«Λίγο λιγότερο από τέσσερα χρόνια πριν, υπήρχε συναίνεση σε όλη την Ευρώπη πως η Ελλάδα ήταν ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος της Ευρώπης», γράφει ο Ντέιμον Ουίλσον του think tank Atlantic Council σε άρθρο του με τίτλο «Η Ελλάδα επιστρέφει: από Αχίλλειος Πτέρνα, βράχος σταθερότητας στην περιοχή». «Οποία επιστροφή!», συνεχίζει. «Σήμερα η Αθήνα έχει αποδείξει πως λύνει προβλήματα για τη διατλαντική κοινότητα, προβάλλοντας σταθερότητα και παρέχοντας ηγεσία σε μια ευάλωτη νοτιοανατολική πτέρυγα. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα ο Τσίπρας, που ήταν άλλοτε το κακό παιδί της Ευρώπης, έχει γίνει τώρα ένας από τους πιο ονομαστούς ηγέτες της».

Το Atlantic Council επισημαίνει πως η αλλαγή αυτή δεν ήταν εύκολη και είναι ατελής, καθώς «η στασιμότητα στην οικονομία θα μπορούσε να κοστίσει στον Τσίπρα τη θέση του». «Ωστόσο», προσθέτει, «η κυβέρνησή του έχει βοηθήσει την Ελλάδα να επιστρέψει από το κρύο. Αφού αντεπεξήλθε σε εξαιρετικές προκλήσεις, η Ελληνική δημοκρατία αναδύεται ισχυρή· η Αθήνα, η αρχική πηγή της δυτικής πολιτικής σκέψης, μπορεί να επιδείξει την αξιοπιστία της καθώς οδεύει φέτος προς ανταγωνιστικές εκλογές».

«Παρόλα όσα λέγονταν για επικείμενη καταστροφή, ο Τσίπρας δεν οδήγησε την Ελλάδα έξω από την Ευρωζώνη, αντίθετα προώθησε θαρραλέα ένα σχέδιο διάσωσης παρά το μεγάλο οικονομικό κόστος του», σημειώνεται σε άλλο σημείο του άρθρου του Atlantic Council. «Οι Έλληνες βίωσαν μια οδυνηρή μείωση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά 25%, όμως η Ελλάδα πέτυχε τελικά ένα σχέδιο για την αντιμετώπιση του ασφυκτικού χρέους της».

«Όλα αυτά υπηρέτησαν καλά τα ελληνικά συμφέροντα, αν και μένει δουλειά που πρέπει να γίνει», προστίθεται. «Οι επενδυτές θέλουν τώρα να δουν περισσότερα μέτρα για τη μείωση των κινδύνων στο ελληνικό οικονομικό και επιχειρηματικό περιβάλλον, κάτι που θα είναι πιθανόν ψηλά στην ατζέντα της επόμενης κυβέρνησης. Ως εκ τούτου, για τη μόχλευση αυτής της επιστροφής, η Ελλάδα εξακολουθεί να χρειάζεται απελπισμένα μεγαλύτερες θεσμικές και κανονιστικές μεταρρυθμίσεις για να τονωθεί μια στάσιμη οικονομία, για να δοθεί το έναυσμα για εγχώριες και δυτικές ξένες επενδύσεις και για να υποστηριχθεί ένα περισσότερο επιχειρηματικό περιβάλλον που είναι τόσο απαραίτητο για να δημιουργηθούν δουλειές και οικονομικές ευακιρίες για τον ελληνικό λαό».

«Η Αθήνα έδειξε επίσης πως παραμένει σταθερά δεσμευμένη έναντι των συμμάχων της στο ΝΑΤΟ, παρά το δέλεαρ της Μόσχας (…). Τέλος ο Τσίπρας κατέδειξε την ικανότητα της Αθήνας να προωθεί τη σταθερότητα και την ασφάλεια μέσω της Συμφωνίας των Πρεσπών με τη Βόρεια Μακεδονία, με την οποία τερματίσθηκε μια 27ετής διένεξη για την ονομασία. (…) Ο Τσίπρας παρά λίγο να χάσει τον έλεγχο της κυβέρνησής του αναφορικά μ’ αυτή την επίμαχη συμφωνία, όμως έδειξε πως είναι πρόθυμος να κάνει τα απαραίτητα βήματα ώστε να κάνει την Αθήνα μια εποικοδομητική ηγετική δύναμη στην περιοχή».

«Μετά τη Συμφωνία των Πρεσπών, η Αθήνα μπορεί τώρα να βοηθήσει να προωθηθεί το όραμα της Θεσσαλονίκης ότι όλα τα Βαλκάνια θα είναι μια ημέρα μέρος της ΕΕ», προστίθεται στο άρθρο του New Atlantic, σύμφωνα με το οποίο «η Συμφωνία των Πρεσπών μπορεί να αποκαταστήσει την επιρροή της Ελλάδας σε όλα τα Βαλκάνια και να επανασυνδέσει τη Θεσσαλονίκη με την ιστορική ενδοχώρα της και να κάνει το λιμάνι της κορυφαία εμπορική πύλη προς την ευρύτερη περιοχή. Αντί να θεωρείται εμπόδιο, η Ελλάδα μπορεί να διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο οδηγώντας το ΝΑΤΟ και την ΕΕ να ολοκληρώσουν τον στόχο μιας Ευρώπης ολόκληρης και ελεύθερης βοηθώντας τους βόρειους γείτονές της στα Βαλκάνια να ακολουθήσουν την οδό της πλήρους ολοκλήρωσης».

Σύμφωνα με το Atlantic Council, «μετά τη σύναψη της Συμφωνίας των Πρεσπών, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ήταν συνετό να αναπτύξουν τη δική τους στρατηγική για τα Δυτικά Βαλκάνια όχι με την Ελλάδα ως αντικείμενο πολιτικής, αλλά με την Ελλάδα ως εταίρο στην πολιτική αυτή».

«Η Ελλάδα γίνεται πάλι ένας σημαντικός παίκτης στις αγορές ενέργειας και στην ενεργειακή γεωπολιτική. Ο Διαδριατικός Αγωγός (TAP) και ο Διασυνδετήριος Αγωγός Ελλάδας Βουλγαρίας (IGB) παρέχουν στην Ευρώπη νέες επιλογές για φυσικό αέριο μετριάζοντας την εξάρτηση της περιοχής από τη Ρωσία για τις προμήθειες αερίου», προστίθεται στο άρθρο και επισημαίνεται πως «επιπλέον το άνοιγμα ενός νέου τερματικού σταθμού υγροποιημένου φυσικού αερίου, που μπορεί να υποδεχθεί LNG από τις ΗΠΑ, ενισχύει τον ρόλο της Ελλάδας στη διασφάλιση μιας διαφοροποιημένης ενεργειακής υποδομής στην περιοχή».

«Η γεωγραφική θέση της Ελλάδας, οι ιστορικοί δεσμοί και η εμπειρία με την προσφυγική κρίση φέρνουν επίσης την Αθήνα σε θέση να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο στην πολιτική του ΝΑΤΟ στην ανατολική Μεσόγειο, ιδιαίτερα αν προχωρήσουν οι ειρηνευτικές συνομιλίες στην Κύπρο», καθώς «η Ελλάδα θεωρείται ένας αξιόπιστος, σταθερός πρωταγωνιστής στην περιοχή».

«Πάει πολύς καιρός που η Ελλάδα θεωρούνταν πάροχος λύσεων μάλλον, παρά προβλημάτων. Χάρη στην ηγεσία και σε δύσκολες αποφάσεις, η Ελλάδα μεταμορφώθηκε από Αχίλλειο Πτέρνα σε έναν από τους πιο αξιόπιστους συμμάχους του ΝΑΤΟ», καταλήγει το άρθρο του Atlantic Council.