Δ. Παπαδημούλης: «Καθοριστικής σημασίας η διαμόρφωση ενός Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου για τη νέα ΚΑΠ»

Συνέντευξη έδωσε ο Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και επικεφαλής της Ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, Δημήτρης Παπαδημούλης, στο δημοσιογραφικό site «Agro24» που εξειδικεύεται στον αγροτικό τομέα της χώρας μας.

Στη σχετική ανάρτηση του ενημερωτικού portal, με τίτλο «Η ΚΑΠ απέτυχε να στηρίξει την παραγωγή χαμηλής έντασης» (link), ο Ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, αναφέρεται στην νέα ΚΑΠ, τις αλλαγές που φέρνει, τις χρηματοδοτήσεις και όσα προβλέπει για τη βιωσιμότητα του αγροτικού τομέα, αλλά και τις δυνατότητες που διαφάινονται για την ελληνική γεωργία και κτηνοτροφία.

Δεδομένου ότι «σύμφωνα με την κατανομή κονδυλίων της ΚΑΠ για την επταετία 2021-2027, η Ελλάδα αναμένεται να λάβει σε τρέχουσες τιμές, περί τα 14,5 δισ. ευρώ άμεσες ενισχύσεις και 4,02 δισ. ευρώ για την αγροτική ανάπτυξη, συν ακόμη 365,3 εκ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης», ο Δημήτρης Παπαδημούλης επισημαίνει ότι «το ζητούμενο για την Ελλάδα είναι η διαμόρφωση ενός φιλόδοξου και ολιστικού σχεδίου που δεν θα αφήνει αναξιοποίητα κονδύλια».

Και προσθέτει: «Γι’ αυτό, απαιτείται ευρεία δημόσια διαβούλευση με όλους τους φορείς, προκειμένου το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο να αντανακλά τις ανάγκες των αγροτών», αλλά «δυστυχώς, μέχρι στιγμής, η κυβέρνηση της ΝΔ καταρτίζει το σχέδιο πίσω από κλειστές πόρτες».

Ακολουθεί η πλήρης συνέντευξη:

Πώς βλέπετε να διαμορφώνεται η νέα ΚΑΠ και ποια είναι τα σημεία – κλειδιά που την διαφοροποιούν από την προηγούμενη;

Η διετία 2021-2022 αποτελεί μεταβατική περίοδο για την ΚΑΠ. Οι κανόνες που θα εφαρμοστούν αυτή τη διετία βασίζονται στην αρχή της συνέχειας των κανόνων της προηγούμενης περιόδου, ενώ περιλαμβάνουν και νέα στοιχεία για τη διασφάλιση της ομαλής μετάβασης προς τη νέα ΚΑΠ. Τα κράτη-μέλη θα πρέπει να διατηρήσουν τουλάχιστον το τρέχον επίπεδο φιλοδοξίας όσον αφορά τους περιβαλλοντικούς και κλιματικούς στόχους, ενώ, κατά τη μεταβατική αυτή περίοδο, θα διατεθούν και τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης που προορίζονται για την αγροτική ανάπτυξη και αποσκοπούν στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, στην ανάκαμψη και ανθεκτικότητα των αγροτικών οικονομιών.

Η ενσωμάτωση των νέων, ενισχυμένων περιβαλλοντικών στόχων της ΕΕ αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της νέας ΚΑΠ. Η ΚΑΠ καλείται να συμβάλει από την πλευρά της στον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας της Ένωσης – ζήτημα που διέπει οριζόντια όλα τα προγράμματα και τις πολιτικές της ΕΕ.
Παράλληλα, εισάγονται και επιπλέον νέα και σημαντικά στοιχεία. Αναφέρομαι στα Εθνικά Στρατηγικά Σχέδια, που θα περιλαμβάνουν το συνολικό πακέτο ενεργειών κάθε κράτους-μέλους για την υλοποίηση των στόχων της ΚΑΠ.

