Οι τουρκικές προκλήσεις και η σύγχρονη αποτελεσματική αντιμετώπισή τους

Άρθρο του Σπύρου Κότσια

Την εγγενή επιθετικότητα της Τουρκίας ενισχύουν  το τελευταίο διάστημα διάφοροι παράγοντες και τη μετατρέπουν σε μια εν δυνάμει απειλή  τόσο για την Ελλάδα, όσο και για την Κύπρο.

Η άσχημη τροπή που έχουν πάρει οι σχέσεις της Τουρκίας με το Ισραήλ, η επικράτηση στην Αίγυπτο μιας σκληρής στρατιωτικής χούντας που έθεσε εκποδών τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, ιδεολογικά προσκείμενους στο καθεστώς  Ερτογάν, αποτελούν μερικούς από τους παράγοντες, που λειτουργούν και ως καταλύτες για την ενίσχυση της επιθετικότητας της γειτονικής χώρας.

Παράλληλα και η κόντρα με την Αμερική, λόγω της άρνησης της τελευταίας να εκδώσει τον Φετουλάχ  Γκιουλέν, τον οποίον η Άγκυρα θεωρεί εγκέφαλο του πραξικοπήματος  του Ιουλίου 2016 εναντίον του Ερτογάν και τέλος η δηλωμένη πρόθεση της χώρας μας για οριοθέτηση της Ελληνικής ΑΟΖ και την εναρμόνιση της αιγιαλίτιδας ζώνης με όσα προβλέπουν οι διεθνής συνθήκες, βάζουν στο ‘’στόχαστρο’’ τη χώρα μας και οδηγούν τον ΄΄σουλτάνο’’ σε έναν γενικότερο πολιτικό παραλογισμό.

Καθημερινά εκτοξεύονται απειλές εναντίον της Ελλάδας από Τούρκους αξιωματούχους, με στόχο την αμφισβήτηση του καθεστώτος στο Αιγαίο, έτσι όπως αυτό έχει διαμορφωθεί με την συνθήκη της Λωζάνης  και τη δημιουργία συνθηκών που θα επιτρέψουν τη συνεκμετάλλευση  των κοιτασμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου που ενδεχομένως υπάρχουν στην περιοχή.

Ακόμη, η Τουρκική εξωτερική πολιτική υιοθετώντας τη νεοοθωμανική κοσμοθεωρία του «Στρατηγικού Βάθους», του πρώην Υπουργού Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου, προσπαθεί να εδραιωθεί σαν μια μεγάλη περιφερειακή δύναμη, θέτοντας  υπό   την επιρροή της τις χώρες που κάποτε αποτελούσαν μέρος τις Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Το γεγονός αυτό δημιουργεί προβλήματα και στην Ελλάδα, με την επιμονή της Τουρκίας να επεμβαίνει σε ζητήματα που αφορούν τη Θρησκευτική  Μουσουλμανική  Μειονότητα που ζει στην Θράκη. Γνωστή άλλωστε είναι η διαχρονική της απαίτηση για μετατροπή της Mειονότητας σε Τουρκική.

  Κυρίαρχη θέση στις προτεραιότητες της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας κατέχει η Κύπρος.

«Μία χώρα που παραμελεί την Κύπρο δεν είναι δυνατόν να έχει έναν αποφασιστικό λόγο στις παγκόσμιες και περιφερειακές πολιτικές. Δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική στις παγκόσμιες πολιτικές, διότι αυτό το νησί κατέχει μία θέση που μπορεί να επηρεάσει άμεσα τους στρατηγικούς συνδέσμους μεταξύ Ασίας και Αφρικής, Ευρώπης και Αφρικής και Ευρώπης και Ασίας», αναφέρει ο Νταβούτογλου στο “Στρατηγικό Βάθος”.

Η επιδίωξη να επεκτείνει την επιρροή της σε ολόκληρο το Νησί, η συνέχιση της παραμονής των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής και η συνεκμετάλλευση των υδρογονανθράκων,  αποτελούν στρατηγικούς  στόχους, τους οποίους η Τουρκία δεν φαίνεται διατεθειμένη να εγκαταλείψει, γεγονός που καθιστά εκ των προτέρων αποτυχημένη κάθε προσπάθεια έντιμης λύσης του Κυπριακού στα πλαίσια του Διεθνούς Δικαίου και των αρχών του ΟΗΕ.

Η στάση της Τουρκίας, υποχρεώνει Ελλάδα και Κύπρο να αντιδράσουν προκειμένου να υπερασπίσουν τα κυριαρχικά τους  δικαιώματα και να  αποτρέψουν ενέργειες που μπορούν να οδηγήσουν στη δημιουργία θερμών επεισοδίων ή ακόμη και γενικότερη ανάφλεξη στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Για το λόγο αυτό η απάντηση στις Τουρκικές προκλήσεις δίνεται με ψυχραιμία και σοβαρότητα στα πλαίσια πάντοτε του Διεθνούς Δικαίου και της διατήρησης της ειρήνης στην περιοχή.

Ταυτόχρονα, Ελλάδα και Κύπρος, προσπαθούν να διευρύνουν τις σχέσεις τους και να συνεργαστούν με όσο το δυνατόν περισσότερες χώρες τόσο στον ενεργειακό τομέα όσο και σε άλλους τομείς, φροντίζοντας από την πλευρά της Ελλάδας να κλείσουν ανοικτά ζητήματα που υπήρχαν και εξακολουθούν να υπάρχουν με χώρες της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου.

  Η συμφωνία για τη μεταφορά του Ισραηλινού φυσικού αερίου στην Ευρώπη. μέσω αγωγού που θα περνά από την Κύπρο και την Ελλάδα, καθώς και η ανάθεση της έρευνας και της εξόρυξης  των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στον υποθαλάσσιο χώρο της Κύπρου, σε μεγάλες πετρελαϊκές εταιρείες. υπήρξαν καρπός αυτής της πολιτικής. 

Η διεύρυνση της  διαβαλκανικής συνεργασίας με τη συμμετοχή της Σερβίας, της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας και της Ελλάδας  εκτός από τα άλλα προβλήματα που προσπαθεί να λύσει, συμβάλλει και στην αποδυνάμωση εξωβαλκανικών επιρροών, που κατά το παρελθόν συνέβαλλαν στην ανάπτυξη ανταγωνισμών, καθόλου εποικοδομητικών για τους  λαούς που ζουν στη χερσόνησο του  Αίμου.

Υπό αυτό το πρίσμα, πρέπει να δούμε και να αξιολογήσουμε τη συμφωνία της Ελλάδας με την πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας,  για την αλλαγή του ονόματος και την εξάλειψη από το συνταγματικό χάρτη της  τελευταίας,  όλων των άρθρων με αλυτρωτικό περιεχόμενο.

Ακολουθήστε το The Indicator στο Google news

Σχετικά Νέα