Οι δύο πρόσφατες μελέτες από την Τράπεζα της Ελλάδος και το ΙΟΒΕ ήρθαν να επιβεβαιώσουν με πειστικό τρόπο το μέγεθος του προβλήματος της ακρίβειας στα τρόφιμα στην χώρα μας. Οι τιμές σε βασικά είδη διατροφής είναι στο κόκκινο και βρίσκονται πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, γεγονός που αποτελεί προφανώς μείζονα αιτία προβληματισμού.
Ευλόγως τίθεται το ερώτημα γιατί στην Ελλάδα διαμορφώθηκε αυτή η ισχυρή συνθήκη ακρίβειας στα τρόφιμα, που αποτέλεσε επί μήνες τον κυριότερο τροφοδότη του πληθωρισμού, έως ότου ο δείκτης των υπηρεσιών να πάρει τα ηνία. Η αρχική ανάγνωση σχετίζεται με τις ρίζες του προβλήματος, την απαρχή του πριν από περίπου δύο χρόνια. Οι διαταραχές στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού και η ραγδαία άνοδος των τιμών ενέργειας και πρώτων υλών (π.χ. σε σιτηρά, αλευρώδη, ζάχαρη, κ.ά.), οδήγησαν σε σημαντική αύξηση του κόστους παραγωγής στον κλάδο των τροφίμων και δημιούργησαν έντονες πληθωριστικές πιέσεις και στην ελληνική οικονομία.
Έως εδώ οι εξωγενείς παράγοντες αποτέλεσαν τον κυρίαρχο παράγοντα για τη διαμόρφωση των πληθωριστικών τάσεων . Από κει και πέρα, όμως, το γεγονός ότι οι Έλληνες πληρώνουν πιο ακριβά βασικά αγαθά και είδη διατροφής σε σχέση με την πλειοψηφία των άλλων Ευρωπαίων, αποτελεί εγχώριο… παράδοξο με ενδογενείς αιτίες. H στρέβλωση των τιμών στη λιανική αγορά, όπου κυρίως οι πολυεθνικές εταιρείες με εισαγόμενα προϊόντα επιδίδονται σε κερδοσκοπικό παιχνίδι, έχοντας βεβαίως και τη συνδρομή ελληνικών επιχειρήσεων, ένα βασικό πυλώνα για τις πολύ υψηλές τιμές στη χώρα μας.
Η Τράπεζα της Ελλάδος, σε πρόσφατη μελέτη της, αναφέρεται κατηγορηματικά στην ύπαρξη αυτή της συνθήκης στην ελληνική λιανική αγορά, επισημαίνοντας χαρακτηριστικά ότι «οι υψηλές τιμές αντανακλούν σε μεγάλο βαθμό αυξημένη συγκέντρωση στην αγορά των προμηθευτών, όπου δραστηριοποιούνται μεγάλες πολυεθνικές οι οποίες προμηθεύουν την αγορά με εισαγόμενα προϊόντα, στρεβλώσεις στην αγορά της λιανικής, καθώς και διαφορές στις καταναλωτικές συνήθειες, όπως για παράδειγμα αγορά μικρών συσκευασιών».
Έστω και καθυστερημένα, οι αρμόδιες αρχές ενεργοποιούνται για να διερευνήσουν το μείζον-όπως αποδεικνύεται- ζήτημα με τις πρακτικές που σφετερίζονται οι πολυεθνικές και τις στρεβλώσεις που καταγράφονται στην αγορά.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού ξεκινά έρευνα για δεκάδες επιχειρήσεις από 6 κλάδους τροφίμων και συγκεκριμένα αυτούς των δημητριακών, του καφέ, των τυροκομικών προϊόντων, του γάλακτος, των μαρμελάδων και των ροφημάτων. Το μέγεθος των ανατιμήσεων που ξεπερνάει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και οι ενέργειες των πολυεθνικών που ανεβάζουν τις τιμές, θα βρεθούν στο μικροσκόπιο της Επιτροπής Ανταγωνισμού.
Αποκαλυπτικά στοιχεία – Στο κόκκινο οι τιμές τροφίμων στην Ελλάδα
Τα στοιχεία που προκύπτουν από τις μελέτες της Τράπεζας της Ελλάδος και του ΙΟΒΕ αποτελούν αδιάψευστο μάρτυρα για την ακρίβεια που μαστίζει τους Έλληνες καταναλωτές. Σύμφωνα με την ΤτΕ, η Ελλάδα είναι μια από τις ακριβές χώρες της Ευρωζώνης, στα επώνυμα τυποποιημένα προϊόντα σούπερ μάρκετ. Η μελέτη εστιάζει σε 41 κατηγορίες τυποποιημένων επώνυμων προϊόντων σούπερ μάρκετ και συγκρίνει τις τιμές με άλλες εννέα χώρες της ευρωζώνης, φτάνοντας στο συμπέρασμα ότι οι τιμές στην Ελλάδα είναι κατά μέσο όρο περίπου 10% υψηλότερες σε σύγκριση με την ευρωζώνη. Είναι χαρακτηριστικό ότι διαφορές τιμών στην Ελλάδα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες, φτάνουν έως και στο 129% στο ανθρακούχο νερό ή στο 56% στο γάλα μακράς διαρκείας UHT.
Από την ειδική ανάλυση του ΙΟΒΕ προκύπτει ότι η διατροφή των Ελλήνων στα χρόνια της μεγάλης «έκρηξης» του πληθωρισμού έγινε ακριβότερη κατά 30%, ενώ το ελαιόλαδο, που έχει και πολύ μεγάλη συμμετοχή στον δείκτη τιμών καταναλωτή στην Ελλάδα, έγινε 137% ακριβότερο. Διαπιστώνει, μάλιστα, ότι οι ονομαστικές τιμές στα είδη διατροφής και άλλα βασικά καταναλωτικά αγαθά στην Ελλάδα είναι αρκετά ακριβότερες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.