Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, ο Ντόναλντ Τραμπ επεδίωξε να εκμεταλλευθεί τον θυμό πολλών Αμερικανών για τις αδικίες του εμπορίου. Κατανοώ αυτόν τον θυμό διότι έχω αποδείξει μέσω της έρευνάς μου ότι έχουν χαθεί εκατομμύρια θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ εξαιτίας της προβληματικής εμπορικής σχέσης με την Κίνα και το Μεξικό. Ωστόσο η προσέγγιση του Τραμπ αγνοεί δύο βασικά στοιχεία. Πρώτον, από μόνες τους οι εμπορικές συμφωνίες δεν μπορούν να ευνοήσουν σημαντικά τους Αμερικανούς εργαζομένους. Μπορεί οι σύγχρονες εμπορικές συμφωνίες να αφορούν θεωρητικά τους κανονισμούς και τους δασμούς, αλλά το πρωταρχικό τους αποτέλεσμα είναι να ευνοούν τους ξένους επενδυτές, κάτι που απλώς οδηγεί σε συνέχιση της τάσης για φυγή θέσεων εργασίας στο εξωτερικό.
Το δεύτερο στοιχείο είναι πως ο σημαντικότερος παράγων που έχει οδηγήσει στη διεύρυνση του εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ δεν είναι οι εμπορικές συμφωνίες, αλλά οι λανθασμένες συναλλαγματικές ισοτιμίες. Μεταξύ 1997 και 2014 η Κίνα αγόρασε αμερικανικά κρατικά ομόλογα και άλλα περιουσιακά στοιχεία με στόχο να ενισχύσει την ισοτιμία του δολαρίου έναντι του γουάν. Ετσι κατάφερε να μειώσει με τεχνητό τρόπο την αξία του γουάν, δημιουργώντας στην ουσία μια τεράστια επιδότηση για τις κινεζικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ. Ταυτόχρονα αποτελεί και de facto φόρο για όλες τις αμερικανικές εξαγωγές προς την Κίνα. Βέβαια, η Κίνα δεν είναι η μοναδική χώρα που κάνει κάτι τέτοιο. Μεταξύ 2006 και 2013, οι κεντρικές τράπεζες 20 κρατών, μεταξύ των οποίων και η κινεζική, χρηματοδότησαν ουσιαστικά όλο το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ.