Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο: Η δηµοσιονοµική επιβάρυνση αναµένεται να αυξηθεί το επόµενο διάστηµα

«Το αποτέλεσµα της εκτέλεσης του προϋπολογισµού στο τέλος του έτους θα είναι συνάρτηση τόσο των εξελίξεων σε σχέση µε την πανδηµία αλλά και µε την έκταση των επιπρόσθετων δηµοσιονοµικών µέτρων στήριξης της οικονοµίας» αναφέρει, μεταξύ άλλων, το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλο στην έκθεσή του για το β’ τρίμηνο του έτους στη οποία καταγράφει τις επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομία. Υψηλά ελλείµµατα καταγράφονται τόσο σε επίπεδο Κρατικού Προϋπολογισµού (€10,9 δισ.) όσο και σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης (€9,2 δισ.). Η δηµοσιονοµική επιβάρυνση αναµένεται να αυξηθεί το επόµενο διάστηµα.

Στα βασικότερα συμπεράσματα της έκθεσης του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:

– Το ΑΕΠ κατέγραψε σηµαντική επιβράδυνση το β’ τρίµηνο του 2020 κατά 15,2%, η µεγαλύτερη που έχει καταγραφεί τουλάχιστον από το 1995, αφότου δηλαδή υπάρχουν επίσηµα διαθέσιµα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ. Η πτώση αυτή προήλθε λόγω της περιστολής της οικονοµικής δραστηριότητας, η οποία ειδικά τον Απρίλιο ήταν πολύ µεγάλη. Προφανώς συνέβαλε σε αυτό η γενικευµένη οικονοµική ανασφάλεια, η οποία αποτυπώθηκε στην ισχυρή πτώση της ιδιωτικής κατανάλωσης και των επενδύσεων. Υποστηρικτικό σε µια τέτοια ερµηνεία είναι ότι οι αποταµιεύσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων συνέχισαν καθ’ όλη τη διάρκεια του Β’ τριµήνου να αυξάνονται, παρά τη µείωση των εισοδηµάτων και των απασχολούµενων. Επιπλέον στην πτώση του ΑΕΠ συνέβαλε η επιδείνωση του εξωτερικού ισοζυγίου κατά Euro 2,5 δισ. σε σχέση µε το Β’ τρίµηνο του 2019. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ταξιδιωτικές εισπράξεις µειώθηκαν κατά περίπου Euro 4,5 δισ. (ή ως ποσοστό κατά 98% περίπου) σε σχέση µε το Β’ τρίµηνο του 2019.

Σε επίπεδο εξαµήνου η πτώση του ΑΕΠ διαµορφώθηκε σε 7,9%. Ειδικότερα, το B’ τρίµηνο του 2020 η τελική καταναλωτική δαπάνη µειώθηκε σε ετήσια βάση κατά 10,1%, αποτέλεσµα κυρίως της πτώσης της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 11,6%. Ωστόσο και η δηµόσια κατανάλωση µειώθηκε κατά 3,2%, γεγονός αναµενόµενο σε ένα βαθµό, µιας και τα κυβερνητικά µέτρα που θεσπίστηκαν την περίοδο µέχρι και τον Ιούνιο αφορούσαν κυρίως µεταβιβάσεις και µεταθέσεις/µειώσεις φόρων, ενώ ένα µόνο µικρό κλάσµα αυτών κατευθύνθηκε απευθείας στη δηµόσια κατανάλωση. Όπως προαναφέρθηκε το ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών επιδεινώθηκε κατά περίπου Euro 2,5 δισ., µε τις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών να καταγράφουν πτώση κατά 32,1%, η οποίο µερικώς µόνο αντισταθµίστηκε από τη συγκράτηση των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών κατά 17,2%.
– Ο σηµαντικός περιορισµός της ζήτησης λόγω της πανδηµίας του Covid-19, η πτώση των διεθνών τιµών του πετρελαίου και η µείωση του ΦΠΑ από το 24% στο 13% σε διάφορες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών (από 1/6/2020) οδήγησαν στην ανάπτυξη αποπληθωριστικών τάσεων, µε τον Εναρµονισµένο ∆είκτη Τιµών Καταναλωτή (Εν.∆ΤΚ) να κινείται σε αρνητικό έδαφος από τον Απρίλιο του 2020 και µετά.

Συγκεκριµένα, η ποσοστιαία µεταβολή του µέσου Εν.∆ΤΚ του δωδεκαµήνου Αυγούστου 2019 – Ιουλίου 2020 διαµορφώθηκε σε -0,2% έναντι 0,8% του αντίστοιχου προηγούµενου δωδεκαµήνου.

Ειδικότερα, τον Ιούλιο του 2020, ο Εν.∆ΤΚ µειώθηκε κατά 2,1% σε σχέση µε τον αντίστοιχο µήνα του προηγούµενου έτους.

– Σύµφωνα µε τα τελευταία διαθέσιµα στοιχεία (Ιούνιος 2020), η απασχόληση δέχεται πλήγµα ως αποτέλεσµα της οικονοµικής κρίσης που προκάλεσε η πανδηµία του Covid-19, µε αποτέλεσµα να αντιστραφεί η πορεία βελτίωσης που παρατηρούνταν τα προηγούµενα έτη. Ειδικότερα, την περίοδο Μαρτίου-Ιουνίου 2020, η απασχόληση µειώθηκε κατά 137,1 χιλιάδες άτοµα ενώ οι άνεργοι αυξήθηκαν κατά 177,5 χιλιάδες άτοµα φτάνοντας τα 836,6 χιλιάδες άτοµα. Έτσι, το ποσοστό ανεργίας τον Ιούνιο του 2020 διαµορφώθηκε σε 18,3% έναντι 14,5% τον Μάρτιο του ίδιου έτους και 17,1% τον αντίστοιχο µήνα πέρσι. ∆ηλαδή, το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε κατά 3,7% σε µόλις τρεις µήνες. Αντίστοιχα, σε σχέση µε τον Ιούνιο του 2019, ο αριθµός των απασχολούµενων µειώθηκε κατά 169,1 χιλιάδες άτοµα, ενώ σηµαντική είναι και η µείωση που παρατηρείται στο εργατικό δυναµικό.

Η κρίση στην αγορά εργασίας αποτυπώνεται στα στοιχεία του πληροφοριακού συστήµατος Εργάνη τα οποία περιλαµβάνουν τον Αύγουστο του 2020. Το ισοζύγιο των ροών µισθωτής απασχόλησης της περιόδου Ιανουαρίου – Αυγούστου διαµορφώθηκε σε 115.647 θέσεις εργασίας έναντι 284.886 πέρσι.

Αυτό είναι το δεύτερο χειρότερο αποτέλεσµα περιόδου από το 2013. Τα παραπάνω µεγέθη προϊδεάζουν για µια σηµαντική επιδείνωση των µεγεθών της απασχόλησης στο σύνολο του έτους, η έκταση της οποίας θα εξαρτηθεί από την πορεία του αριθµού των απασχολούµενων κατά τους επόµενους µήνες.

– Ο ετήσιος ρυθµός µεταβολής της χρηµατοδότησης των επιχειρήσεων ακολουθεί συνεχή θετική πορεία το τελευταίο έτος και διαµορφώθηκε στο 5,8% τον Ιούλιο που συνεπάγεται αύξηση του υπολοίπου των χρηµατοδοτήσεων κατά Euro 1,4 δισ. σε σχέση µε τον Ιούλιο του 2019. Στην αύξηση του ρυθµού χρηµατοδοτήσεων του διµήνου Ιουνίου-Ιουλίου συνέβαλε σηµαντικά η παροχή κρατικών εγγυήσεων στις χορηγήσεις δανείων σε επιχειρήσεις, το οποίο συγκαταλέγεται στα µέτρα για την άµβλυνση των συνεπειών της κρίσης Covid-19. Αντιθέτως, ο ετήσιος ρυθµός µεταβολής της χρηµατοδότησης για στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια συνεχίζει να κινείται σε αρνητικά επίπεδα. ∆ιαµορφώθηκε τον Ιούλιο του 2020 σε -2,9% στον τοµέα της στέγης και σε -1,5% σε ό,τι αφορά την καταναλωτική πίστη.

– Οι ευνοϊκές συνθήκες στις αγορές των ελληνικών οµολόγων εξακολουθούν να υφίστανται, παρά την άνοδο που παρουσιάστηκε τον Απρίλιο, η οποία αποδίδεται στη διεθνή ανησυχία για τις οικονοµικές επιπτώσεις τις πανδηµίας και η οποία επηρέασε το σύνολο σχεδόν των ευρωπαϊκών τίτλων. Οι αποδόσεις έχουν πλέον εξοµαλυνθεί παρουσιάζοντας ιστορικά χαµηλά επιτόκια συνεπικουρούµενες από τις αγορές οµολόγων (χωρών-µελών της Ευρωζώνης) από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Σηµειώνεται ότι τις αρχές Σεπτεµβρίου η ελληνική Κυβέρνηση προχώρησε σε επανέκδοση δεκαετούς οµολόγου, µε την οποία άντλησε Euro 2,5 δισ. µε επιτόκιο 1,23%. Έκτοτε η απόδοση έχει υποχωρήσει ακόµα χαµηλότερα (περί το 1,1%) το οποίο αποτελεί σαφής ένδειξή ότι υπάρχει ρευστότητα στις διεθνείς αγορές και ότι διατηρείται η ζήτηση για τα ελληνικά οµόλογα.

Ήδη πάντως στο επτάµηνο ο Κρατικός Προϋπολογισμός καταγράφει ένα πρωτοφανές για τα τελευταία χρόνια έλλειµµα €11 περίπου δισ. µε πρωτογενές έλλειµµα €7,5 δισ.

Τα φορολογικά έσοδα του ΚΠ, συγκρινόµενα µε το αντίστοιχο περσινό διάστηµα, υπολείπονται κατά €3,5 δισ., µε το µεγαλύτερο µέρος της απόκλισης να αποδίδεται στους φόρους αγαθών και υπηρεσιών (κατανάλωσης), καθώς σε σχέση µε το περυσινό αντίστοιχο διάστηµα είναι µειωµένα κατά περίπου €2,6 δισ. Σχεδόν όλες σε όλες τις κατηγορίες φορολογικών εσόδων εµφανίζεται πτώση εισπράξεων, µε βασική πηγή απώλειας τα έσοδα από έµµεσους φόρους (- €2.588 εκατ.), λόγω της πτώσης της κατανάλωσης, και από φόρους εισοδήµατος (- €901 εκατ.). ∆ύο µόλις κατηγορίες φορολογικών εσόδων παρουσίασαν αύξηση το επτάµηνο του 2020 σε σχέση µε το 2019. Πρόκειται για τους λοιπούς φόρους επί παραγωγής (+ €121 εκατ.) και τους λοιπούς τρέχοντες φόρους (+ €61 εκατ.). Οι δαπάνες του κρατικού προϋπολογισµού στις πλέον ανελαστικές κατηγορίες δηλαδή τους µισθούς, τις συντάξεις και τους τόκους παρουσιάζουν µια πανοµοιότυπη εικόνα σε σχέση µε την περυσινή περίοδο. όµως, τόσο το σύνολο των µεταβιβάσεων όσο και των δαπανών του προγράµµατος δηµοσίων επενδύσεων είναι αυξηµένα κατά €1,8 δισ. και κατά €3,1 δισ. αντιστοίχως, καθώς στις κατηγορίες αυτές έχουν ενταχθεί οι έκτακτες δαπάνες αντιµετώπισης της πανδηµίας .

Σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης (ΓΚ) το αποτέλεσµα (σε ταµειακή βάση) κατά το πρώτο επτάµηνο του 2020 είναι ελλειµµατικό κατά €9,4 δισ., έναντι πλεονάσµατος €248 εκατ. κατά το αντίστοιχο διάστηµα πέρσι. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται τόσο στη σηµαντική υποχώρηση των εσόδων (-€4,1 δισ.) όσο και στην εξίσου σηµαντική αύξηση των δαπανών (+€2,7 δισ.). Ειδικότερα, η µεγαλύτερη µείωση των εσόδων αφορά στα έσοδα από φόρους (-€4,2 δισ.) και στα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές (-€622 εκατ.). Οι µειώσεις αυτές οφείλονται στους περιορισµούς στην οικονοµική δραστηριότητα λόγω της πανδηµίας, αλλά και στο µέτρο αναστολής φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων που θεσµοθετήθηκε για την αντιµετώπιση των προβληµάτων ρευστότητας που δηµιούργησε η υγειονοµική κρίση. Αντίστοιχα, οι δαπάνες εµφανίζονται αυξηµένες κυρίως στο σκέλος των «Μεταβιβάσεων» (+€3,6 δισ.) το οποίο, όπως προαναφέρθηκε οφείλεται στα κυβερνητικά µέτρα ανάσχεσης της οικονοµικής κρίσης. Επισηµαίνεται ότι τα δηµοσιονοµικά αποτελέσµατα αναµένεται να επιδεινωθούν περαιτέρω λόγω της συνέχισης της ύφεσης στην οικονοµία, της πιθανής παράτασης της περιόδου εφαρµογής των εκτάκτων µέτρων στήριξής και κατά τους επόµενους µήνες του 2020, αλλά και λόγω περαιτέρω αύξησης των δαπανών (άνω των €6 δισ.). Η αύξηση αυτή προβλέφθηκε άλλωστε µε την κατάθεση δεύτερου συµπληρωµατικού προϋπολογισµού εντός του Σεπτεµβρίου.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα