Στο υπουργείο Δικαιοσύνης πραγματοποιήθηκε σήμερα εκδήλωση με στόχο την ενημέρωση και ευαισθητοποίηση σχετικά με το πρόγραμμα για τη βελτίωση της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας και την εφαρμογή του εργαλείου της CEPEJ για τη μείωση των εκκρεμών υποθέσεων στα Πρωτοδικεία Αθηνών και Θεσσαλονίκης.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Δικαιοσύνης, κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης, παρουσιάστηκαν οι στόχοι του κοινού προγράμματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συμβουλίου της Ευρώπης, καθώς και το μεθοδολογικό εργαλείο της CEPEJ για τη μείωση των εκκρεμών υποθέσεων (Backlog reduction tool), το οποίο περιλαμβάνει τέσσερα στάδια, που είναι:
– εντοπισμός των συσσωρευμένων εκκρεμοτήτων και ανάλυση των αιτίων τους (ποσοτική και ποιοτική ανάλυση),
– ανάπτυξη μιας στρατηγικής για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των συσσωρευμένων εκκρεμοτήτων,
– παρακολούθηση της εφαρμογής και
– εξασφάλιση βιωσιμότητας για την αποφυγή επανάληψης των καθυστερήσεων στο μέλλον.
Παράλληλα, παρουσιάστηκαν πρακτικές για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και τη μείωση του χρόνου επεξεργασίας των υποθέσεων, όπως σχετικές μελέτες (case studies) για τη μείωση των καθυστερήσεων και τις βασικές προκλήσεις κατά την εφαρμογή τους.
Ο υφυπουργός Δικαιοσύνης Ιωάννης Μπούγας, κατά την διάρκεια της εκδήλωσης, ανέφερε:
«Με την συνεργασία και την τεχνογνωσία των ευρωπαϊκών οργάνων, συνεχίζουμε το μεταρρυθμιστικό μας έργο ώστε η χώρα μας να συμμορφώνεται με τις εθνικές και ευρωπαϊκές επιταγές και να συγκλίνει με τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Ταυτόχρονα, ενισχύουμε την αμεσότητα και αποτελεσματικότητα της Δικαιοσύνης και θωρακίζουμε περαιτέρω το κράτος δικαίου» και πρόσθεσε:
«Σύμφωνα με το EU Justice Scoreboard, η Ελλάδα βρέθηκε στην τελευταία θέση στην ΕΕ, ως προς τον χρόνο εκδίκασης αστικών και εμπορικών υποθέσεων πρώτου βαθμού. Αυτό το δεδομένο όχι μόνο δεν μας άφησε αδιάφορους, αλλά πυροδότησε μία σειρά άμεσων αποφάσεων και συνολικών παρεμβάσεων προκειμένου να αντιμετωπίσουμε τα διαχρονικά προβλήματα και τις παθογένειες της ελληνικής Δικαιοσύνης».
Ακόμη, ο κ. Μπούγας, αναφερόμενος στην καθυστέρηση έκδοσης αποφάσεων, που μερικές φορές φτάνει στα όρια της αρνησιδικίας, υπογράμμισε πως «οι περιορισμένοι υλικοτεχνικοί πόροι, η ανισοκατανομή του ανθρώπινου δυναμικού, καθώς και οι χρονοβόρες διαδικασίες, οδήγησαν στην απόφασή μας να προβούμε, από τη στιγμή ανάληψης των καθηκόντων μας, σε ένα πλέγμα μεταρρυθμίσεων και παρεμβάσεων προκειμένου η χώρα μας, από τις 1.492 ημέρες που απαιτείται σήμερα, να πλησιάσει έως το 2027 τον μέσο όρο των χωρών του Συμβουλίου της Ευρώπης, δηλαδή τις 650 ημέρες για την έκδοση τελεσίδικης απόφασης» για να συμπληρώσει:
«Το πρόγραμμα, που παρουσιάζεται σήμερα, εντάσσεται σε αυτόν ακριβώς τον ορίζοντα μεταρρυθμιστικής δράσης. Πρόκειται για ένα κοινό εγχείρημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Συμβουλίου της Ευρώπης, το οποίο βασίζεται στην τεχνογνωσία της CEPEJ και στοχεύει στην μείωση των εκκρεμών υποθέσεων που έχουν συσσωρευθεί στα Πρωτοδικεία Αθηνών και Θεσσαλονίκης. Στα δύο, δηλαδή, πιο “επιβαρυμένα” Πρωτοδικεία της χώρας μας, που συγκεντρώνουν τον μεγαλύτερο όγκο υποθέσεων και συχνά λειτουργούν υπό συνθήκες υπερφόρτωσης».
Τέλος, ο προϊστάμενος της DGREFORM Kjartan Bjornsson τόνισε:
«Διακρίνουμε τη σαφή δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης για ολοκληρωμένη μεταρρύθμιση στη χάραξη πολιτικής και στο δικαστικό σύστημα. Αυτό το έργο συμβάλλει στις συντονισμένες προσπάθειές σας για καλύτερες νομοθετικές ρυθμίσεις.
Επιπλέον, πολλές μεταρρυθμίσεις στην ελληνική Δικαιοσύνη βρίσκονται σε εξέλιξη: ο νέος δικαστικός χάρτης που ενοποιεί τα δικαστήρια και η αναθεώρηση του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αποσκοπούν στην ταχύτερη επίλυση των υποθέσεων. Θέλουμε να σας υποστηρίξουμε πλήρως σε αυτές τις προσπάθειες που ήδη φέρουν αποτελέσματα: βλέπουμε σημαντική βελτίωση στον τομέα του κράτους Δικαίου, καθώς και στην επίτευξη των σχετικών ορόσημων του Ταμείου Ανάκαμψης».