Η δυνατότητα συγχρηματοδότησης από τα κράτη-μέλη των μέτρων που θα υλοποιούνται υπό τον Πυλώνα ΙΙ για την αγροτική ανάπτυξη, μπορεί να αποτελέσει ανταγωνιστικό μειονέκτημα για χώρες όπως η Ελλάδα, που έχουν περιορισμένους εθνικούς πόρους και μεγάλη γκάμα παραγωγής συγκριτικά μικρότερων ποσοτήτων. Για να αντιρροπηθεί η πίεση στις μικρομεσαίες εκμεταλλεύσεις, προβλέπεται η αναδιανεμητική ενίσχυση, που στοχεύει στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων μεταξύ των παραγωγών και στην ενίσχυση της ύπαρξης και βιωσιμότητας μικρότερων εκμεταλλεύσεων.

Ακόμη, η νέα ΚΑΠ χαρακτηρίζεται από μεγαλύτερη ευελιξία μεταφοράς κονδυλίων μεταξύ των δύο πυλώνων της. Αυτή η ευελιξία έχει διπλή ανάγνωση, με τη θετική να συνιστά ευκαιρία για τα κράτη-μέλη να προσαρμόσουν στις ανάγκες τους την πράσινη μετάβαση του αγροτικού τομέα.

Σε ποιο ποσό ανέρχονται οι χρηματοδοτήσεις που θα δοθούν από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό του 2021 για τον πρωτογενή τομέα και τι θα πρέπει να περιμένει ο Έλληνας αγρότης μέσα στη χρονιά;
Σύμφωνα με την κατανομή των κονδυλίων της ΚΑΠ για την επταετία 2021-2027, η Ελλάδα αναμένεται να λάβει, σε τρέχουσες τιμές, περί τα 14,5 δισ. ευρώ για άμεσες ενισχύσεις και περί τα 4,02 δισ. ευρώ για την αγροτική ανάπτυξη, στα οποία προστίθενται 365,3 εκ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης. Πρόκειται για ελαφρώς μειωμένα κονδύλια στον Πυλώνα Ι και ελαφρώς αυξημένα στον Πυλώνα ΙΙ, δεδομένης της προσαύξησης που προβλέπεται για την αγροτική ανάπτυξη από το Ταμείο Ανάκαμψης.

Ειδικά το 2021, η Ελλάδα θα λάβει, σε τρέχουσες τιμές, 2,07 δισ. ευρώ από τον Πυλώνα Ι και 680,2 εκ. ευρώ από τον Πυλώνα ΙΙ, στα οποία προστίθενται επιπλέον 108,1 εκ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Για το 2021, όπως και για το 2022, θα ισχύουν οι κανόνες της προηγούμενης περιόδου. Καθοριστικής σημασίας θα είναι, ωστόσο, η διαμόρφωση του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου της Ελλάδας για τη νέα ΚΑΠ. Τα κράτη-μέλη πρέπει να υποβάλουν μέχρι το τέλος της χρονιάς τα σχέδιά τους. Στις 18.12.2020, η Κομισιόν δημοσιοποίησε τις συστάσεις της για την προετοιμασία των στρατηγικών σχεδίων, με την πρόταση για την Ελλάδα να περιλαμβάνει 17 συστάσεις, χωρισμένες σε τέσσερις ενότητες: ανθεκτικός γεωργικός τομέας, περιβάλλον και γεωργία, ενίσχυση του κοινωνικού και οικονομικού ιστού στην ύπαιθρο και καινοτομία και ψηφιοποίηση.
Το ζητούμενο για την Ελλάδα είναι η διαμόρφωση ενός φιλόδοξου και ολιστικού σχεδίου που δεν θα αφήνει αναξιοποίητα κονδύλια και θα προετοιμάσει από όλες τις πλευρές τον αγροτικό τομέα για τη μετάβαση. Γι’ αυτό, απαιτείται ευρεία δημόσια διαβούλευση με όλους τους φορείς, προκειμένου το Εθνικό Στρατηγικό Σχέδιο να αντανακλά τις ανάγκες των αγροτών και να ανταπεξέλθει με επιτυχία στις προκλήσεις. Δυστυχώς, μέχρι στιγμής, η κυβέρνηση της ΝΔ καταρτίζει το σχέδιο πίσω από κλειστές πόρτες.

Έχει ολοκληρωθεί και η διαδικασία κύρωσης του μακροπρόθεσμου προϋπολογισμού της Ε.Ε. με ορίζοντα επταετίας. Τι προβλέπει για τον αγροτικό τομέα; Άλλοι μιλούν για περικοπές, άλλοι για αύξηση του προϋπολογισμού και άλλοι για σταθερά ποσά. Πώς θα πρέπει να μετράμε τα ποσά, σε τρέχουσες τιμές ή σε τιμές μιας συγκεκριμένης χρονιάς;
Πράγματι, ορισμένοι κάνουν λόγο για σταθερά ποσά ή ακόμη και για αυξήσεις, αναλόγως της σκοπιμότητας που θέλουν να εξυπηρετήσουν. Παραλείπουν, ωστόσο, να αναφέρουν ότι συγκρίνουν τα ποσά του προηγούμενου επταετούς προϋπολογισμού που εκφράζονται σε τιμές 2018, με τα ποσά του νέου εκφρασμένα σε τρέχουσες τιμές.

Συγκρίνουν, δηλαδή, μήλα με πορτοκάλια, καθώς στο μεταξύ έχουν μεσολαβήσει αναπροσαρμογές των αξιών. Είτε θα μιλάμε για τρέχουσες τιμές είτε για τιμές μιας συγκεκριμένης χρονιάς. Μόνο έτσι μπορούμε να κάνουμε σωστές συγκρίσεις και να βγάλουμε ορθά συμπεράσματα.
Τόσο για τον πολυετή προϋπολογισμό της ΕΕ όσο και για τα 750 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης, οι διαπραγματεύσεις και τα συμφωνηθέντα ποσά εκφράζονται επίσημα σε τιμές 2018 – αυτές οι τιμές είναι το σημείο αναφοράς και σύγκρισης. Με βάση τα επίσημα στοιχεία σε τιμές 2018, το ποσό της ΚΑΠ την επταετία 2014-2020 ανερχόταν σε 388,2 δισ. ευρώ, ενώ ο προϋπολογισμός για την περίοδο 2021-2027 προβλέπει κονδύλια ύψους 343,9 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των 7,5 δισ. ευρώ για την αγροτική ανάπτυξη από το Ταμείο Ανάκαμψης. Συνεπώς, η πραγματικότητα είναι ότι έχουμε συνολικά μείωση της τάξης του 11,4%, που αντιστοιχεί σε 32,9 δισ. ευρώ λιγότερα στον Πυλώνα Ι και 11,4 δισ. ευρώ λιγότερα στον Πυλώνα ΙΙ. Επαναλαμβάνω ότι τα ανωτέρω ποσά είναι σε τιμές 2018, πράγμα που σημαίνει ότι η τρέχουσα αξία των μειώσεων είναι μεγαλύτερη.

Τι συμβαίνει στο παρασκήνιο των διαπραγματεύσεων για τη νέα ΚΑΠ στο Ευρωκοινοβούλιο; Είναι αλήθεια ότι οι Πράσινοι και η Ευρωπαϊκή Αριστερά έχουν παραγκωνιστεί από τις ευρωομάδες των Χριστιανοδημοκρατών, των Σοσιαλιστών και των φιλελεύθερων του RENEW;

Είναι αλήθεια ότι μετά τη θεσμική ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων μεταξύ των πολιτικών ομάδων και ενώ αρκετά ζητήματα είχαν παραμείνει ανοιχτά, οι Ομάδες του ΕΛΚ, των Σοσιαλιστών και του Renew επέλεξαν να περιοριστούν σε μεταξύ τους συζητήσεις και διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό της πλειοψηφικής θέσης του Ευρωκοινοβουλίου για την ΚΑΠ.
Αυτή η τακτική οδήγησε σε μη αποδεκτές θέσεις που καταλήγουν επιζήμιες για την Ελλάδα, ιδίως στη θέση για τον Κανονισμό για τα Στρατηγικά Σχέδια της ΚΑΠ. Υπερψηφίστηκε, παραδείγματος χάριν, η υποχρέωση πλήρους εσωτερικής σύγκλισης των δικαιωμάτων βασικής ενίσχυσης έως το 2026 – κάτι που αποτελεί κόκκινη γραμμή για την Ελλάδα, η εξαίρεση του 60% των πόρων για την εξισωτική αποζημίωση από τις παρεμβάσεις που αφορούν τους περιβαλλοντικούς και κλιματικούς στόχους της ΕΕ, ενώ πάγια θέση μας είναι η εξισωτική αποζημίωση να συνυπολογίζεται στο 100%, κλπ.
Είναι εξαιρετικά προβληματικό ότι επιλέχθηκε σκοπίμως η έλλειψη ευρείας συνεννόησης και συνεργασίας για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα, οδηγώντας σε στρεβλά αποτελέσματα.

Σε πρόσφατη συνέντευξή σας είχατε αναφερθεί στη δημιουργία ενός Παρατηρητήριου που θα ελέγχει τη δίκαιη κατανομή των επιδοτήσεων στη χώρα μας. Έχουν γίνει κάποιες κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση;

Η πρωτοφανής κρίση που έχει προκαλέσει η πανδημία έχει καταδείξει-δυστυχώς με τον πλέον αρνητικό τρόπο- ότι δεν έχουμε το περιθώριο να πάει ούτε ένα ευρώ χαμένο, ακολουθώντας τις πρακτικές του παρελθόντος που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία. Για το λόγο αυτό έχω αναφερθεί στην ανάγκη δημιουργίας ενός παρατηρητηρίου που θα εποπτεύει πού και πώς αξιοποιούνται τα χρήματα που θα έρθουν στη χώρα μας και αν πράγματι αξιοποιούνται προς όφελος του συνόλου της κοινωνίας και όχι μιας μικρής κάστας. Και πιστεύω ότι το παρατηρητήριο αυτό θα πρέπει να δημιουργηθεί και να λειτουργεί υπό την Ελληνική Βουλή, ώστε ο τρόπος διάθεσης των κονδυλίων να αποτελεί άμεσα αντικείμενο κοινοβουλευτικού ελέγχου.
Δυστυχώς, η κυβέρνηση της ΝΔ έχει επιλέξει να απορρίψει μια τέτοια πρόταση και επιλέγει την μονοκομματική διαχείριση. Αν δούμε ότι εξακολουθεί να μην υπάρχει ανταπόκριση για την από κοινού δημιουργία ενός τέτοιου παρατηρητηρίου, τότε αυτό θα μπορούσε να δημιουργηθεί με πρωτοβουλία της αντιπολίτευσης και των κοινωνικών οργανώσεων. Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορούμε να επιτρέψουμε την αδιαφάνεια, την οποία η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη επιχειρεί να καταστήσει κανόνα.

