Ελληνικό επιχειρείν: Οι παθογένειες του παρελθόντος, οι κίνδυνοι και τα μεγάλα στοιχήματα

Η ελληνική επιχειρηματικότητα, σ’ όποιο βεληνεκές και μέγεθος εκφράζεται, διαχρονικά ερχόταν αντιμέτωπη με τις δομικές παθογένειες του εγχώριου κρατικού συστήματος, που προκαλούσαν σοβαρές δυσχέρειες και λειτουργούσαν ως τροχοπέδη για την άνθιση του «επιχειρείν». Οι γραφειοκρατικές αγκυλώσεις και η υψηλή φορολογία αποτελούσαν αποτρεπτικούς παράγοντες για την προσέλκυση ξένων επενδυτών, φράζοντας παράλληλα τις φιλοδοξίες στους εγχώριους επιχειρηματίες, να «τρέξουν» και να αναπτύξουν με γοργό ρυθμό τα project τους.

Γράφει ο Νώντας Βλάχος

Τα τελευταία χρόνια, χάρη κυρίως στις σημαντικές μεταρρυθμίσεις που μετέβαλλαν θετικώς το εγχώριο πλαίσιο δράσης των επιχειρήσεων, το επιχειρηματικό περιβάλλον έχει γίνει πιο λειτουργικό και συνάμα πιο θελκτικό για τις εταιρείες. Η μείωση των φορολογικών συντελεστών και η ταχύτερη διεκπεραίωση διαδικασιών που αφορούν ζωτικές λειτουργίες μιας εταιρείας, έχουν βελτιώσει σημαντικά το κλίμα, κάτι που αποτυπώνεται με τρόπο εμφατικό στην πρόσφατη έρευνα του ΣΕΒ. Η πλειοψηφία των επιχειρήσεων αναγνωρίζει βελτίωση των κρίσιμων δεικτών του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, με όχημα την ψηφιοποίηση, ωστόσο στην κατά τα άλλα θετικά εξίσωση που έχει διαμορφωθεί, υπάρχει και η σκοτεινή πλευρά, ένας «πνεύμονας» ανησυχίας για τους επιχειρηματίες.

Τη σκοτεινή πλευρά συνθέτουν η πανδημία, η οποία παραμένει σε υψηλά επίπεδα εξάπλωσης, όπως επίσης και το εκρηκτικό κοκτέιλ που έχουν διαμορφώσει η ενεργειακή ακρίβεια, ο πληθωρισμός και οι ανατιμήσεις στις πρώτες ύλες. Εδώ και καιρό τόσο ο ΣΕΒ αλλά και άλλοι φορείς που άπτονται του ευρύτερου επιχειρείν, εκπέμπουν SOS, αναφορικά με τα τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζουν εξαιτίας κυρίως του υψηλού ενεργειακού κόστους. Η κυβέρνηση έλαβε μέτρα και προς την κατεύθυνση της ανακούφισης των επιχειρήσεων, ωστόσο διαφαίνεται ξεκάθαρα, καθότι η ενεργειακή κρίση δεν αποκλιμακώνεται και προφανώς θα κρατήσει και τους επόμενους μήνες, ότι απαιτούνται πρόσθετα μέτρα.

Το μήνυμα που «περνούν» οι επιχειρήσεις, μικρές μεσαίες και μεγάλες, το οποίο δεν αποτυπώνεται μόνο στην έρευνα του ΣΕΒ, αλλά και σε άλλες αντίστοιχες το προηγούμενο διάστημα, είναι πως αναγκάζονται και, μεγάλο μέρος όσων δεν το έχουν κάνει θα το πράξουν στο μέλλον, να αυξήσουν τις τιμές στα προϊόντα/υπηρεσίες τους, προκειμένου να ανταπεξέλθουν στις αυξημένες υποχρεώσεις.

Δεν πρόκειται περί απειλής, αλλά για την ωμή αλήθεια, την πραγματικότητα αν προτιμάτε, που αντιμετωπίζουν πλείστες επιχειρήσεις στην καθημερινότητά τους. Και ουδείς πρέπει να ξεχνάει ή να υποτιμάει το εξής, ειδικά όταν αναφερόμαστε σε επιχειρήσεις μικρού βεληνεκούς. Έχοντας υποστεί τεράστια πλήγματα από την πανδημία και τα lockdown, κυρίως οι μικρές επιχειρήσεις, χάρη στην οικονομική στήριξη που τους παρείχε το κράτος, κατάφεραν έστω και ασθμαίνοντας πλείστες από αυτές, να αποφύγουν την πτώχευση και το λουκέτο.

Οι μικρές επιχειρήσεις ζητούν νέα στήριξη

Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει ότι έχουν ξεφύγει από τον κίνδυνο, αντιθέτως με το εκρηκτικό κοκτέιλ ενεργειακής ακρίβειας, πανδημίας αλλά και της κατακόρυφης ανόδου του πληθωρισμού που λειτουργεί εις βάρος της καταναλωτικής δαπάνης, οι εταιρείες μικρού «κυβισμού», παραμένουν στην διακεκαυμένη ζώνη. Οι μικρές επιχειρήσεις, όπως προκύπτει και από την έρευνα του ΣΕΒ, ζητούν πρόσθετα μέτρα στήριξης, ενώ ένα υψηλό ποσοστό της τάξεως του 54,2%, των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στη μελέτη, αποδοκιμάζει τα ειδικά μέτρα που ελήφθησαν ανά κλάδο.

Τα ειδικά μέτρα, συνδυαστικά πάντα με την υγειονομική κατάσταση που δεν ομαλοποιείται, έπληξαν κυρίως το λιανεμπόριο και τον κλάδο της εστίασης. Στην παρούσα φάση, πάντως, η κυβέρνηση αποκλείει κάθε ενδεχόμενο πρόσθετων μέτρων στήριξης, επισημαίνοντας ότι τα δημοσιονομικά κριτήρια της χώρας, δεν επιτρέπουν κάτι τέτοιο. Εξαίρεση θα γίνει ίσως, μόνο, σε παρεμβάσεις που αφορούν το ενεργειακό κόστος.

Το στοίχημα της απορρόφησης των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης – Πρέπει να ανοίξει η «βεντάλια» του δανεισμού των ΜμΕ

Μέγα ζητούμενο πάντως για τις μικρές, μεσαίες αλλά και μεγάλες επιχειρήσεις, αποτελεί η αξιοποίηση του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και η απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων που προέρχονται κυρίως από το Ταμείο Ανάκαμψης στην πραγματική οικονομία. Εδώ υπεισέρχεται και το κομβικό ζήτημα της πρόσβασης στα δάνεια του εν λόγω ταμείου σε πολλές επιχειρήσεις, δηλαδή το άνοιγμα της «βεντάλιας» σε περισσότερους δικαιούχους. Χωρίς την έμπρακτη στήριξη και την άμεση ρευστότητα από τα εν λόγω δάνεια, με δεδομένο ότι τα κεφάλαια από την κρατική στήριξη λιγοστεύουν το 2022, μικρές αλλά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα βρεθούν ένα βήμα από τον γκρεμό. Ο αποκλεισμός από τη δανειοδότηση των εταιρειών που επλήγησαν από την πανδημία και προφανώς στην παρούσα φάση παρουσιάζουν ζημιογόνους ισολογισμούς, είναι κάτι που πρέπει να διευθετηθεί άμεσα. Και αυτό αφορά πρωτίστως τις τράπεζες και τη λογική που της διέπει αναφορικά με τη διάθεση δανείων από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα