Χριστοδουλάκης: Ισχυρές συμμαχίες και Χάγη για υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ

«Η πολιτική συγκυρία είναι κρίσιμη, ειδικά όσον αφορά τα εθνικά μας ζητήματα, εμείς το κάνουμε σαφές ότι θα είμαστε δίπλα σε ό,τι ενισχύει την συνολική θέση της χώρας μας», τόνισε μιλώντας στον «Θέμα 104,6» ο γραμματέας του Κινήματος Αλλαγής
Στο ταξίδι του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στις ΗΠΑ, στη συνάντησή του με τον Αμερικανό πρόεδρο και στην τουρκική προκλητικότητα αναφέρθηκε μιλώντας στον «Θέμα 104,6» ο γραμματέας του Κινήματος Αλλαγής, Μανώλης Χριστοδουλάκης.

«Ήταν η συνάντηση του Πρωθυπουργού με τον Trump θρίαμβος; Όχι. Ήταν πανωλεθρία; Επίσης όχι.
Το ουσιαστικό ερώτημα είναι αν από χθες, η γεωπολιτική θέση της χώρας μας είναι καλύτερη από αυτή που ήταν προχθές.
Είναι γεγονός ότι στην εικόνα, υπήρχε ένα έντονο κλίμα αμηχανίας στην ελληνική πλευρά», ανέφερε ο γραμματέας του Κινήματος Αλλαγής.

Ο Μανώλης Χριστοδουλάκης όπως είπε, πρέπει «να εστιάσουμε στο θέμα της πολιτικής ουσίας, το οποίο λέει ότι όταν συναντάται ο Έλληνας πρωθυπουργός με τον «πλανητάρχη» περιμένουμε να δούμε τι δίνουμε και τι παίρνουμε. Στην συνάντηση που πραγματοποιήθηκε, έγινε σαφές το τι δίνουμε. Δώσαμε τη δέσμευση μας για την αγορά των F-35, δώσαμε την δέσμευση μας για την αναβάθμιση των F-16 και αν θέλετε ακόμα περισσότερο, δώσαμε και μία δήλωση στήριξης – η μοναδική Ευρωπαϊκή χώρα μέχρι τώρα – για τα γεγονότα που γίνονται στο Ιράν με τη δολοφονία του υποστράτηγου Σουλεϊμανί. Τι πήραμε επί της ουσίας ανοιχτά; μια δήλωση συμπάθειας.

Για να είμαστε ουσιαστικοί, επειδή η πολιτική συγκυρία είναι κρίσιμη, ειδικά όσον αφορά τα εθνικά μας ζητήματα, εμείς το κάνουμε σαφές ότι θα είμαστε δίπλα σε ό,τι ενισχύει την συνολική θέση της χώρας μας και ελπίζουμε, ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, ότι αυτά που ειπώθηκαν μέσα στην κλειστή σύσκεψη να είναι όντως πολύ περισσότερα και ωφέλιμα για τη χώρα σε σχέση με αυτά που ειπώθηκαν δημόσια».

Ο γραμματέας του Κινήματος Αλλαγής, αναφέρθηκε στην χρησιμότητα του να είχε προηγηθεί συμβούλιο πολιτικών αρχηγών.

«Γίνεται σαφές αντίστοιχα και ότι η επιλογή του πρωθυπουργού να πάει σε μία τέτοια συνάντηση χωρίς να έχει συγκαλέσει Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών, δημιουργεί μία τεράστια ασάφεια στο ποιοι ήταν οι στόχοι της συνάντησης αφού κανείς μας δεν ξέρει για ποιο λόγο πήγε εκεί, τι θέλαμε να πετύχουμε και αν το πετύχαμε τελικά. Δεύτερον, αφήνει τον ίδιο τον Πρωθυπουργό ανοχύρωτο από μία κοινή εθνική γραμμή που θα μπορούσε να είναι ισχυρή», ανέφερε.

Όπως είπε ο κύριος Χριστοδουλάκης, «επιφυλασσόμαστε μέχρι αύριο που έχει δηλώσει ο ίδιος ότι θα ενημερώσει τους πολιτικούς αρχηγούς για να έχουμε και πολύ καλύτερη εικόνα για το τι έλαβε χώρα μεταξύ αυτού και του κ. Trump».

«Για μένα γίνεται σαφές από τη συνάντηση, πέραν των λεπτομερειών και των παραμέτρων, ότι πλέον πρέπει να μιλάμε και για άλλα γεωστρατηγικά δεδομένα στην Ανατολική Μεσόγειο», τόνισε και συνέχισε λέγοντας, «γιατί πρώτον οι Η.Π.Α. δεν μπορούν να λογίζονται ως ο στιβαρός δικός μας σύμμαχος γιατί ειδικά ο Πρόεδρος τους αποδεικνύει, κάθε μέρα που περνάει, ότι όλες του οι πολιτικές επιλογές γίνονται με μη πολιτικά κριτήρια».

Δεύτερον, οι τελευταίες εξελίξεις στο Ιράν και η συνολικότερη σχέση ισορροπιών ανάμεσα σε Σιίτες και Σουνίτες στη Μέση Ανατολή αναβαθμίζει, για την Αμερική, τον ρόλο της Τουρκίας και αυτό είναι κάτι το οποίο πρέπει να το προσέξουμε πάρα πολύ.

Τρίτον, έχουμε φύγει, τουλάχιστον την τελευταία δεκαετία, σε παγκόσμιο επίπεδο, από ένα διπολικό μοντέλο γεωπολιτικών συσχετισμών ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία (παλαιότερα τη Σοβιετική Ένωση). Μιλάμε πλέον για ένα σύστημα πολυπολικό σε ό,τι αφορά τους συσχετισμούς ισχύος. Συνεπώς, πρέπει να μπει η χώρα μας σε μία λογική ισχυρών συμμαχιών, με αναβαθμισμένο ρόλο της Ευρώπης – το οποίο δυστυχώς δεν φαίνεται να γίνεται – αλλά και ιδιαίτερα με έμφαση στην Ανατολική Μεσόγειο».

Αναφερομενος στην επιθετική πολιτική της Τουρκίας ο Μανώλης Χριστοδουλάκης είπε: «Παλιά υπήρχε η ανάγνωση ότι όποτε ο Ερντογάν είχε εσωτερικά ζητήματα στην Τουρκία, είτε ενόψει εκλογών είτε λόγω άλλων ζητημάτων, πάντα μετέφερε την κουβέντα με μια μορφή εξωτερικών προκλήσεων ή τεχνητής έντασης προς τη χώρα μας, για να μπορέσει να συσπειρώσει το εσωτερικό του. Πλέον αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Φαίνεται να είναι όλα βήματα ενός συνολικού σχεδίου διαρκούς κλιμάκωσης, θέτοντας συνεχώς διάφορα ζητήματα σε ένα τραπέζι που ο ίδιος έχει στήσει, ακριβώς ώστε μετά από καιρό και αφού έχει βάλει όλα τα ζητήματα του ανοιχτά, να σύρει τη χώρα μας σε μία διαπραγμάτευση. Εδώ λοιπόν πρέπει να κάνουμε σαφές ότι η θεωρία που μπορεί να είχαμε ότι «ο χρόνος κυλάει υπέρ μας» δεν είναι σωστή.

Τρία πράγματα που πρέπει να κρατήσουμε για την σχέση μας με την Τουρκία:

Νούμερο 1: Πρέπει να δίνουμε προτεραιότητα πάντα την ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της χώρας μας. Γιατί πάντα όταν διαπραγματευόμαστε και όταν καλούμαστε να συζητήσουμε τέτοιου είδους ζητήματα, η αποτρεπτική ισχύς της χώρας είναι το μοναδικό μέσο πίεσης. Ειδικά όταν μιλάμε πλέον για ένα συνολικό γεωπολιτικό περιβάλλον στο οποίο δεν λαμβάνονται υπόψη τόσο οι θεσμικές λειτουργίες και το Διεθνές δίκαιο αλλά πολύ περισσότερο η δύναμη του καθενός.

Νούμερο 2: Να ενισχύσουμε τις συμμαχίες μας, όπως αναφέρθηκα και προηγουμένως.

Νούμερο 3: Να κάνουμε σαφές πλέον ότι όταν διαρκώς μιλάμε για την ανάγκη σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου, πρέπει να είμαστε και έτοιμοι αυτό να το κάνουμε πράξη. Αυτό σημαίνει άσκηση πίεσης διεθνώς για να υπογράψουμε συνυποσχετικό με την Τουρκία, και να πάμε στη Χάγη για την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ».

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα