Γερμανικό «βέτο» στη στήριξη του ευρωνότου – Το δόγμα Σόιμπλε επανακάμπτει

Ο φόβος για κατακερματισμό των αγορών ομολόγων, η ξέφρενη πορεία του πληθωρισμού και ο υποτροπιασμός της ενεργειακής κρίσης, έθεσαν ξανά την Ευρώπη προ σοβαρών διλημμάτων και αποφάσεων, αποδεικνύοντας παράλληλα εκ νέου ότι η Γερμανία έχει τη δική της συλλογιστική επί της οικονομικής, δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής, που ακουμπάει στο «δόγμα» Σόιμπλε.

Γράφει ο Νώντας Βλάχος

Το γερμανικό διευθυντήριο αντιδρά στην πρόθεση – υπόσχεση της Κριστίν Λαγκάρντ, να στηρίξει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τις υπερχρεωμένες χώρες του ευρωνότου, ανάμεσα στις οποίες είναι και η Ελλάδα. Το νέο εργαλείο της ΕΚΤ προβλέπει ότι αυτή θα αγοράζει ομόλογα των αδύναμων χωρών του Νότου, χρησιμοποιώντας κεφάλαια των ισχυρών και πιο εύρωστων δημοσιονομικά κρατών. Με λίγα λόγια, θα «υποχρεώνει» κραταιές οικονομικά χώρες, με πρώτη και καλύτερη τη Γερμανία, να  πληρώνουν παραπάνω, για ένα κοινό σκοπό: να αποφευχθεί η ασύμμετρη αύξηση του κόστους δανεισμού μεταξύ των χωρών της ευρωζώνης, που αν δεν ελεγχθεί μπορεί να οδηγήσει στο χειρότερο δυνατό σενάριο, τον κατακερματισμό των αγορών.

Ο πρόεδρος της Bundensbank Γιοακίμ Νάγκελ εξέφρασε τις αντιρρήσεις του επί του σχεδίου κατά την προηγούμενη συνεδρίαση του Δ.Σ. της ΕΚΤ και θα πράξει το ίδιο κατά το σημερινό Συμβούλιο. Η παρέμβαση δεν έχει ουσιαστικό αντίκτυπο στα σχέδια της Κεντρικής Τράπεζας, υπό την έννοια ότι δεν συγκεντρώνει πλειοψηφικό «ρεύμα» αντίδρασης, καθώς τα άλλα «γεράκια», όπως οι κεντρικοί τραπεζίτες Ολλανδίας, Αυστρίας και Βελγίου, τάσσονται υπέρ της επιλογής Λαγκάρντ.

Το γερμανικό διευθυντήριο που ούτως ή άλλως στεκόταν επικριτικά απέναντι σε κάθε επιλογή της ΕΚΤ να προχωρήσει σε αμοιβαιοποίηση των κοινοτικών προβλημάτων είτε αυτά αφορούσαν το χρέος είτε τώρα το πρόβλημα δανεισμού που έχουν οι χώρες του Νότου, περνά στην αντεπίθεση. Καταθέτει με ξεκάθαρο τρόπο τις αντιρρήσεις του,  παρά το γεγονός ότι τη δεδομένη στιγμή δεν έχουν αντίκρισμα. Πρόκειται, όμως, για ένα ηχηρό μήνυμα προς την ΕΚΤ και τις Βρυξέλλες που συνδυάζεται ή, αν θέλετε, «κουμπώνει» ιδανικά με τα όσα πράττει ο υπουργός Οικονομικών στο εσωτερικό και αποτελούν ένδειξη για τη γερμανική οικονομική και δημοσιονομική θεώρηση. Ενώ είναι ανοιχτή η  συζήτηση στην Ευρώπη για τις αλλαγές του Συμφώνου Σταθερότητας και τη συνέχιση της ρήτρας διαφυγής το 2023, ο Κρίστιαν Λίντνερ ο οποίος είναι «θιασώτης» του δόγματος Σόιμπλε, κατήρτισε έναν εθνικό προϋπολογισμό για την επόμενη χρονιά, βγαλμένο από τα ένδοξα χρόνια του φημισμένου προκάτοχού του στο υπουργείο Οικονομικών.

«Χρεόφρενο» και δημοσιονομική πειθαρχία

Το Βερολίνο, σύμφωνα με τον καταρτισθέντα προϋπολογισμό του Λίντνερ, τραβάει «χρεόφρενο», αυστηριοποιείται δημοσιονομικά, θέτοντας φρένο στον δανεισμό και περιορισμούς κινήσεων και ευελιξίας στα γερμανικά κρατίδια και την ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Προβλέπει ρητά ότι οι προϋπολογισμοί δεν θα πρέπει να ισοσκελίζονται με έσοδα από δάνεια, ενώ αποκλείει το ενδεχόμενο για τρίτο πακέτο ελαφρύνσεων προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.

Πρόκειται για μια σαφή ένδειξη της λογικής που διέπει τον φιλελεύθερο Λίντνερ, ο οποίος άλλωστε δεν είχε κρύψει ποτέ ότι αντιτίθεται σε οποιαδήποτε αλλαγή του Συμφώνου Σταθερότητας και των δημοσιονομικών κανόνων που διέπουν την ΕΕ εδώ και πολλά χρόνια, με εξαίρεση την περίοδο της πανδημίας όπου εφαρμόστηκε η ρήτρα διαφυγής. Αποτελεί και αυτό ένα μήνυμα προς τον ευρωνότο ότι η Γερμανία δεν συναινεί με τη δημοσιονομική «επανάσταση» που επιθυμεί ο γαλλοϊταλικός άξονας, υπενθυμίζοντας ότι εκείνη έχει σημαίνοντα και κυριαρχικό ρόλο στις αποφάσεις που αφορούν τη δομή και λειτουργία της Ευρώπης.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα