Site icon The Indicator

Ευέλικτοι και πιο χαλαροί δημοσιονομικοί κανόνες στην ΕΕ – Τι κερδίζει η Ελλάδα

Η συμφωνία στο παρά πέντε του 2023 για τη μεταρρύθμιση του Συμφώνου Σταθερότητας αποτελεί ένα έντιμο συμβιβασμό ανάμεσα σε Βορρά (Γερμανία) και τις χώρες του Νότου, με τα σπόρια να δίνονται στις τελευταίες. Πρόκειται για μια συμφωνία που δημιουργεί νέα ισορροπία ανάμεσα σε Βορρά και Νότο, διαμορφώνοντας μια διαφορετική δημοσιονομική και οικονομική συνθήκη στην Ευρώπη.

Γράφει ο Νώντας Βλάχος

Αυτό που προκύπτει ως ασφαλές συμπέρασμα και δεν επιδέχεται αμφισβήτησης μετά την πολιτική συμφωνία, είναι πως η δημοσιονομική λογική που διέπει τη Γηραιά Ήπειρο αλλάζει άρδην. Από την αυστηρή πειθαρχία και τους σχολαστικούς κανόνες, οι Ευρωπαίοι τάχθηκαν υπέρ της υιοθέτησης μιας πιο χαλαρής οικονομικής πολιτικής, που θα ευνοεί τις επενδύσεις και την ανάπτυξη.

Οι γενικοί κανόνες- βασικές προβλέψεις για το δημοσιονομικό έλλειμμα (3% του ΑΕΠ) και το δημόσιο χρέος (60% του ΑΕΠ) παραμένουν αμετάβλητες, ωστόσο το υπόλοιπο πλαίσιο μεταρρυθμίζεται, προς όφελος χωρών όπως η Ελλάδα. Σημείο αναφοράς αποτελεί η προβλεπόμενη ταχύτητα απομείωσης του ελλείμματος, κάτι που ζητούσε μετ΄ επιτάσεως ο ευρωπαϊκός Νότος. Η μείωση του δημοσίου χρέους θα είναι πλέον σταδιακή, ενώ η απαιτούμενη μείωση χρέους θα υπολογίζεται με βάση τα χαρακτηριστικά κάθε κράτους-μέλους. Μάλιστα, το ελάχιστο όριο για τα κράτη με υψηλό χρέος (90% του ΑΕΠ) όπως η Ελλάδα, τίθεται η ετήσια μέση μείωση του χρέους κατά 1%.
Αλλαγές που ευνοούν τη δημοσιονομική ευελιξία συμφωνήθηκαν και στα ανώτατα όρια που αφορούν τα ελλείμματα. Αυτό που θα ισχύει, όταν θα τεθεί σε εφαρμογή το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας, προβλέπει τη θέσπιση ενός ενιαίου και λιγότερο αυστηρού ανώτατου ορίου ελλείμματος, το οποίο προβλέπει ότι το έλλειμμα δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 1,5% του ΑΕΠ.

Το όφελος για την Ελλάδα με την εξαίρεση των αμυντικών δαπανών

Για την Ελλάδα, που είναι ευνοημένη από τις παραπάνω αλλαγές, σημαίνουσα σημασία έχει η ικανοποίηση του… επίμονου αιτήματός της για ειδική διαχείριση -σε δημοσιονομικό επίπεδο- των αμυντικών δαπανών. Οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες προβλέπουν ότι όταν σημειώνεται υπέρβαση των ορίων για το έλλειμμα και το χρέος, θα συνυπολογίζεται κατά πόσο αυτή οφείλεται στην πραγματοποίηση υψηλών δαπανών για επενδύσεις στην άμυνα.

Επί του πρακτέου, δίνεται η δυνατότητα, αν ένα κράτος-μέλος έχει υψηλότερες επενδύσεις σε άμυνα σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ή προβαίνει σε μια σημαντική αύξηση των επενδύσεών του στην άμυνα, οι δαπάνες αυτές να μην λαμβάνονται υπόψη για την ένταξη ή μη του κράτους μέλους σε Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος.

Έτσι, οι επενδύσεις στην άμυνα θα λειτουργούν ως κατηγορία δαπανών που θα εξαιρούνται από τον υπολογισμό του (υπερβολικού) ελλείμματος. Οι επενδύσεις στην άμυνα είναι η μοναδική κατηγορία δαπανών για την οποία εισάγεται ρητά αυτή η πρόνοια.
Σημαντικό όφελος για την Ελλάδα προκύπτει από την απόφαση που προβλέπει ότι η ενσωμάτωση των τόκων επίσημων δανείων στο δημόσιο χρέος, η οποία είναι προγραμματισμένη για το 2033, δεν θα ληφθεί υπόψη στους υπολογισμούς εξέλιξης του ελληνικού δημοσίου χρέους όσον αφορά την εφαρμογή των νέων δημοσιονομικών κανόνων. Πρόκειται για  25 δισ. ευρώ  των αναβαλλόμενων πληρωμών τόκων από το δάνειο του EFSF που θα λήξουν το 2033.

Εν κατακλείδι η μεταρρύθμιση στο Σύμφωνο Σταθερότητας -που για πολλούς ήταν μονόδρομος- βάζει την Ευρώπη στις ράγες μιας νέας εποχής, όπου η δημοσιονομική πειθαρχία (επίτευξη στόχων) δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά το μέσον για τη διατήρηση της αναπτυξιακής πορείας και της επενδυτικής δυναμικής.

Exit mobile version