Πολλά έχουν γραφτεί για την Πράσινη Συμφωνία, ένα πολύπλοκο εγχείρημα με στόχο τη διατήρηση του κλίματος και την προστασία του περιβάλλοντος. Ποιες είναι οι σημαντικότερες αλλαγές που θα επιφέρει στον αγροτικό τομέα, ειδικότερα στη χώρα μας;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εδώ και χρόνια αντιμετωπίζουμε μιαν οξυμένη κλιματική κρίση, την οποία πρέπει να αντιμετωπίσουμε άμεσα και αποτελεσματικά σε όλα τα επίπεδα. Οι αγροτικές περιοχές έχουν σημαντικό ρόλο στην υλοποίηση της πράσινης μετάβασης μέσα από φιλόδοξους στόχους για το κλίμα, το περιβάλλον και τη βιοποικιλότητα που τίθενται με νέες ευρωπαϊκές στρατηγικές.
Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι οι κλιματικές πολιτικές της Ένωσης και η ανάπτυξη του αγροτικού τομέα είναι έννοιες αλληλοσυγκρουόμενες. Σημαίνει, όμως, ότι οι φιλόδοξοι στόχοι απαιτούν την κατάλληλη χρηματοδότηση για την υλοποίησή τους κατά τρόπο δίκαιο και βιώσιμο. Όταν ζητούνται περισσότερα από τους παραγωγούς και την γεωργία, πρέπει να χρηματοδοτούνται ανάλογα.
Μια ισχυρή περιβαλλοντική πολιτική απαιτεί επιπλέον πόρους και επενδύσεις που θα στηρίζουν τον αγροτικό τομέα και τους παραγωγούς στην πορεία της πράσινης μετάβασης, ώστε να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του αγροτικού τομέα. Ο κίνδυνος, λοιπόν, δεν προκύπτει από τους κλιματικούς στόχους της ΕΕ και την Πράσινη Συμφωνία, αλλά από την έλλειψη ή και την αναποτελεσματικότητα των μέτρων που την συνοδεύουν, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο.

Από την εμπειρία σας στο ευρωκοινοβούλιο, θεωρείτε ότι η Ε.Ε. στέκεται δίπλα σε όσους θέλουν να ασχοληθούν με τη γη παράγοντας προϊόντα ποιότητας με ήπιες μεθόδους ή ευνοεί την εντατικοποίηση και τον συγκεντρωτισμό του αγροτικού τομέα; Γιατί;

H πραγματικότητα δείχνει ότι η αγροτική πολιτική της ΕΕ έχει τεράστια επίδραση στη διαχείριση των γεωργικών εκτάσεων. Η ΚΑΠ απέτυχε να στηρίξει την παραγωγή χαμηλής έντασης, καθώς η παραδοσιακή, οικολογικά βιώσιμη και φιλικότερη προς το περιβάλλον αγροτική παραγωγή δεν ήταν οικονομικά βιώσιμη. Αυτό ήταν δομική επιλογή της ΚΑΠ και οδήγησε σε εντατικοποίηση της γεωργίας σε μαζική κλίμακα σε ολόκληρη την ΕΕ. Η στροφή προς τις μονοκαλλιέργειες, σε περισσότερα φυτοφάρμακα, σε λιγότερη αγρανάπαυση κλπ., οδήγησαν και σε έντονα περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως η διάβρωση των εδαφών, η υφαλμύρωση των υπόγειων υδροφορέων, η νιτρορύπανση του εδάφους και η μείωση της βιοποικιλότητας.
Τα αποτελέσματα αυτά προσδοκά να καταπολεμήσει η νέα περιβαλλοντική διάσταση της ΚΑΠ. Είναι, ωστόσο, εξαιρετικά σημαντικό ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να επιτευχθεί από τη μια μέρα στην άλλη, όταν η για δεκαετίες λογική της ΚΑΠ δημιούργησε ένα δομικό ζήτημα, στρέφοντας τους παραγωγούς προς έναν εντατικοποιημένο τρόπο παραγωγής. Απαιτείται επαρκές μεταβατικό διάστημα με παράλληλη στήριξη των αγροτών και υλοποίηση έργων που θα υποβοήσουν την σκοπούμενη μετάβαση και τη βιωσιμότητα και ανάπτυξη του αγροτικού τομέα.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα