«Χρυσή» εφεδρεία για την ελληνική οικονομία η έξοδος στις αγορές

Εν καιρώ κρίσης, οιασδήποτε μορφής, βασικό συστατικό για την επιτυχή αντιμετώπισή της, είναι η εκμετάλλευση εις το έπακρον όλων των ευκαιριών, των θετικών συγκυριών που προκύπτουν. Η αγορά ομολόγων και το ευνοϊκό κλίμα που έχει δημιουργηθεί, αποτελούν το παράθυρο ευκαιρίας για την ελληνική οικονομία να αντλήσει χρήματα, να ενισχύσει σημαντικά τον κρατικό κουμπαρά και τα διαθέσιμά του, ούτως ώστε να αντιμετωπίσει με περίσσεια επάρκεια τα μείζονα ζητήματα-δημοσιονομικής φύσης-που έχει δημιουργήσει η πανδημία του κορωνοϊού.

Γράφει ο Νώντας Βλάχος

Η Ελλάδα θα ξαναβγεί στις αγορές, αυτή τη φορά με την έκδοση νέου πενταετούς ομολόγου, ακολουθώντας μια «συνταγή» που της έχει πάει πρίμα και αποδεικνύεται ως ένα εξαιρετικό εργαλείο για την εισροή και την εναποθήκευση κεφαλαίων, άκρως αναγκαίων και σημαντικών.

Το υπουργείο Οικονομικών έκρινε σωστά ότι είναι απαραίτητο να εκμεταλλευτεί το θετικό μομέντουμ που καταγράφεται στη διεθνή αγορά ομολόγων αλλά και του γεγονότος ότι οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων εξακολουθούν να βρίσκονται σε χαμηλά επίπεδα.

Ρόλο επιταχυντή στην απόφαση του υπουργείου Οικονομικών, διαδραμάτισε και η πρόσφατη αναβάθμιση του αξιόχρεου της ελληνικής οικονομίας από την Standard & Poor’s, η οποία μεταξύ άλλων κρίνει πλέον ως θετικές, στην έκθεσή της, τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Η ψήφος εμπιστοσύνης που απλόχερα παρείχε ο διεθνής οίκος αξιολόγησης προς την Αθήνα και η εν γένει θετική αντιμετώπιση που λαμβάνει η ελληνική οικονομία από ξένους φορείς και «ομογάλακτους» της S&P, προσδίδουν θετικό πρόσημο στις προσπάθειες εξόδου της χώρας στις αγορές.

Υπό αυτή την έννοια και με δεδομένο ότι και το σχέδιο ανάκαμψης της Ελλάδας, το οποίο παρουσιάστηκε στην Κομισιόν, έχει τύχει θετικής αποδοχής από Θεσμούς και λοιπούς ενδιαφερόμενους, η νέα απόπειρα άντλησης κεφαλαίων από τις αγορές, εμπεριέχει τον σπόρο της επιτυχίας.

Τι επιδιώκει το ΥΠΟΙΚ

Με παρακαταθήκη τις δύο προηγούμενες εξόδους στις αγορές, εντός του 2021 και εν μέσω πανδημίας, το υπουργείο Οικονομιών επιθυμεί να αντλήσει τουλάχιστον 2,5 δισ.ευρώ, αν και ο πήχης δύναται τελικώς να ξεπεράσει και τα 3 δισ. Ο στόχος είναι διττός, με συγκεκριμένα ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά. Αρχικώς να καταβληθούν προσφορές άνω των 20 δισ.ευρώ και ιδανικά αυτές να γίνουν από funds, επενδυτές και άλλους «παίκτες», υψηλής ποιότητας και κύρους, όπως άλλωστε συνέβη και στις προηγούμενες δύο εκδόσεις.

Οι εν λόγω εκδόσεις αποτελούν σημαντική παρακαταθήκη, καθότι έγιναν υπό πιο «σκληρές» συνθήκες, ελέω πανδημίας και κατέδειξαν την ανθεκτικότητα αλλά και το θετικό αποτύπωμα των ελληνικών ομολόγων στη διεθνή αγορά. Να θυμίσουμε ότι στις 27 Ιανουαρίου 2021, το ελληνικό Δημόσιο στις 27 Ιανουαρίου άντλησε 3,5 δισ. ευρώ με επιτόκιο 0,75%, με τις συνολικές προσφορές των επενδυτών να φτάνουν τα 29 δισ.ευρώ. Μεγάλο επενδυτικό ενδιαφέρον προσέλκυσε και η έκδοση του 30ετούς ομολόγου, που πραγματοποιήθηκε στις 17 Μαρτίου, εκεί όπου το Δημόσιο άντλησε 2,5 δισ.ευρώ, με το επιτόκιο να ορίζεται στα 2,75%.

Με οδηγό την πετυχημένη «συνταγή»

Η «συνταγή», λοιπόν, της εξόδου στις αγορές κρίνεται έως τώρα επιτυχημένη και ως εκ τούτου σωστά ποντάρει πάνω της το ελληνικό ΥΠΟΙΚ, προκειμένου να αντλήσει χρήματα. Θεωρείται, πλέον, πιθανό ότι το οικονομικό επιτελείο θα μεταβάλλει τον αρχικό σχεδιασμό που προέβλεπε τέσσερις εκδόσεις, προχωρώντας και σε Πέμπτη εντός του 2021. Γιατί άλλωστε να μην το πράξει όταν οι παρούσες συνθήκες αλλά και αυτές που προβλέπονται για το απώτερο μέλλον, εξυπηρετούν τους σκοπούς του ΥΠΟΙΚ;

Εξόχως σημαντικό με άμεση αλληλοεπίδραση στη συμπεριφορά των ελληνικών ομολόγων και στη «θέση» της ελληνικής οικονομίας, είναι το γεγονός ότι το επόμενο διάστημα θα ακολουθήσουν νέες αξιολογήσεις από διεθνείς οίκους (Moody’s , Fitch και λοιποί). Αξιολογήσεις που όλα δείχνουν ότι θα εμπεριέχουν θετικό πρόσημο για την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας και θα φέρουν την Αθήνα ακόμα πιο κοντά στον μεγάλο στόχο, τη λεγόμενη επενδυτική βαθμίδα.

Σύμφωνα με την αξιολόγηση της Standard & Poor’s, η ελληνική οικονομία απέχει μόνο δύο βαθμίδες από αυτό, που θα αλλάξει άρδην και επί τω βέλτιστω την εικόνα αλλά την παρουσία της ελληνικής οικονομίας στη διεθνή αγορά. Όταν, με το καλό γίνει πράξει αυτό, τα ελληνικά ομόλογα, θα γίνονται πλήρως αποδεκτά και όχι κατ’ εξαίρεση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Μέχρι τότε, ωστόσο, υπάρχει αρκετός δρόμος για να διαβεί η ελληνική οικονομία.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα