Η εικόνα στην πολιτική επικοινωνία: Διεθνείς τάσεις & Ελλάδα

Η Δρ. Αναστασία Βενέτη, Επίκουρη Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Bournemouth και συνεπιμελήτρια του βιβλίου Visual Political Communication (Palgrave Macmillan, 2019) μιλά στο ΕΝΑ για την οπτική διάσταση της πολιτικής, τη σημασία και τον αντίκτυπο που έχει η οπτικοποίηση στην πολιτική, το «φαινόμενο Τραμπ» και το τοπίο που διαμορφώνεται στην Ελλάδα για την πολιτική επικοινωνία → 

Ένα βιβλίο για οπτική πολιτική επικοινωνία. Τι πραγματεύεται και σε ποιους απευθύνεται;

Οι εικόνες είναι ιδιαίτερα ισχυρές όταν, όχι μόνο απεικονίζουν, αλλά μας διδάσκουν κοινωνικούς κανόνες – όταν διαμορφώνουν στάσεις και συμπεριφορές. Ακόμη περισσότερο, έχουν μία ισχυρή δύναμη στο να προκαλούν έντονα συναισθήματα – φόβο, αντιπάθεια, αγάπη ή μίσος. Υπ’ αυτήν την έννοια, η οπτική επικοινωνία διαδραματίζει διαχρονικά κεντρικό ρόλο στην εξέλιξη των πολιτικών πραγμάτων. Είτε λάβουμε ως παράδειγμα τα πορτρέτα του Ναπολέοντα Βοναπάρτη είτε τις ευρέως διαδεδομένες εικόνες της αυτοπυρπόλησης του Μοχάμεντ Μπουαζίζι που οδήγησαν στις διαδηλώσεις στην Τυνησία. Συζητώντας και ερευνώντας τέτοια φαινόμενα, μαζί με τους συνεπιμελητές Dr Dan Jackson και Dr Darren Lilleker από το Πανεπιστήμιο του Bornemouth, πιστεύαμε ότι ήταν κρίσιμο αυτή τη στιγμή, σε μία περίοδο που χαρακτηρίζεται από την ανάδυση νέων τεχνολογιών μέσων ενημέρωσης και την ανάπτυξη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης -που έχουν δημιουργήσει νέους τρόπους παραγωγής, διάδοσης και κατανάλωσης οπτικών προϊόντων- να προχωρήσουμε με αυτό το βιβλίο που θα επέτρεπε μία καλύτερη κατανόηση της σημασίας και του αντικτύπου των οπτικών μέσων ως εργαλείων πολιτικής επικοινωνίας.

Επί της ουσίας, αυτό το βιβλίο συνιστά το πρώτο ολοκληρωμένο έργο που διερευνά και τις τέσσερις διαστάσεις του ρόλου των οπτικών μέσων στην πολιτική επικοινωνία, δηλαδή τις θεωρίες και τις μεθόδους, τη χρήση της εικόνας σε πολιτική καμπάνια, τη χρήση κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης και τη χρήση από τους πολίτες. Για παράδειγμα, κεφάλαια του τόμου επικεντρώνονται στην επεξεργασία και στη διαχείριση εικόνων·στις βασικές λειτουργίες που τα οπτικά μέσα διαδραματίζουν στην πολιτική επικοινωνία και στις δημοκρατικές διαδικασίες· στην ανάπτυξη των οπτικών πολιτικών στρατηγικών· στις καμπάνιες αρνητικής διαφήμισης∙ στη χρήση του Instagram και του Youtube στις πολιτικές καμπάνιες και στην πολιτική επικοινωνία, μεταξύ άλλων. Το βιβλίο απευθύνεται σε ερευνητές και φοιτητές του χώρου, καθώς και σε επαγγελματίες, όπως σε συμβούλους πολιτικής επικοινωνίας και διαμορφωτές στρατηγικών μάρκετινγκ, προσφέροντας μια ολιστική κάλυψη της οπτικής πολιτικής επικοινωνίας και εμπλέκοντας παραδείγματα βασισμένα στην έρευνα αιχμής.

Ποια η σημασία της ψηφιοποίησης και πώς επηρεάζει;

Μπορούμε να σκεφτούμε μία εικόνα που μπορεί να κατασκευαστεί για να υποστηρίξει ένα επιχείρημα, μέσω χειραγώγησης ή επιλεγμένη στρατηγικά μέσα από εκατοντάδες παρόμοιες λήψεις ώστε να μεταφέρει μια εντύπωση που μπορεί να περάσει απαρατήρητη από το κοινό. Για να απεικονίσω την πραγματική αληθοφάνεια μιας εικόνας, θα ήθελα να αναφερθώ σε μία φράση ενός εξέχοντα Αμερικανού ακαδημαϊκού, του William Gamson, ο οποίος, γράφοντας για τις εικόνες των μίντια ανέφερε ότι «οι πληροφορίες μπορεί να είναι σωστές ή παραπλανητικές αλλά η αμεσότητα της εμπειρίας παραμένει στις εικόνες που διατηρεί κάποιος». Τούτου λεχθέντος και όπως προανέφερα, η πολιτική είχε πάντα μία οπτική διάσταση και σε μια εποχή υπερσυγκέντρωσης πληροφοριών μπορεί να αποτελέσει ένα ακόμη ισχυρότερο μέσο για την προσέλκυση της προσοχής, όσο ποτέ άλλοτε. Και εδώ αντιμετωπίζουμε τη μεγάλη πρόκληση της ψηφιακής εποχής. Η χειραγώγηση των εικόνων απαιτεί ελάχιστες δεξιότητες, ο διαμοιρασμός μιας εικόνας είναι δωρεάν και αρκεί η παρουσία στα social media. Η πρόκληση των fake news δεν είναι απλώς ένα ζήτημα που σχετίζεται με την οπτική επικοινωνία. Ωστόσο, ένα ισχυρό οπτικό μέσο μετατρέπεται σε όχημα που δίνει σε μία ψευδή ιστορία ειδήσεων τη συναισθηματική δυναμική εκείνη ώστε να έχει αντίκτυπο στις αντιλήψεις ή τις συμπεριφορές.

Τι συνιστά το φαινόμενο Τραμπ. Ποια συμπεράσματα θα μπορούσαμε να βγάλουμε και ποιες προβλέψεις θα μπορούσαμε να κάνουμε;

Για να κατανοήσουμε καλύτερα το φαινόμενο Τραμπ, θα πρέπει να το τοποθετήσουμε στο πλαίσιο που, σε ακαδημαϊκούς όρους, αποκαλούμε «μιντιοποίηση» (mediatization). Αναφέρομαι εδώ στην ανάμιξη της πολιτικής και της ψυχαγωγίας, όταν μέσα ενημέρωσης κατά βάση διαμορφώνουν τους όρους λειτουργίας του πολιτικού συστήματος. Τα ΜΜΕ διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην οικοδόμηση του Τραμπ ως πολιτικής φιγούρας, από τη συμμετοχή του στην αμερικανική reality τηλεόραση, μέχρι την εντατική κάλυψη της προεκλογικής του εκστρατείας. Διάφορες έρευνες έχουν καταδείξει ότι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης μπορεί να έχουν τροφοδοτήσει ένα «underdog effect» (σ.σ. φαινόμενο του αουτσάιντερ που οδηγεί σε συσπείρωση εκείνου που φαίνεται να μην είναι ο επικρατέστερος εκ των υποψηφίων), αποτέλεσμα που ώθησε πολλούς αναποφάσιστους ψηφοφόρους να στηρίξουν τον «αμφιλεγόμενο» υποψήφιο. Από τότε ο Τράμπ βασίζεται σθεναρά και σταθερά σε αυτό το προφίλ. Αυτό που κάνει ο Τραμπ είναι να χτίζει το δικό του πολιτικό brand. Και αυτό είναι κάτι που επιδιώκουν όλοι οι πολιτικοί ηγέτες. Για το σύγχρονο πολιτικό η αλλοτινή επίδειξη της αίγλης του πολιτικού άνδρα και της ισχύος έχουν δώσει εν μέρει τη θέση τους στην επίδειξη της αυθεντικότητας, αλλά η δημόσια αποδοχή των ηγετών βασισμένη στην παραστατική τους εμφάνιση παραμένει κρίσιμη για την υποστήριξη και τη νομιμοποίησή τους. Η νέα αγορά επικοινωνίας είναι γεμάτη με εικόνες σύγχρονων ηγετών. Εικόνες που ενισχύουν και υπονομεύουν τα διαπιστευτήριά τους και ανταγωνίζονται για το βλέμμα του ακροατηρίου. Οι χειρονομίες και οι εκφράσεις που κάνουν οι πολιτικοί στην τηλεόραση, τα χιουμοριστικά memes που κυκλοφορούν, οι αφίσες και οι συχνά διαβόητες μορφές πολιτικής διαφήμισης έχουν σχεδιαστεί στρατηγικά για μέγιστο αντίκτυπο στη δημόσια συμπεριφορά.

