Site icon The Indicator

Επιδόσεις, ευκαιρίες, αλλά και προκλήσεις για την ελληνική οικονομία

Η “αυγή” του 2025 βρίσκει την ελληνική οικονομία σε μια σταθερή τροχιά ανάπτυξης και δημοσιονομικής σταθερότητας, επιδεικνύοντας αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα, απέναντι σε ένα ιδιαίτερα ασταθές διεθνές περιβάλλον. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν λείπουν και τα προβλήματα, που πρέπει να επιλυθούν άμεσα, ώστε η οικονομία να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις σημαντικές προκλήσεις που βρίσκονται στο δρόμο της.

Γράφει ο Σπύρος Σταθάκης

Ας δούμε όμως πρώτα τα θετικά. Όπως επισημαίνει η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας είναι υψηλότερος του αντίστοιχου μέσου ρυθμού της ΕΕ από το 2019 και έπειτα, με αποτέλεσμα την επιτάχυνση της πραγματικής σύγκλισης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ προς τα μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα. Έτσι, και σύμφωνα με τις προβλέψεις του προϋπολογισμού του 2025, ο ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται να ανέλθει σε 2,3%, το 2025, έναντι 1,3%, στην Ευρωζώνη.

Είναι εξάλλου ενδεικτικό το γεγονός ότι, η Ελλάδα κατέλαβε την τρίτη θέση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ το 2024 -ισοβαθμώντας με την Δανία- μετά την Ισπανία και την Ιρλανδία, με κριτήριο τις επιδόσεις της οικονομίας και, συγκεκριμένα, την πορεία του ΑΕΠ, του δείκτη του χρηματιστηρίου και του πληθωρισμού (The Economist, “Which economy did best in 2024?”, 10/12/2024).Παράλληλα, η ελληνική οικονομία βαδίζει στο νέο έτος εντός ενός σταθερού εσωτερικού πολιτικo-οικονομικού περιβάλλοντος, σύμφωνα και με σχετική ανάλυση της τράπεζας Alpha Bank.

Από την άλλη, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), σημειώνει ότι, η δυναμική  και η σταθερότητα που εκπέμπει η Ελληνική οικονομία, εκτός από την επιβράβευση με την απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, οδήγησε και στην πρόσφατη αναβάθμιση, την πρώτη εντός της επενδυτικής βαθμίδας, του αξιόχρεου της χώρας από τον οίκο Scope Ratings. Κριτήρια για αυτή την αναβάθμιση αποτέλεσαν η πτωτική πορεία του δημοσίου χρέους, η κατάσταση του τραπεζικού συστήματος και η ισχυρή ανάπτυξη.

Γενικότερα, η ελληνική οικονομία διέρχεται περίδιο βελτίωσης των μακροοικονομικών της μεγεθών.Πάλι σύμφωνα με την ΤτΕ,  η απασχόληση αυξάνεται και το ποσοστό ανεργίας έχει υποχωρήσει σε μονοψήφια επίπεδα παρά την πολύ σημαντική αύξηση του κατώτατου μισθού. Ως συνέπεια, το διαθέσιμο εισόδημα αυξάνεται και το ποσοστό του πληθυσμού που αντιμετωπίζει κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού έχει μειωθεί μεταξύ 2019 και 2023.

Αλλά και στο δημοσιονομικό “μέτωπο” η  ελληνική οικονομία καταγράφει υψηλές επιδόσεις, αφού η συνετή δημοσιονομική πολιτική που ακολουθείται τα τελευταία χρόνια και οι προσπάθειες καταπολέμησης της φοροδιαφυγής αποδίδουν καρπούς, καθώς επιτυγχάνονται υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα χωρίς την ανάγκη λήψης περιοριστικών μέτρων και αποκλιμακώνεται το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ.Σύμφωνα με τον προϋπολογισμό του 2025, το πρωτογενές πλεόνασμα αναμένεται να διαμορφωθεί σε 2,5% του ΑΕΠ το 2024 και 2,4% του ΑΕΠ το 2025, ενώ βάσει των στόχων του Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού-Διαρθρωτικού Σχεδίου θα παραμείνει σε αυτά τα επίπεδα μέχρι και το 2028.Παράλληλα, ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να αποκλιμακωθεί σταδιακά, από 154% το 2024 και 147,5% το 2025, σε 133% το 2028.

Μέχρι εδώ όλα καλά. Την ίδια ώρα όμως υπάρχουν και πηγές αβεβαιότητας, που κατά κύριο λόγο είναι εξωγενείς, όπως:

Επίσης, η διατήρηση του πληθωρισμού άνω του στόχου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και η επακόλουθη καθυστέρηση της αποκλιμάκωσης των επιτοκίων της ΕΚΤ μπορεί να αποδυναμώσουν τη δυναμική οικονομικής μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας.

Ταυτόχρονα, και σύμφωνα με το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο (ΕΔΣ), σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, παραμένουν σημαντικές προκλήσεις για την ελληνική οικονομία, οι οποίες αφορούν διαχρονικές μακροοικονομικές ανισορροπίες της.Μία από τις πιο σημαντικές, είναι οι συστηματικά χαμηλές αποταμιεύσεις και τα επίμονα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών, που σημαίνουν ότι η εξωτερική χρηματοδότηση είναι ζωτικής σημασίας για την ελληνική οικονομία. Όμως, όπως έδειξε η κρίση χρέους της προηγούμενης δεκαετίας, η μεγάλη εξάρτηση από την εξωτερική χρηματοδότηση αφήνει τη χώρα ευάλωτη σε μεταβολές της εμπιστοσύνης των διεθνών δανειστών.

Σύμφωνα πάντως με την ανάλυση της τράπεζας Alpha Bank, παρά την υψηλή αβεβαιότητα, διάφοροι παράγοντες όπως η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας, η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων που περιλαμβάνονται στον κυβερνητικό σχεδιασμό και το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, αλλά και η αναμενόμενη αποκλιμάκωση των επιτοκίων της ΕΚΤ, ενδέχεται να έχουν πολλαπλασιαστικά, θετικά οφέλη για την ελληνική οικονομία μεσοπρόθεσμα, μέσω της εγκαθίδρυσης ενός φιλικότερου προς το επιχειρείν περιβάλλοντος.

Ταυτόχρονα, η διατήρηση της δυναμικής του εισερχόμενου τουρισμού, με την παράλληλη αναβάθμιση των υποδομών που πραγματοποιείται τόσο με ιδιωτικούς πόρους, όσο και με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης, είναι πιθανό να οδηγήσουν σε υψηλότερα των αναμενόμενων έσοδα, αυξάνοντας περαιτέρω τη συμβολή του κλάδου στο ΑΕΠ.

Exit mobile version