Ένα από τα μείζονα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πολίτες και προφανώς δεν χρίζει υποτίμησης αλλά περαιτέρω διερεύνησης-επεξεργασίας, αφορά τη στέγαση και απορρέει από την «έξαρση» των τιμών ακινήτων. Ο δείκτης των τιμών-ενοικίαση, αγορά- που αφορά όλες τις κατηγορίες, δηλαδή οικίες, εμπορικά ακίνητα (γραφεία, καταστήματα), εξοχικές κατοικίες, ακολουθεί ανοδική τροχιά την τελευταία εξαετία, ενώ την τελευταία διετία έχει πατήσει κι άλλο «γκάζι».
Γράφει ο Νώντας Βλάχος
Η ελληνική αγορά ακινήτων, σε αντίθεση με ό, τι συμβαίνει στην Ευρωζώνη όπου οι τιμές τόσο των οικιστικών, όσο και των εμπορικών ακινήτων μειώνονται τον τελευταίο χρόνο, παραμένει ανθεκτική, κάτι που οξύνει κι άλλο το στεγαστικό πρόβλημα. Είναι χαρακτηριστικό ότι κατά την τελευταία εξαετία, ο δείκτης τιμών ακινήτων οδήγησε σε σωρευτική ανάκαμψη κατά 66% σε σύγκριση με την κατώτατη τιμή που σημειώθηκε το τρίτο τρίμηνο του 2017. Μόλις πέρυσι, με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, ο δείκτης τιμών οικιστικών ακινήτων αυξήθηκε κατά 13,8% το 2023 και κατά 10,4% σε ετήσια βάση το πρώτο τρίμηνο φέτος. Παράλληλα, οι τιμές των γραφείων και των καταστημάτων λιανικής αυξήθηκαν κατά 5,9% και 6,9% αντίστοιχα, το 2023.
Ανοδικά και το 2024
Η εν λόγω συνθήκη δεν πρόκειται να διαφοροποιηθεί την τρέχουσα χρονιά, καθώς η ΤτΕ προβλέπει ότι η ανοδική τάση των τιμών θα συνεχιστεί και το 2024, «χτυπώντας» πρώτα το υψηλών προδιαγραφών τμήμα του real estate και κατόπιν θα επεκταθεί σε όλο τον κλάδο.
Γιατί, λοιπόν, οι τιμές ακινήτων επιμένουν ανοδικά στην Ελλάδα, καθιστώντας δύσκολη τη ζωή των πολιτών; Απάντηση σ’ αυτό το μείζον ερώτημα επιχειρεί να δώσει η Alpha Bank μέσω ανάλυσης, η οποία κάνει ιδιαίτερη μνεία σε τέσσερις καθοριστικούς παράγοντες.
Πρώτον, στο γεγονός ότι οι τιμές των ακινήτων στη χώρα μας δεν έχουν ανακάμψει πλήρως σε σύγκριση με τα επίπεδα που είχαν καταγραφεί πριν από την οικονομική κρίση. Συγκεκριμένα, οι τιμές των κατοικιών παραμένουν 4% κάτω από το ανώτατο σημείο που είχε σημειωθεί το τρίτο τρίμηνο του 2008, ενώ οι τιμές των γραφείων και των καταστημάτων 10% και 3,5% αντίστοιχα σε σύγκριση με τις υψηλότερες τιμές τους, το πρώτο εξάμηνο του 2010. Επιπρόσθετα, ενώ την τετραετία 2014-2017 οι τιμές των ακινήτων στην Ευρωζώνη αυξάνονταν, στην Ελλάδα συνέχιζαν να ακολουθούν πτωτική τροχιά, παράλληλα με την πτώση της ζήτησης και της οικονομικής δραστηριότητας στη χώρα.
Δεύτερον, στους θετικούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης στην Ελλάδα από το 2018 και μετά, οι οποίοι, την τελευταία τριετία, ήταν σημαντικά υψηλότεροι από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Σύμφωνα με τις διαθέσιμες προβλέψεις, το ΑΕΠ στην Ελλάδα αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται με ρυθμό υψηλότερο από τον αντίστοιχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ-27), την επόμενη διετία, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου.
Τρίτον, στις επιδόσεις του τουρισμού και την ανάπτυξη της οικονομίας διαμοιρασμού. Οι τουριστικές αφίξεις και εισπράξεις κατέγραψαν ιστορικά υψηλά επίπεδα τόσο το 2019, όσο το 2023, γεγονός που αντανακλάται, μεταξύ άλλων, στην αξιοσημείωτη άνοδο των διανυκτερεύσεων σε καταλύματα τα οποία διατίθενται σε ψηφιακές πλατφόρμες, μέσω της οικονομίας διαμοιρασμού.
H Golden Visa
Τέλος, στις ισχυρές Ξένες Άμεσες Επενδύσεις (ΞΑΕ) που σχετίζονται με την ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα, οι οποίες ανήλθαν σε Ευρώ 2 δισ. τη διετία 2022-2023, έναντι Ευρώ 0,4 δισ., κατά μέσο όρο, την προηγούμενη δεκαετία. Η εφαρμογή του προγράμματος Golden Visa, το οποίο έδωσε κίνητρα σε πολίτες τρίτων χωρών για απόκτηση ακίνητης περιουσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έδωσε σημαντική ώθηση στις ΞΑΕ σε ακίνητα στη χώρα μας. Το υψηλό ενδιαφέρον ξένων επενδυτών ενδέχεται, ωστόσο, να μετριαστεί από την άνοδο των ορίων του εν λόγω προγράμματος που τέθηκαν σε εφαρμογή από τον Αύγουστο του 2023 και μετά.