Πώς βλέπετε την πολιτική επικοινωνία στην Ελλάδα και τις πρόσφατες εκλογές, το ρόλο της, το βαθμό επαγγελματοποίησής/συστηματοποίησής της;

Θα έλεγα ότι τόσο οι πολιτικοί όσο και τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα έχουν ενισχύσει τις πρακτικές επικοινωνίας τους με το εκλογικό σώμα και τις στρατηγικές πολιτικών εκστρατειών, αξιοποιώντας συγκεκριμένα τις νέες τεχνολογίες των μίντια. Στις τελευταίες εκλογές, είδαμε ολοένα και περισσότερους μεμονωμένους πολιτικούς να χρησιμοποιούν social media για να μεταδώσουν τα μηνύματά τους τόσο σε μεγαλύτερα κοινά όσο και σε επίπεδο στόχευσης ειδικών κοινών. Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθούν να βρίσκονται πίσω σε σχέση με άλλες χώρες, ως προς την υιοθέτηση μιας σαφούς στρατηγικής εστίασης, όταν χρησιμοποιούν ψηφιακές πλατφόρμες και δεν εκμεταλλεύονται όλες τις δυνατότητες που προσφέρουν αυτές οι νέες πλατφόρμες των νέων μέσων. Σε μεγάλο βαθμό αυτό συνδέεται με διάφορους λόγους, όπως η έλλειψη δεξιοτήτων, ο φόβος των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ως αποτέλεσμα της αυξανόμενης ρητορικής και έκθεσης σε μίσος, καθώς και για οικονομικούς λόγους. Το μπάτζετ και οι πόροι μπορούν να διαφοροποιηθούν δραματικά μεταξύ βουλευτών, νέων πολιτικών, αρχηγών κομμάτων και κομμάτων ως σύνολο. Σε έρευνα που πραγματοποιήσαμε πέρυσι, με συνεντεύξεις Ελλήνων πολιτικών και πολιτικών συμβούλων, διαπιστώσαμε ότι οι πολιτικοί είναι πολύ πιο συντηρητικοί στη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης σε σύγκριση με τους συμβούλους. Οι Έλληνες πολιτικοί τείνουν να εξειδικεύονται σε μία πλατφόρμα. Ας πούμε ότι μερικοί πολιτικοί χρησιμοποιούν με άνεση ιστοσελίδες δικτύωσης αλλά συνήθως επικεντρώνονται μόνο σε μία πλατφόρμα π.χ. στο Facebook ή στο Twitter. Είναι σημαντικό να αρχίσουν να σκέπτονται και να υιοθετούν μία στρατηγική που θα περιλαμβάνει όλες τις πλατφόρμες. Επιπλέον, πολλοί πολιτικοί ενεργοποίησαν λογαριασμούς για τις προεκλογικές τους εκστρατείες και στη συνέχεια, όταν εξελέγησαν, έγιναν «αόρατοι». Αυτό προφανώς είναι λάθος, όχι μόνο για την πολιτική καμπάνια, αλλά διότι τέτοιες πλατφόρμες θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με τρόπο που να διευκολύνουν μία πιο συνεπή και άμεση επικοινωνία μεταξύ πολιτικών και πολιτών. Μία προσεκτική χρήση αλληλεπιδραστικών και προσωπικών επικοινωνιακών στρατηγικών μπορούν να δημιουργήσουν μία αίσθηση (φαντασιακής) οικειότητας και (συναισθηματικής) εγγύτητας που μπορούν να διευκολύνουν της επικοινωνία με το εκλογικό σώμα, προσελκύοντας ψηφοφόρους.

 

www.enainstitute.org

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα