρα της «αργής μόδας» με όλες τις δεσμεύσεις αυτής προς μια κυκλική οικονομία. Επίσης, τίθεται το ερώτημα, μήπως βρισκόμαστε μπροστά στο τέλος του «ακραίου καταναλωτισμού»· ή εάν η κρίση στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, σε συνάρτηση με την ανάγκη στροφής σε μια κυκλική οικονομία, θα πυροδοτήσει την επιστροφή σε εθνικές βιομηχανίες μόδας. Ερωτήματα που χρήζουν διερεύνησης προκειμένου ο κλάδος αυτός του εμπορίου να μπορέσει να χαράξει μια βιώσιμη πορεία στη νέα αυτή εποχή. Ένας μεγάλος αριθμός παγκόσμιων εταιρειών μόδας θα χρεοκοπήσει τους επόμενους 12 έως 18 μήνες

Αποτελεί πλέον κοινή παραδοχή ότι η επόμενη μέρα της κρίσης του COVID-19 θα πυροδοτήσει τη μεγαλύτερη οικονομική συρρίκνωση από τον Β ́ Παγκόσμιο Πόλεμο, πλήττοντας κάθε τομέα της οικονομίας με διαφορετικό βέβαια τρόπο και σε διαφορετική ένταση. Η βιομηχανία της μόδας, λόγω της ιδιαίτερης φύσης της, είναι πολύ περισσότερο ευάλωτη, αφού η πλειοψηφία των ανθρώπων περιόρισε την κυκλοφορία σε δημόσιους αλλά και στους εργασιακούς χώρους λόγω και της επέκτασης της τηλεργασίας, κάτι που προσδιόρισε και τις ανάγκες τους. Το γεγονός μάλιστα ότι πρόκειται για μια βιομηχανία που σχεδόν εξολοκλήρου βασίζεται ακόμα στο φυσικό κατάστημα – περίπου 71% των συναλλαγών- έχει δημιουργήσει μεγάλα και πολλαπλασιαστικά προβλήματα τόσο στη συγκεκριμένη αγορά όσο και στο σύνολο της οικονομίας.

Ο κλάδος ένδυσης-υπόδησης σε παγκόσμιο επίπεδο ανερχόταν πριν από την πανδημία, το 2019, σε 1,8 τρισ. δολ. σε σταθερές τιμές συναλλάγματος, το 2020 μειώθηκε στα 1,4 τρισ. δολ., όταν, σύμφωνα με προβλέψεις, αναμενόταν να ανέλθει έως το 2025 σε 2,5 τρισ. δολ.

Η μέση κεφαλαιοποίηση των επιχειρήσεων ενδυμάτων, μόδας και ειδών πολυτελείας μειώθηκε σχεδόν κατά 40% μεταξύ των αρχών Ιανουαρίου και Μαρτίου 2020. Πρόκειται για μια πολύ πιο απότομη πτώση σε σύγκριση με τον συνολικό δείκτη του χρηματιστηρίου που θα συμπαρασύρει ολόκληρη την αλυσίδα αξίας. Βεβαίως, όπως υπογραμμίζεται, και οι ανθρωπιστικές επιπτώσεις αναμένεται να ξεπεράσουν την ίδια την πανδημία αφού εκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη θα μείνουν άνεργοι.

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις προβλέψεις της McKinsey, τα έσοδα της παγκόσμιας βιομηχανίας μόδας στους τομείς ένδυσης και υπόδησης συρρικνώνονται κατά 27% έως 30% το 2020/2019 – αν και ο κλάδος θα μπορούσε να ανακτήσει θετική ανάπτυξη το 2021, από 2% έως 4%.

Όσον αφορά τα προσωπικά είδη πολυτελείας (μόδα πολυτελείας, αξεσουάρ πολυτελείας, ρολόγια πολυτελείας, κοσμήματα και ομορφιά υψηλής ποιότητας), εκτιμάται παγκόσμια συρρίκνωση εσόδων της τάξης του 35% έως 39% το 2020/2019, αλλά θετική αύξηση, από 1% έως 4%, το 2021.

Σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις της McKinsey, εάν τα καταστήματα παραμείνουν κλειστά επιπλέον δύο μήνες, το 80% των εισηγμένων εταιρειών μόδας στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική θα αντιμετωπίσει οικονομικές δυσχέρειες το 2021. Σε συνδυασμό με την ανάλυση McKinsey (Global Fashion Index – MGFI), η οποία διαπίστωσε ότι το 56% των παγκόσμιων εταιρειών μόδας δεν κέρδισαν το κόστος κεφαλαίου τους το 2018, αναμένεται ότι ένας μεγάλος αριθμός παγκόσμιων εταιρειών μόδας θα χρεοκοπήσει τους επόμενους 12 έως 18 μήνες.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα