Site icon The Indicator

H δυναμική συνεργασία Ε.Ε και Λατινικής Αμερικής με προοπτικές για το μέλλον

 

Άρθρο της Βίκυς Μανιάτη


 

Οι σχέσεις μεταξύ Ε.Ε. και Λατινικής Αμερικής (Λ.Α) έχουν μεγάλη προϊστορία και έχουν περάσει μέσα από πολλές φάσεις και διακυμάνσεις.1 Αφετηρία αποτελεί το 1976, έτος έναρξης των πρώτων δραστηριοτήτων συνεργασίας μεταξύ των περιοχών αυτών. Υπάρχουν πολλά κοινά στοιχεία που συνδέουν τις δυο αυτές περιφέρειες. Οι πολιτισμικοί, ιστορικοί και οικονομικοί δεσμοί μεταξύ τους είναι εξαιρετικά σημαντικοί.2

Ωστόσο, υπάρχει σύγκλιση απόψεων μεταξύ αναλυτών, ώστε να συζητάμε για την έναρξη μιας νέας φάσης στις σχέσεις Ε.Ε. και Λ.Α. στα μέσα της δεκαετίας του 1990, που εντείνεται κατά τα πρώτα χρόνια αυτού του αιώνα. Οι αλλαγές που επήλθαν, είναι καρπός μιας μακρόχρονης διαδικασίας, το τελικό αποτέλεσμα της οποίας αποτυπώνεται στη νέα στρατηγική της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 2006 «Global Europe: competing in the world» και στα έγγραφα σχετικά με την περιφερειακή στρατηγικής της Ε.Ε κατά την περίοδο 2007 – 2013 (Ευρ. Επιτροπή, 2007 a, b, d & e).3

Αυτή η αλλαγή, που έχει ξεκινήσει στα μέσα της δεκαετίας του 1990, οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, αλλά βασικά αποτελεί αντίδραση στον κύριο ανταγωνιστή της Ε.Ε  σε παγκόσμιο επίπεδο, και αυτός δεν είναι άλλος από τις ΗΠΑ. Οι αμερικανικές κυβερνήσεις ανέκαθεν θεωρούσαν ότι οι χώρες της Λατινικής Αμερικής ανήκαν στη  δική τους σφαίρα επιρροής, αλλά αυτή η στάση ενισχύθηκε σε σημαντικό βαθμό στις αρχές της δεκαετίας του ’90, όταν οι ΗΠΑ ανέλαβαν πρωτοβουλία για την ενδυνάμωση της οικονομικής τους ηγεμονίας, με την υπογραφή της NAFTA το 1994 (Βορειοαμερικανική Συμφωνία Ελεύθερων Συναλλαγών). Στην πραγματικότητα όμως, η πρωτοβουλία αυτή των ΗΠΑ είχε αποτελέσματα σε μερικές μόνο γεωγραφικές περιοχές και η αρχή της τρέχουσας δεκαετίας σηματοδοτεί την έναρξη σταδιακής απώλειας της αμερικανικής επιρροής στην περιοχή της Λ.Α και υπό αυτό το πρίσμα, η Ε.Ε. αρχίζει να ανταγωνίζεται για αυτή την περιοχή, που είναι πλούσια σε στρατηγικούς φυσικούς πόρους.4

Ένας άλλος βασικός παράγων που εξώθησε την Ε.Ε. στην αναζήτηση συμφωνιών με τις λατινοαμερικανικές χώρες ήταν ο αποκλεισμός ζητημάτων, αποκαλούμενων ως «ζητημάτων της Σιγκαπούρης», δηλ. επενδύσεις, πολιτική ανταγωνισμού και συμφωνία για τις δημόσιες συμβάσεις από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου κατά τη διάρκεια της Υπουργικής Διάσκεψης στο Κανκούν το Σεπτέμβριο του 2003, που οφειλόταν στην κοινωνική πίεση και στη διαμόρφωση ενός συνασπισμού μεταξύ των χωρών του Νότου. Αυτά τα ζητήματα, τα οποία παρουσιάζουν ειδικό ενδιαφέρον για τις μεγάλες δυνάμεις, αποτελούν βασικό μέρος του κεφαλαίου αναφορικά με τις συμφωνίες στον τομέα του εμπορίου, όπου αποτυπώνεται ξεκάθαρα η ενισχυμένη επιρροή του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.5

Αυτές οι δυσκολίες σε πολυμερές εμπορικό επίπεδο, συνδυαζόμενες με τις εξελίξεις για την υπογραφή συμφωνιών ελεύθερων συναλλαγών στην περιοχή από τις ΗΠΑ, οδήγησαν στην ανάπτυξη μιας πιο επιθετικής πολιτικής από την Ε.Ε., ώστε να ενισχύσει τις εμπορικές συναλλαγές και τις επενδύσεις της στην λατινοαμερικανική περιφέρεια.6

Η ανάπτυξη της συνεργασίας μεταξύ Ε.Ε. και Λ.Α. υλοποιείται σε διεθνές επίπεδο και διακρίνεται σε τρεις διαφορετικές επιμέρους κατηγορίες:

Για την Ε.Ε, η Λ.Α. αντιπροσωπεύει μια σημαντική αναδυόμενη αγορά, που αφενός παρουσιάζει το μεγαλύτερο ρυθμό ανάπτυξης στον τομέα του εμπορίου παγκοσμίως, και αφετέρου παρουσιάζει εκρηκτική αύξηση στον πληθυσμό της μεσαίας τάξης. Ήδη  η Ε.Ε. αποτελεί τον κορυφαίο επενδυτικό εταίρο και το δεύτερο μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της Λ. Α..18 Οι δυο μεγαλύτεροι Ευρωπαίοι εμπορικοί εταίροι της Λ.Α. είναι η Γερμανία (με συναλλαγές 60 δις δολ.) και οι Κάτω Χώρες (με συναλλαγές 38 δις. δολ.). Ακολουθούν η Ισπανία (συναλλαγές 35 δις. δολ.) και η Ιταλία (συναλλαγές 31 δις. δολ.). Εμπορεύματα όπως τρόφιμα, ορυκτά και καύσιμα αποτελούν πάλι τα κύρια προϊόντα που εξάγονται στην Ευρώπη, και αποτελούν το 70% των εξαγωγών της Λ.Α.. Αλλά και εξαγωγές προϊόντων από τους κλάδους των κατασκευών και υψηλής τεχνολογίας επίσης ακολουθούν διατλαντική πορεία, καθώς το Μεξικό πρωτοπορεί στην εξαγωγή αυτοκινήτων εξοπλισμού τηλεπικοινωνιών, και η Κόστα Ρίκα όλο και πιο πολύ αυξάνει την αποστολή micro chips.19

Οι άμεσες ξένες επενδύσεις της Ε.Ε. στην Λ.Α. εξακολουθούν να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα παρά την οικονομική κρίση. Στην κορυφή της λίστας των επενδυτών βρίσκονται οι Κάτω Χώρες, όπου μόνο 8% των επενδύσεων προέρχεται από ολλανδικές εταιρείες και το υπόλοιπο ποσοστό των επενδύσεων προέρχεται από διεθνικές εταιρίες που χρησιμοποιούν το ολλανδικό κράτος ως μέσο για επενδύσεις από τρίτες χώρες. Στη συνέχεια ακολουθεί η Ισπανία, όπου η πλειονότητα των ισπανικών επενδύσεων πραγματοποιήθηκε στο Μεξικό, στη Βραζιλία, στην Χιλή και στην Αργεντινή και εκ των οποίων 86% αφορά στον τομέα παροχής υπηρεσιών. Τα τελευταία χρόνια, οι επενδύσεις ισπανικών εταιρειών (όπως η Santander και η Telefonica) στη Λ.Α. έχουν συμβάλει στην ενίσχυση του εισοδήματος των λατινοαμερικάνων κατά αρκετά δις. δολάρια, προφυλάσσοντας τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα από την εγχώρια οικονομική ύφεση.20

Επίσης, θα πρέπει να αναφερθεί και η χορήγηση αναπτυξιακών δανείων στη Λ.Α. από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Μολονότι η χορήγηση αυτών των δανείων υστερεί συγκριτικά με εκείνα που χορηγήθηκαν από την Κίνα τα τελευταία χρόνια, ωστόσο η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων έχει χρηματοδοτήσει κάποια σημαντικά έργα, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται η ανακαίνιση της Διώρυγας του Παναμά (507 δις. δολ) και η ανάπτυξη ενεργειακών υποδομών στη Βραζιλία (530 δις. δολ.).21

Οι ευρωπαϊκές εταιρείες (και πολίτες) μπορούν να επωφεληθούν από την ευκολότερη πρόσβαση σε διαγωνισμούς δημοσίων συμβάσεων και την περαιτέρω απελευθέρωση των επενδύσεων. Επιπλέον, η Λ.Α θεωρείται μια «εύκολη περιοχή» για τις Βρυξέλλες που πασχίζουν να αποδείξουν ότι είναι ακόμα σε θέση να διαμορφώσουν μια αξιόπιστη και ελκυστική κοινή εξωτερική πολιτική και ταυτόχρονα να πετύχουν φιλόδοξες εμπορικές συμφωνίες.22

Στη διαμόρφωση και ενίσχυση των σχέσεων Ε.Ε. και Λ.Α. σημαίνοντα ρόλο έχει αναλάβει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο επωφελείται από τη διαμόρφωση στενών δεσμών με άλλα κοινοβούλια της Λ.Α. όπως το Λατινοαμερικανικό Κοινοβούλιο (Parlatino), το Κοινοβούλιο της Κεντρικής Αμερικής (Parlacen), το Κοινοβούλιο της Mercosur (Parlasur), το Κοινοβούλιο της Κοινότητας των Άνδεων (Parlandino) και το Κογκρέσο στο Μεξικό και στην Χιλή. Πρέπει επίσης να επισημανθεί το σημαντικό βήμα που υλοποιήθηκε την 8η Νοεμβρίου 2006 στις Βρυξέλλες με την δημιουργία της EuroLat (Ευρω-Λατινοαμερικανική Κοινοβουλευτική Συνέλευση), που απαρτίζεται από βουλευτές των διάφορων Κοινοβουλίων (Ε.Κ., Λατινοαμερικανικό, Parlacen, Parlandino, Parlasur καθώς και του Μεξικού και της Χιλής. Ο αριθμός των βουλευτών ανέρχεται στα 150 (75 μέλη από την Ε.Ε. και 75 μέλη από την Λ.Α.).23

Τέλος, στα επιτεύγματα του Ε.Κ. συγκαταλέγεται η ολοκλήρωση του πολιτικού διαλόγου μεταξύ Κούβας και Ε.Ε. και η σύναψη συμφωνίας συνεργασίας τον Ιούλιο 2017, η οποία αρχικά συνιστά ένα νομικό και θεσμικό πλαίσιο για την εξομάλυνση των σχέσεων Ε.Ε. και Κούβας και είναι πιθανό να αποτελέσει μια ενδιάμεση συμφωνία που θα οδηγήσει σε μια πιο φιλόδοξη συμφωνία στον τομέα του εμπορίου μελλοντικά.24

Έχοντας υπόψη τα παραπάνω, μπορεί κανείς να διαπιστώσει ότι σήμερα, ύστερα από μια εποχή που χαρακτηρίζεται από την πανταχού αμερικανική παρουσία, η Ε.Ε. εμφανίζεται να διαδραματίζει  ένα ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στη Λ.Α. ειδικότερα σε οικονομικά ζητήματα. Παρά όμως τα όποια θετικά επιτεύγματα, οι σχέσεις Ε.Ε. και Λ.Α. έρχονται αντιμέτωπες με πολλές προκλήσεις, εκ των οποίων σημαντικότερες είναι η ανάδειξη της Κίνας ως νέου δρώντα στη Λ.Α. ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και την προσελκυστική δυναμική παρουσία της περιοχής Ασίας – Ειρηνικού. Και η Κίνα και η περιοχή της Ασίας Ειρηνικού έχουν επιδείξει εξαιρετικό ενδιαφέρον για τη σύναψη εμπορικών και επενδυτικών σχέσεων περισσότερο με τη Λ.Α. παρά μεταξύ τους.25 Όμως, η σχέση Ε.Ε. και Λ.Α. δεν περιορίζεται στο εμπόριο, το οποίο μπορεί να είναι σημαντικό, αλλά αυτό που πραγματικά που επιδιώκει η Ε.Ε. είναι η στρατηγική περιφερειακή συνεργασία με τη Λ.Α. Και αυτό που έχει να προσφέρει η Ε.Ε. στη Λ.Α. είναι κάτι παραπάνω από το ελεύθερο εμπόριο. Εκείνο που έχει να προσφέρει η Ε.Ε στη Λ.Α. είναι το εργαλείο του πολιτικού διαλόγου, γεγονός που μας κάνει να είμαστε αισιόδοξοι για την πορεία και το μέλλον των σχέσεων Ε.Ε. και Λ.Α.26

Παραπομπές

  1. ΤΝΙ Transnational Institute – Alternative Regionalisms Programme

 

  1. ESO European Sources Online, Information Guide, EU-Latin America Relations, Cardiff University,2014

3.,4.,5.&6.  ΤΝΙ Transnational Institute – Alternative Regionalisms Programme

7.&8. ESO European Sources Online, Information Guide, EU-Latin America Relations, Cardiff University,2014

  1. & 11. EPRS, Gisela Grieger & Roderick Harte, In depth analysis EU trade with Latin America and the Carribean, October 2017

10.&12. ESO European Sources Online, Information Guide, EU-Latin America Relations, Cardiff University,2014

13.&15. EPRS, Gisela Grieger & Roderick Harte, In depth analysis EU trade with Latin America and the Carribean, October 2017

14.&16. ESO European Sources Online, Information Guide, EU-Latin America Relations, Cardiff University,2014

  1. EPRS, Gisela Grieger & Roderick Harte, In depth analysis EU trade with Latin America and the Carribean, October 2017

18.& 22. http://www.cambre-associates.com/news/261:eu-latin-america-relations-a-historic-opportunity-for-a-new-partnership

19.,20.&21. https://www.cfr.org/blog/eu-latin-america-economic-ties

  1. ESO European Sources Online, Information Guide, EU-Latin America Relations, Cardiff University,2014
  2. EPRS, Gisela Grieger & Roderick Harte, In depth analysis EU trade with Latin America and the Carribean, October 2017
  3. EPRS, Gisela Grieger, Member’s Research Service, Briefing 26.03.2014, EU-Latin America relations
  4. Konrad Adenauer Stiftung, A turning point in EU – Latin American Relations? Challenges and Opportunites

 

Exit mobile version