Fitch: Γιατί αναμένει πλέον μια πιο μέτρια μείωση του ελλείμματος της Ελλάδας για το 2022

Οι χαμηλότερες προοπτικές ανάπτυξης και η παρέμβαση της ελληνικής κυβέρνησης για την άμβλυνση των επιπτώσεων της ενεργειακής κρίσης συνεπάγονται μια πιο μέτρια μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού της Ελλάδας ( BB/Positive ) για το 2022 από ό,τι προβλεπόταν προηγουμένως, αναφέρει σε έκθεσή της η Fitch Ratings.

Ωστόσο, η Fitch εξακολουθεί να αναμένει μείωση του δημόσιου χρέους τα επόμενα δύο χρόνια.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης, το πραγματικό ΑΕΠ της Ελλάδας αυξήθηκε κατά 8,3% το 2021, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Fitch, η οποία αναμένει ότι η ανάκαμψη μετά την πανδημία θα συνεχιστεί και το 2022, υποστηριζόμενη από την περαιτέρω ανάκαμψη στον τουρισμό και την επιτάχυνση της ανάπτυξης κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης (NextGenerationEU).

Ωστόσο, η Fitch μείωσε την πρόβλεψή του για ανάπτυξη για το 2022 στο 3,5% από 4,1%, όπως και τις προβλέψεις του για το 2023 στο 3,2% λόγω των υψηλότερων τιμών, της χαμηλότερης εμπιστοσύνης και της ασθενέστερης ανάπτυξης σε βασικούς εμπορικούς εταίρους μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.

Τα στοιχεία της έρευνας δείχνουν απότομη πτώση της εμπιστοσύνης των επιχειρήσεων και των καταναλωτών τον Μάρτιο και τον Απρίλιο. Ο πληθωρισμός των τιμών καταναλωτή έχει αυξηθεί απότομα, κυρίως λόγω των υψηλότερων τιμών της ενέργειας, αλλά και των βασικών επιπτώσεων από τον αποπληθωρισμό την άνοιξη του 2021.

Επιπλέον, η Ρωσία προμηθεύει περίπου το 40% των εισαγωγών φυσικού αερίου της Ελλάδας και το 11% της κατανάλωσης πρωτογενούς ενέργειας. Η ΕΚΤ υπολογίζει ότι η ελληνική ακαθάριστη προστιθέμενη αξία θα μπορούσε να μειωθεί κατά 0,8% εάν η προσφορά φυσικού αερίου μειωνόταν κατά 10%, οδηγώντας σε περιορισμό της διαθεσιμότητας.

Στο πρόσφατο δυσμενές σενάριο της Τράπεζας της Ελλάδος, το οποίο περιλαμβάνει παρατεταμένες διακοπές του ενεργειακού εφοδιασμού και της εφοδιαστικής αλυσίδας, η αύξηση του ΑΕΠ το 2022 θα ήταν 2 μ.β. κάτω από την προπολεμική βάσης της κεντρικής τράπεζας και 1 μ.β. κάτω από τη νέα γραμμή (3,8%), ενώ ο πληθωρισμός του δείκτη τιμών καταναλωτή θα ήταν κατά μέσο όρο 7%.

Τα δημόσια οικονομικά το 2021 βελτιώθηκαν περισσότερο από ό,τι περιμέναμε, αναφέρει η Fitch. Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης μειώθηκε στο 7,4% του ΑΕΠ (2020: 10,2%), χαμηλότερο από την εκτίμησή για 9,6%.

Ωστόσο, όπως αναφέρει, αναμένει βραδύτερη μείωση του ελλείμματος το 2022–2023 από ό,τι προβλεπόταν προηγουμένως, λόγω του πιο υποτονικού μακροοικονομικού περιβάλλοντος και των κυβερνητικών μέτρων για την άμβλυνση των επιπτώσεων των υψηλών τιμών της ενέργειας – η κυβέρνηση διέθεσε επιπλέον 2,0 δισεκατομμύρια ευρώ (περίπου 1% του πρόβλεψης ΑΕΠ) έως αυτόν τον τελευταίο μήνα.

Ο οίκος αναμένει πως το δημόσιο έλλειμμα θα μειωθεί στο 4,8% το 2022 και στο στο 3,1% το 2023. «Η πρόβλεψή μας για το 2023 προϋποθέτει ότι κάποια δημοσιονομική στήριξη που σχετίζεται με την ενέργεια θα παραμείνει και μετά το τρέχον έτος. Αυτό συνάδει με τα τελευταία μέτρα που ανακοινώθηκαν στις 6 Μαΐου, ορισμένα από τα οποία θα διαρκέσουν 12 μήνες από τον Ιούλιο», αναφέρει η Fitch.

O λόγος δημόσιο χρέος/ΑΕΠ μειώθηκε στο 193,3% στο τέλος του 2021, ελαφρώς κάτω από την εκτίμησή μας για 195,0%. Οι δημοσιονομικές προβλέψεις της Fitch υποδηλώνουν ότι ο δείκτης χρέους θα μειωθεί σε περίπου 182% έως το 2023, παρά τη βραδύτερη μείωση του ελλείμματος, με την ακόμα ισχυρή δυναμική της ονομαστικής ανάπτυξης να συνεπάγεται θετική διαφορά ανάπτυξης-επιτοκίου. Υποθέτει επίσης ότι η θέση ταμειακών αποθεμάτων του ελληνικού κράτους μειώνεται κατά περίπου 1,8% του ΑΕΠ φέτος.

Το δημόσιο χρέος θα παραμείνει αυξημένο για μεγάλο χρονικό διάστημα, αναφέρει ο οίκος αξιολόγησης. «Η πρόβλεψή μας για το 2023 είναι περίπου 3,3 φορές η διάμεση τιμή της κατηγορίας ΒΒ», επισημαίνει.

Ωστόσο, οι ελαφρυντικοί παράγοντες θα πρέπει να υποστηρίζουν τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.

Το απόθεμα ρευστοποιήσιμων περιουσιακών στοιχείων της Ελλάδας θα παραμείνει σημαντικό, περίπου στο 15% του ΑΕΠ στο τέλος του έτους. Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων έχουν αυξηθεί απότομα, αλλά το χαμηλό εμπορεύσιμο μερίδιο του χρέους (περίπου 24% για το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης) και η μέση διάρκεια 20,5 ετών μετριάζουν τον αντίκτυπο στο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους.

Εάν οι αποδόσεις των ομολόγων αυξάνονταν περαιτέρω στο 4% (από 3,6% σήμερα), η Fitch εκτιμά πως ο δείκτης εσόδων από τόκους το 2023 θα ήταν 5,9%, έναντι της προβλεπόμενης μέσης τιμής για την αξιολόγηση «BB» που είναι στο 9,0%. Η ευνοϊκή κατάσταση των περισσότερων ελληνικών χρέους σημαίνει ότι τα χρονοδιαγράμματα απόσβεσης είναι διαχειρίσιμα, βοηθούμενα επίσης από την αποπληρωμή των εκκρεμών δανείων του ΔΝΤ τον Απρίλιο, δύο χρόνια νωρίτερα από το χρονοδιάγραμμα.

Η ανακοίνωση της ΕΚΤ τον Δεκέμβριο ότι οι επανεπενδύσεις του προγράμματος αγοράς έκτακτης ανάγκης για πανδημία μπορούν να προσαρμοστούν σε περιόδους πίεσης της αγοράς υποστηρίζει τη βιωσιμότητα του χρέους. Η ΕΚΤ έχει επισημάνει ότι κατά την περίοδο επανεπένδυσης, τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου θα είναι αποδεκτά για πράξεις αναχρηματοδότησης από τις ελληνικές τράπεζες .

Η εμπιστοσύνη σε μια σταθερή καθοδική πορεία για τον λόγο δημόσιου χρέους/ΑΕΠ και η συνεχής βελτίωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων από συστημικά σημαντικές τράπεζες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναβάθμιση της αξιολόγησης της Ελλάδας.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα